Η ακολουθία της προσκομιδής
Γενικά τινα περί της Προσκομιδής
Η ιερά τελετή της Προσκομιδής τελείται ιδιαιτέρως υπό του λειτουργού ιερέως, παρισταμένου και του διακόνου, όταν υπάρχη τοιούτος. Ως τόπος προς τέλεσιν αυτής χρησιμεύει ιδιαίτερον μικρόν διαμέρισμα, εντός του ιερού, προς τ’ αριστερά της αγίας Τραπέζης, το οποίον ένεκα τούτου ονομάζεται επίσης Προσκομιδή. Όπως δε είπομεν και προηγουμένως (§12), τελείται σήμερον η Προσκομιδή καθ’ ην ώραν ψάλλεται η πρωϊνή ακολουθία του Όρθρου.
Και πρώτον μεν προσάγει ο διάκονος ή ο ιερεύς εις τον ωρισμένον τόπον όλα όσα απαιτούνται δια την ιεράν αυτήν τελετήν. Ποία δε είναι αυτά; Αφ’ ενός άρτος και οίνος, και αφ’ ετέρου τα ιερά σκεύη με τα καλύμματά των. Γίνεται δε χρήσις άρτου και οίνου εις την Προσκομιδήν και την Λειτουργίαν συμφώνως προς ωρισμένην του Κυρίου παραγγελίαν. Διότι ο Κύριος κατά το εσπέρας εκείνο, κατά το οποίον έτρωγε με τους μαθητάς Του το τελευταίον δείπνον, ολίγην ώραν πριν ή παραδοθή εις τον θάνατον του σταυρού, ετέλεσε και παρέδωκεν εις αυτούς το μυστήριον της θείας Ευχαριστίας. Προς τούτο, όπως εξιστορούν οι ιεροί Ευαγγελισταί και ο απ. Παύλος (εις την Α’ προς Κορινθίους επιστολήν του), έλαβεν ο Κύριος άρτον και ηυλόγησε και μετέβαλεν αυτός εις αυτό το Σώμα Του και μετέδωκεν εξ αυτού εις τους μαθητάς Του. Έπειτα έλαβεν εις τας χείρας Του ποτήριον οίνου και ηυλόγησε και μετέβαλε τον οίνον εις αυτό το Αίμα Του και μετέδωκεν εξ αυτού εις τους μαθητάς Του. Παρήγγειλε δε προς αυτούς, “Τούτο ποιείετε εις την εμήν ανάμνησιν” (Λουκ. κβ’ 19, Α’ Κορινθ. ια’ 24, 25). Συμφώνως λοιπόν προς την ωρισμένην αυτήν του Κυρίου παραγγελίαν, η Εκκλησία ημών τελεί το μυστήριον της θείας Ευχαριστίας, και τελεί αυτό όπως ο Κύριος το παρέδωκε, μεταχειριζομένη άρτον και οίνον.
Εκτός του άρτου και του οίνου, εις την Προσκομιδήν και την Λειτουργίαν χρησιμεύουν και ιερά σκεύη, τα οποία είναι τα εξής. Πρώτον, το Δισκάριον, εις το οποίον τίθεται ο άγιος άρτος. Δεύτερον, το Ποτήριον, το περιέχον τον οίνον. Τρίτον, μία μικρά λόγχη, εικονίζουσα την λόγχην εκείνην, δια της οποίας “εις των στρατιωτών ένυξεν (εκέντησε) την πλευράν του Σωτήρος Χριστού” επί του σταυρού. Τέταρτον, ο σταυρωθείς αστερίσκος, ο οποίος τίθεται επάνω από το δισκάριον^ και πέμπτον, η αγία λαβίς, δια της οποίας μεταδίδεται εις τους πιστούς το Σώμα και το Αίμα του Σωτήρος Χριστού.
Τα σκεύη αυτά με τα καλύμματά των αποτίθενται εις την τράπεζαν της Προσκομιδής. Μαζή δε με αυτά φέρει ο διάκονος ή ο ιερεύς και τον άρτον, ο οποίον ονομάζεται και προσφορά, επειδή προσφέρεται ως δώρον ενώπιον του Θεού, επίσης δε και οίνον και ύδωρ.
Αφού συγκεντρωθούν τοιουτοτρόπως όλα τα απαιτούμενα δια την Προσκομιδήν, γίνεται έναρξις της ιεράς αυτής τελετής. Διακρίνομεν δε εις την Προσκομιδήν τα εξής κύρια σημεία. Πρώτον, την προπαρασκευήν των λειτουργών^ δεύτερον, την ετοιμασίαν του αμνού και του ποτηρίου^ τρίτον, τας μνημονεύσεις^ και τέταρτον, την θυμίασιν και απόλυσιν. Περί ενός εκάστου από αυτά θα είπωμεν τώρα με συντομίαν.
Η προπαρασκευή των λειτουργών
Και πρώτον ο ιερεύς μετά του διακόνου, όταν υπάρχη τοιούτος, προπαρασκευάζουν εαυτούς δια την ιεράν διακονίαν της θείας Λειτουργίας. Γίνεται δε η προπαρασκευή με προσευχήν κατάλληλον, μετά την οποίαν ο ιερεύς και ο διάκονος ενδύονται τα ιερά των άμφια.
Και η μεν προσευχή αρχίζει με την ευλογίαν του ονόματος του Θεού, με την οποίαν αρχίζει και πάσα εν γένει ιερά τελετή. Εις την προτροπήν του διακόνου “Ευλόγησον, Δέσποτα”, ο ιερεύς απαντά^ “Ευλογητός ο Θεός ημών πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων”. Η σύντομος αυτή δοξολογία, την οποίαν προσφέρομεν εις την άπειρον μεγαλωσύνην του ουρανίου Πατρός, εκφράζει ότι ο Ύψιστος Θεός είναι άξιος να προσκυνήται και να δοξάζεται και να ευλογήται από τα λογικά Του κτίσματα. Είναι άξιος να προσκυνήται και να ευλογήται διαρκώς και ακαταπαύστως, και τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνας των αιώνων.
Μετά τούτο ο διάκονος ή ο ιερεύς λέγει την θαυμασίαν εκείνην προσευχήν, η οποία είναι εις πάντας γνωστή. “Βασιλεύ ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός, ελθέ και σκήνωσον εν ημίν, και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος και σώσον, αγαθέ, τας ψυχάς ημών”. Η προσευχή αυτή αναφέρεται εις το Άγιον Πνεύμα, το τρίτον πρόσωπον της αγίας Τριάδος. Το Άγιον Πνεύμα ονομάζεται “πνεύμα της αληθείας”, διότι είναι Θεός αληθινός και διότι φωτίζει και ενισχύει και οδηγεί τον άνθρωπον εις πάσαν την αλήθειαν (Ιωάν. ιστ’ 13). Ως Θεός το Άγιον Πνεύμα είναι βασιλεύς ουράνιος και είναι παρών πανταχού και γεμίζει τα πάντα με την θείαν Αυτού παρουσίαν και ευλογίαν. Επικαλούμεθα δε το Άγιον Πνεύμα, διότι εις αυτό υπάρχει και δι’ αυτού χορηγείται και δίδεται ο θησαυρός των θείων αγαθών και η κατά το θέλημα του Θεού ζωή, καθώς και η μακαρία ζωή του μέλλοντος. Και ενταύθα ζητεί ο λειτουργός, υπέρ εαυτού και υπέρ του λαού, όπως η χάρις του Πνεύματος του Αγίου έλθη και κατοικήση εντός ημών και καθαρίση ημάς από πάσαν εκ της αμαρτίας ακαθαρσίαν και οδηγήση τας ψυχάς μας εν τη αγαθότητί Του εις την αιώνιον σωτηρίαν.
Μετά την προσευχήν αυτήν ο διάκονος ή ο ιερεύς λέγουν εκ τρίτου τον τρισάγιον ύμνον, “Άγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς”, και έπειτα από αυτόν την σύντομον δοξολογίαν “Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι” κλπ. και ακολούθως την γνωστήν προσευχήν προς την αγίαν Τριάδα. “Παναγία Τριάς, ελέησον ημάς. Κύριε, ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών. Δέσποτα, συγχώρησον τας ανομίας ημίν. Άγιε, επίσκεψαι και ίασαι τας ασθενείας ημών ένεκεν του ονόματός Σου. Κύριε, ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον”. Με την δέησιν αυτήν ζητούμεν από την αγίαν Τριάδα έλεος και συγχώρησιν δια τας ανομίας ημών, καθαρισμόν από πάσης αμαρτίας, ενίσχυσιν εις την εργασίαν του αγαθού και απαλλαγήν από πάσης κακίας και ελαττώματος της ψυχής. Μετά την δέησιν αυτήν επακολουθεί και πάλιν το “Δόξα Πατρί” και η Κυριακή προσευχή “Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς” κλπ., η οποία καταλήγει εις δοξολογίαν προς την άπειρον μεγαλωσύνην και δύναμιν του εν Τριάδι Θεού, τουτέστι το: “Ότι σου εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν”.
* * *
Εις τας προσευχάς αυτάς ο ιερεύς και ο διάκονος προσθέτουν και μερικά τροπάρια, με τα οποία ζητούν επίσης την χάριν και το έλεος του Θεού, και μετά τούτο ασπάζονται την εικόνα του Σωτήρος Χριστού, της Θεοτόκου και των Αγίων, λέγοντες τα ωρισμένα δι’ εκάστην τροπάρια. Μετά δε τούτο κλίνουν την κεφαλήν και λέγει ο ιερεύς μυστικώς την επομένην ευχήν: “Κύριε, εξαπόστειλον την χείρα Σου εξ ύψους κατοικητηρίου Σου, και ενίσχυσόν με εις την προκειμένην διακονίαν Σου^ ίνα, ακατακρίτως παραστάς τω φοβερώ Σου βήματι, την αναίμακτον ιερουργίαν επιτελέσω. Ότι Σου εστιν η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν”. Με αυτήν ο ιερεύς ζητεί την θείαν χάριν και ενίσχυσιν εις το υψηλόν αυτού έργον. Ζητεί να παρασταθή χωρίς ενοχήν και ακατακρίτως ενώπιον της αγίας Τραπέζης και να εκτελέση ευαρέστως ενώπιον του Θεού την θείαν ιερουργίαν.
Πρέπει δε καλώς να σημειωθή ότι όλαι αι προσευχαί πρέπει να λέγωνται με προσοχήν και ευλάβειαν, με επίγνωσιν της εννοίας των. Διότι άλλως οποιαδήποτε προς τον Θεόν προσευχή καταντά τύπος ξηρός. Τοιαύτη δε προσευχή καθόλου δεν δύναται να ελκύση την χάριν και το έλεος του Θεού, ούτε να φέρη ωφέλειαν τινα εις τον προσευχόμενον.
* * *
Μετά τας προσευχάς αυτάς ο ιερεύς και ο διάκονος ενδύονται τα ιερά των άμφια, εις έκαστον από τα οποία λέγουν ωρισμένους στίχους των ψαλμών. Ούτω δε ενδεδυμένοι και οι δύο έρχονται προς το χωνευτήριον και απονίπτουν τας χείρας των, λέγοντες συγχρόνως τους εξής στίχους του Δαβίδ (Ψαλμ. κε’ 6-12).
“Νίψομαι εν αθώοις τας χείρας μου και κυκλώσω το θυσιαστήριόν σου, Κύριε, του ακούσαι με φωνής αινέσεώς σου και διηγήσασθαι πάντα τα θαυμάσιά σου.
“Κύριε, ηγάπησα ευπρέπειαν οίκου σου και τόπον σκηνώματος δόξης σου.
“Μη συναπολέσης μετά ασεβών την ψυχήν μου και μετά ανδρών αιμάτων την ζωήν μου, ων εν χερσίν αι ανομίαι. Η δεξιά αυτών επλήσθη δώρων, εγώ δε εν ακακία μου επορεύθην.
“Λύτρωσαί με, Κύριε, και ελέησόν με. Ο πους μου έστη εν ευθύτητι. Εν εκκλησίαις ευλογήσω σε, Κύριε”.
Η νίψις αυτή των χειρών συμβολίζει την ψυχικήν καθαρότητα από πάσης αμαρτίας, η οποία πρέπει να διακρίνη πάντοτε τους ιερείς και λειτουργούς των θείων μυστηρίων. Και οι στίχοι δε, τους οποίους λέγουν κατά την ώραν αυτήν, αυτό τούτο φανερώνουν^ ότι δηλαδή ο ιερεύς πρέπει να είναι αφωσιωμένος εις τον Θεόν, πλήρης αγάπης προς Αυτόν και πλήρης ζήλου υπέρ της δόξης Του, χωρίς να συμμερίζεται τα φρονήματα και τον βίον των ασεβών και ανόμων ανθρώπων, ειλικρινής και άκακος και απηλλαγμένος από πονηρίας, οπότε και η διακονία του θα είναι κατά πάντα ευάρεστος και ευπρόσδεκτος ενώπιον του Θεού.
Με την νίψιν των χειρών τελειώνει και η προπαρασκευή των λειτουργών δια την τελετήν της Προσκομιδής και της Λειτουργίας.
1) Αρχίζουμε με « Εις το Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.
2) Στη συνέχεια το τρισάγιον « Άγιος ο Θεός... Άγιος Ισχυρός ... Παναγία Τριάς... Πάτερ Ημών...»
3) Κύριε Σ’ ευχαριστώ γι’ αυτήν την Άγια ώρα, που με τα αμαρτωλά μου χέρια με αξιώνεις να ζυμώνω τα Πανάχραντα Δώρα της αγάπης Σου. Σε παρακαλώ κατάπεμψον το Πανάγιό Σου Πνεύμα που ευλογεί όλα τα Μυστήρια της Εκκλησίας, να ευλογήσει και τούτα τα Δώρα για να γίνουν καλά και ευπρόσδεκτα στο Άγιό Σου θυσιαστήριο. Και σε παρακαλώ να τα δεχθής όπως εδέχθης τη θυσία του Άβελ, τη δοξολογία των Ποιμένων, τα δώρα των Μάγων, τα δάκρυα του Πέτρου, και του Ληστού την μετάνοιαν. Και ας με αξιώνεις να σου τα προσφέρω πάντοτε ευσυνείδητα. Αμήν.
4) Δι΄ ευχών των Αγίων Πατέρων Ημών...
Γενικά τινα περί της Προσκομιδής
Η ιερά τελετή της Προσκομιδής τελείται ιδιαιτέρως υπό του λειτουργού ιερέως, παρισταμένου και του διακόνου, όταν υπάρχη τοιούτος. Ως τόπος προς τέλεσιν αυτής χρησιμεύει ιδιαίτερον μικρόν διαμέρισμα, εντός του ιερού, προς τ’ αριστερά της αγίας Τραπέζης, το οποίον ένεκα τούτου ονομάζεται επίσης Προσκομιδή. Όπως δε είπομεν και προηγουμένως (§12), τελείται σήμερον η Προσκομιδή καθ’ ην ώραν ψάλλεται η πρωϊνή ακολουθία του Όρθρου.
Και πρώτον μεν προσάγει ο διάκονος ή ο ιερεύς εις τον ωρισμένον τόπον όλα όσα απαιτούνται δια την ιεράν αυτήν τελετήν. Ποία δε είναι αυτά; Αφ’ ενός άρτος και οίνος, και αφ’ ετέρου τα ιερά σκεύη με τα καλύμματά των. Γίνεται δε χρήσις άρτου και οίνου εις την Προσκομιδήν και την Λειτουργίαν συμφώνως προς ωρισμένην του Κυρίου παραγγελίαν. Διότι ο Κύριος κατά το εσπέρας εκείνο, κατά το οποίον έτρωγε με τους μαθητάς Του το τελευταίον δείπνον, ολίγην ώραν πριν ή παραδοθή εις τον θάνατον του σταυρού, ετέλεσε και παρέδωκεν εις αυτούς το μυστήριον της θείας Ευχαριστίας. Προς τούτο, όπως εξιστορούν οι ιεροί Ευαγγελισταί και ο απ. Παύλος (εις την Α’ προς Κορινθίους επιστολήν του), έλαβεν ο Κύριος άρτον και ηυλόγησε και μετέβαλεν αυτός εις αυτό το Σώμα Του και μετέδωκεν εξ αυτού εις τους μαθητάς Του. Έπειτα έλαβεν εις τας χείρας Του ποτήριον οίνου και ηυλόγησε και μετέβαλε τον οίνον εις αυτό το Αίμα Του και μετέδωκεν εξ αυτού εις τους μαθητάς Του. Παρήγγειλε δε προς αυτούς, “Τούτο ποιείετε εις την εμήν ανάμνησιν” (Λουκ. κβ’ 19, Α’ Κορινθ. ια’ 24, 25). Συμφώνως λοιπόν προς την ωρισμένην αυτήν του Κυρίου παραγγελίαν, η Εκκλησία ημών τελεί το μυστήριον της θείας Ευχαριστίας, και τελεί αυτό όπως ο Κύριος το παρέδωκε, μεταχειριζομένη άρτον και οίνον.
Εκτός του άρτου και του οίνου, εις την Προσκομιδήν και την Λειτουργίαν χρησιμεύουν και ιερά σκεύη, τα οποία είναι τα εξής. Πρώτον, το Δισκάριον, εις το οποίον τίθεται ο άγιος άρτος. Δεύτερον, το Ποτήριον, το περιέχον τον οίνον. Τρίτον, μία μικρά λόγχη, εικονίζουσα την λόγχην εκείνην, δια της οποίας “εις των στρατιωτών ένυξεν (εκέντησε) την πλευράν του Σωτήρος Χριστού” επί του σταυρού. Τέταρτον, ο σταυρωθείς αστερίσκος, ο οποίος τίθεται επάνω από το δισκάριον^ και πέμπτον, η αγία λαβίς, δια της οποίας μεταδίδεται εις τους πιστούς το Σώμα και το Αίμα του Σωτήρος Χριστού.
Τα σκεύη αυτά με τα καλύμματά των αποτίθενται εις την τράπεζαν της Προσκομιδής. Μαζή δε με αυτά φέρει ο διάκονος ή ο ιερεύς και τον άρτον, ο οποίον ονομάζεται και προσφορά, επειδή προσφέρεται ως δώρον ενώπιον του Θεού, επίσης δε και οίνον και ύδωρ.
Αφού συγκεντρωθούν τοιουτοτρόπως όλα τα απαιτούμενα δια την Προσκομιδήν, γίνεται έναρξις της ιεράς αυτής τελετής. Διακρίνομεν δε εις την Προσκομιδήν τα εξής κύρια σημεία. Πρώτον, την προπαρασκευήν των λειτουργών^ δεύτερον, την ετοιμασίαν του αμνού και του ποτηρίου^ τρίτον, τας μνημονεύσεις^ και τέταρτον, την θυμίασιν και απόλυσιν. Περί ενός εκάστου από αυτά θα είπωμεν τώρα με συντομίαν.
Η προπαρασκευή των λειτουργών
Και πρώτον ο ιερεύς μετά του διακόνου, όταν υπάρχη τοιούτος, προπαρασκευάζουν εαυτούς δια την ιεράν διακονίαν της θείας Λειτουργίας. Γίνεται δε η προπαρασκευή με προσευχήν κατάλληλον, μετά την οποίαν ο ιερεύς και ο διάκονος ενδύονται τα ιερά των άμφια.
Και η μεν προσευχή αρχίζει με την ευλογίαν του ονόματος του Θεού, με την οποίαν αρχίζει και πάσα εν γένει ιερά τελετή. Εις την προτροπήν του διακόνου “Ευλόγησον, Δέσποτα”, ο ιερεύς απαντά^ “Ευλογητός ο Θεός ημών πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων”. Η σύντομος αυτή δοξολογία, την οποίαν προσφέρομεν εις την άπειρον μεγαλωσύνην του ουρανίου Πατρός, εκφράζει ότι ο Ύψιστος Θεός είναι άξιος να προσκυνήται και να δοξάζεται και να ευλογήται από τα λογικά Του κτίσματα. Είναι άξιος να προσκυνήται και να ευλογήται διαρκώς και ακαταπαύστως, και τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνας των αιώνων.
Μετά τούτο ο διάκονος ή ο ιερεύς λέγει την θαυμασίαν εκείνην προσευχήν, η οποία είναι εις πάντας γνωστή. “Βασιλεύ ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός, ελθέ και σκήνωσον εν ημίν, και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος και σώσον, αγαθέ, τας ψυχάς ημών”. Η προσευχή αυτή αναφέρεται εις το Άγιον Πνεύμα, το τρίτον πρόσωπον της αγίας Τριάδος. Το Άγιον Πνεύμα ονομάζεται “πνεύμα της αληθείας”, διότι είναι Θεός αληθινός και διότι φωτίζει και ενισχύει και οδηγεί τον άνθρωπον εις πάσαν την αλήθειαν (Ιωάν. ιστ’ 13). Ως Θεός το Άγιον Πνεύμα είναι βασιλεύς ουράνιος και είναι παρών πανταχού και γεμίζει τα πάντα με την θείαν Αυτού παρουσίαν και ευλογίαν. Επικαλούμεθα δε το Άγιον Πνεύμα, διότι εις αυτό υπάρχει και δι’ αυτού χορηγείται και δίδεται ο θησαυρός των θείων αγαθών και η κατά το θέλημα του Θεού ζωή, καθώς και η μακαρία ζωή του μέλλοντος. Και ενταύθα ζητεί ο λειτουργός, υπέρ εαυτού και υπέρ του λαού, όπως η χάρις του Πνεύματος του Αγίου έλθη και κατοικήση εντός ημών και καθαρίση ημάς από πάσαν εκ της αμαρτίας ακαθαρσίαν και οδηγήση τας ψυχάς μας εν τη αγαθότητί Του εις την αιώνιον σωτηρίαν.
Μετά την προσευχήν αυτήν ο διάκονος ή ο ιερεύς λέγουν εκ τρίτου τον τρισάγιον ύμνον, “Άγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς”, και έπειτα από αυτόν την σύντομον δοξολογίαν “Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι” κλπ. και ακολούθως την γνωστήν προσευχήν προς την αγίαν Τριάδα. “Παναγία Τριάς, ελέησον ημάς. Κύριε, ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών. Δέσποτα, συγχώρησον τας ανομίας ημίν. Άγιε, επίσκεψαι και ίασαι τας ασθενείας ημών ένεκεν του ονόματός Σου. Κύριε, ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον”. Με την δέησιν αυτήν ζητούμεν από την αγίαν Τριάδα έλεος και συγχώρησιν δια τας ανομίας ημών, καθαρισμόν από πάσης αμαρτίας, ενίσχυσιν εις την εργασίαν του αγαθού και απαλλαγήν από πάσης κακίας και ελαττώματος της ψυχής. Μετά την δέησιν αυτήν επακολουθεί και πάλιν το “Δόξα Πατρί” και η Κυριακή προσευχή “Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς” κλπ., η οποία καταλήγει εις δοξολογίαν προς την άπειρον μεγαλωσύνην και δύναμιν του εν Τριάδι Θεού, τουτέστι το: “Ότι σου εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν”.
* * *
Εις τας προσευχάς αυτάς ο ιερεύς και ο διάκονος προσθέτουν και μερικά τροπάρια, με τα οποία ζητούν επίσης την χάριν και το έλεος του Θεού, και μετά τούτο ασπάζονται την εικόνα του Σωτήρος Χριστού, της Θεοτόκου και των Αγίων, λέγοντες τα ωρισμένα δι’ εκάστην τροπάρια. Μετά δε τούτο κλίνουν την κεφαλήν και λέγει ο ιερεύς μυστικώς την επομένην ευχήν: “Κύριε, εξαπόστειλον την χείρα Σου εξ ύψους κατοικητηρίου Σου, και ενίσχυσόν με εις την προκειμένην διακονίαν Σου^ ίνα, ακατακρίτως παραστάς τω φοβερώ Σου βήματι, την αναίμακτον ιερουργίαν επιτελέσω. Ότι Σου εστιν η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν”. Με αυτήν ο ιερεύς ζητεί την θείαν χάριν και ενίσχυσιν εις το υψηλόν αυτού έργον. Ζητεί να παρασταθή χωρίς ενοχήν και ακατακρίτως ενώπιον της αγίας Τραπέζης και να εκτελέση ευαρέστως ενώπιον του Θεού την θείαν ιερουργίαν.
Πρέπει δε καλώς να σημειωθή ότι όλαι αι προσευχαί πρέπει να λέγωνται με προσοχήν και ευλάβειαν, με επίγνωσιν της εννοίας των. Διότι άλλως οποιαδήποτε προς τον Θεόν προσευχή καταντά τύπος ξηρός. Τοιαύτη δε προσευχή καθόλου δεν δύναται να ελκύση την χάριν και το έλεος του Θεού, ούτε να φέρη ωφέλειαν τινα εις τον προσευχόμενον.
* * *
Μετά τας προσευχάς αυτάς ο ιερεύς και ο διάκονος ενδύονται τα ιερά των άμφια, εις έκαστον από τα οποία λέγουν ωρισμένους στίχους των ψαλμών. Ούτω δε ενδεδυμένοι και οι δύο έρχονται προς το χωνευτήριον και απονίπτουν τας χείρας των, λέγοντες συγχρόνως τους εξής στίχους του Δαβίδ (Ψαλμ. κε’ 6-12).
“Νίψομαι εν αθώοις τας χείρας μου και κυκλώσω το θυσιαστήριόν σου, Κύριε, του ακούσαι με φωνής αινέσεώς σου και διηγήσασθαι πάντα τα θαυμάσιά σου.
“Κύριε, ηγάπησα ευπρέπειαν οίκου σου και τόπον σκηνώματος δόξης σου.
“Μη συναπολέσης μετά ασεβών την ψυχήν μου και μετά ανδρών αιμάτων την ζωήν μου, ων εν χερσίν αι ανομίαι. Η δεξιά αυτών επλήσθη δώρων, εγώ δε εν ακακία μου επορεύθην.
“Λύτρωσαί με, Κύριε, και ελέησόν με. Ο πους μου έστη εν ευθύτητι. Εν εκκλησίαις ευλογήσω σε, Κύριε”.
Η νίψις αυτή των χειρών συμβολίζει την ψυχικήν καθαρότητα από πάσης αμαρτίας, η οποία πρέπει να διακρίνη πάντοτε τους ιερείς και λειτουργούς των θείων μυστηρίων. Και οι στίχοι δε, τους οποίους λέγουν κατά την ώραν αυτήν, αυτό τούτο φανερώνουν^ ότι δηλαδή ο ιερεύς πρέπει να είναι αφωσιωμένος εις τον Θεόν, πλήρης αγάπης προς Αυτόν και πλήρης ζήλου υπέρ της δόξης Του, χωρίς να συμμερίζεται τα φρονήματα και τον βίον των ασεβών και ανόμων ανθρώπων, ειλικρινής και άκακος και απηλλαγμένος από πονηρίας, οπότε και η διακονία του θα είναι κατά πάντα ευάρεστος και ευπρόσδεκτος ενώπιον του Θεού.
Με την νίψιν των χειρών τελειώνει και η προπαρασκευή των λειτουργών δια την τελετήν της Προσκομιδής και της Λειτουργίας.
Πρόσφορο – Λειτουργιά
Υλικά:
5 κούπες αλεύρι σκληρό
15 γρ. νωπή μαγιά ή 1,5 κουταλάκι ξηρή εμείς βάζουμε προζύμι
2 κούπες νερό (χλιαρό)
1 κουταλάκι του γλυκού αλάτι
1 κερί
1 ειδική σφραγίδα για πρόσφορα, ξύλινη ή πλαστική
5 κούπες αλεύρι σκληρό
15 γρ. νωπή μαγιά ή 1,5 κουταλάκι ξηρή εμείς βάζουμε προζύμι
2 κούπες νερό (χλιαρό)
1 κουταλάκι του γλυκού αλάτι
1 κερί
1 ειδική σφραγίδα για πρόσφορα, ξύλινη ή πλαστική
Α’) Εκτέλεση:
Ανάβουμε το κερί και το τοποθετούμε σε ένα κηροπήγιο (ή άδειο ποτήρι) δίπλα στο χώρο όπου θα παρασκευάσουμε το πρόσφορο. Σε μισή κούπα νερό, διαλύουμε καλά τη μαγιά. Σε μια λεκάνη ρίχνουμε το αλεύρι και το αλάτι, ανοίγοντας με το χέρι μας μια λακουβίτσα στο κέντρο. Εκεί ρίχνουμε τη διαλυμένη μαγιά καθώς και το υπόλοιπο νερό. Ζυμώνουμε καλά και προσθέτουμε νερό ή αλεύρι ανάλογα με το αν η ζύμη μας είναι σφιχτή ή αραιή. Αλευρώνουμε καλά δύο ταψάκια, χωρίζουμε τη ζύμη στα δύο, την πλάθουμε σε 2 μπάλες και την βάζουμε μέσα στα ταψάκια. Αλευρώνουμε τη σφραγίδα και την πατάμε δυνατά και σταθερά πάνω από τη ζύμη. Ανασηκώνουμε τη μία πλευρά της να πάρει αέρα και έπειτα ολόκληρη. Τέλος τρυπάμε με μια οδοντογλυφίδα στα 12 σημεία που τέμνονται οι γραμμές της σφραγίδας. Τυλίγουμε με καθαρό πανί τα ταψάκια και τα αφήνουμε σε ζεστό μέρος μέχρι να φουσκώσει η ζύμη. Όταν ετοιμαστούν τα ψήνουμε στους 220 για 40 περίπου λεπτά.
Β’) ΠΡΟΣΕΥΧΗ
(Μπορεί να λέγεται την ώρα της προετοιμασίας για την ζύμωση της προσφοράς)
1) Αρχίζουμε με « Εις το Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.
2) Στη συνέχεια το τρισάγιον « Άγιος ο Θεός... Άγιος Ισχυρός ... Παναγία Τριάς... Πάτερ Ημών...»
3) Κύριε Σ’ ευχαριστώ γι’ αυτήν την Άγια ώρα, που με τα αμαρτωλά μου χέρια με αξιώνεις να ζυμώνω τα Πανάχραντα Δώρα της αγάπης Σου. Σε παρακαλώ κατάπεμψον το Πανάγιό Σου Πνεύμα που ευλογεί όλα τα Μυστήρια της Εκκλησίας, να ευλογήσει και τούτα τα Δώρα για να γίνουν καλά και ευπρόσδεκτα στο Άγιό Σου θυσιαστήριο. Και σε παρακαλώ να τα δεχθής όπως εδέχθης τη θυσία του Άβελ, τη δοξολογία των Ποιμένων, τα δώρα των Μάγων, τα δάκρυα του Πέτρου, και του Ληστού την μετάνοιαν. Και ας με αξιώνεις να σου τα προσφέρω πάντοτε ευσυνείδητα. Αμήν.
(Eναλλακτικά μπορεί να λέει συνεχώς την ευχή "Κυριε Ιησού Χριστέ έλέησον με, τον αμαρτωλό")
4) Δι΄ ευχών των Αγίων Πατέρων Ημών...
Η αξία της προσκομιδής
Η ΘΕΙΑ χάρη, πού αναβλύζει από την αναίμακτη θυσία, προσφέρεται όχι μόνο στους ζωντανούς, αλλά και στους νεκρούς. Γι' αυτό οι λειτουργοί δεν παύουν να δέονται όχι μόνο «υπέρ υγείας», αλλά και «υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των κεκοιμημένων δούλων του Θεού».
Όσο περισσότερη είναι ή πίστη και ή αγάπη των ιερέων, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο κατάλογος των ονομάτων, πού μνημονεύουν στην προσκομιδή.
Ο παπα-Σάββας ο πνευματικός, μία οσιακή αθωνίτικη μορφή (1821-1908), φαινόταν, με το μικροσκοπικό του σώμα ένας άσημος καλόγερος.
Όταν όμως λειτουργούσε, φαινόταν μεγαλοπρεπής και το πρόσωπό του έλαμπε σαν πρόσωπο αγγέλου. Στην προσκομιδή, μνημόνευε ονόματα «Ων ουκ εστίν αριθμός».
Χρησιμοποιούσε ένα πολύ μεγάλο δισκάριο, και για δύο-τρεις ώρες έβγαζε μερίδες και μνημόνευε ακατάπαυστα. Άγιε πνευματικέ, πολύ κουράζεσαι με τόσα ονόματα, του έλεγαν από αγάπη μερικοί πατέρες. Δεν κουράζομαι, απαντούσε εκείνος. Αντίθετα, αισθάνομαι μεγάλη χαρά. Ωφελούνται πολύ οι μνημονευόμενοι. Η ωφέλειά τους είναι χαρά μου.
Νέος ακόμα ιερέας ο παπα-Σάββας δέχτηκε κάποια αποκάλυψη, με την οποία ο Θεός του φανέρωσε τη μεγάλη ωφέλεια που αποκομίζουν οι ψυχές από τη μνημόνευση. Την κατέγραψε, λίγο πριν την κοίμησή του, σαν απάντηση σε εκείνους που τον ρωτούσαν για ποιο λόγο μνημόνευε καθημερινά τόσα ονόματα. Το 1843, έγραφε, μου έδωσαν αρκετά ονόματα, για να κάνω σαρανταλείτουργο. Τη μέρα που θα τελούσα την τελευταία λειτουργία, περιμένοντας το γέροντά μου να πάρω καιρό, αποκοιμήθηκα ακουμπώντας στο αναλόγιο και είδα το έξης αποκαλυπτικό όνειρο:
Ήμουν φορεμένος την ιερατική στολή και στεκόμουν μπροστά στην αγία τράπεζα, πάνω στην οποία βρισκόταν ο άγιος δίσκος της λειτουργίας, γεμάτος με το Αίμα του Χριστού.
Βλέπω τότε άγγελο Κυρίου με μορφή ιερέως να παίρνει το χαρτί με τα ονόματα από την προσκομιδή και να πλησιάζει στην αγία τράπεζα. Εκεί, αφού έβαλε το χαρτί κοντά στον άγιο δίσκο, βουτάει τη λαβίδα στο Αίμα του Χριστού και σβήνει ένα όνομα, και πάλι βουτάει και σβήνει, μέχρι που τελείωσαν όλα τα ονόματα και καθάρισε το χαρτί.
Μετά τη Θεία Λειτουργία ανέφερα το όνειρο στο γέροντά μου κι εκείνος μου είπε:
Εσύ δεν είσαι άξιος για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες εκείνων, που μνημόνευσες. Με την πίστη έλαβαν την άφεση των αμαρτιών τους.
Αυτό το όνειρο είναι η αιτία που μνημονεύω τα ονόματα όλων" .
Σαρανταλείτουργο « υπέρ αναπαύσεως»
Ο ΓΕΡΟ-ΔΑΝΙΗΛ ο αγιορείτης (1929), ο σοφός ησυχαστής των Κατουνακίων, έχει καταχωρισμένο ατά χειρόγραφά του και το ακόλουθο περιστατικό, πού συνέβη το 1869 στην πατρίδα του, τη Σμύρνη.
Κάποιος ενάρετος χριστιανός κάλεσε στα τελευταία της ζωής του τον πνευματικό του παπα-Δημήτρη και του είπε: Εγώ σήμερα πεθαίνω. Πες μου, σε παρακαλώ, τι πρέπει να κάνω την κρίσιμη τούτη ώρα; Ο ιερέας, γνωρίζοντας την αρετή του και τη μυστηριακή προετοιμασία του, του πρότεινε το έξης: Δώσε εντολή να σου κάνουν μετά το θάνατό σου τακτικό σαρανταλείτουργο σ’ ένα εξωκλήσι.
'Έτσι κι έγινε. Ό κυρ-Δημήτρης - αυτό ήταν το όνομά του - άφησε εντολή στο γιο του να κάνει μετά την κοίμησή του, σαρανταλείτουργο.
Κι εκείνος, υπακούοντας στην τελευταία επιθυμία του καλού του πατέρα, ανέθεσε χωρίς καθυστέρηση την εκτέλεση της στον παπα-Δημήτρη.
Ο σεμνός λευίτης δέχτηκε να κάνει το σαρανταλείτουργο, που ο ίδιος είχε προτείνει στο μακαρίτη, και αποσύρθηκε για όλο αυτό το διάστημα στο εξωκλήσι των αγίων Αποστόλων.
Οι τριάντα εννέα λειτουργίες έγιναν απρόσκοπτα. Η τελευταία έπρεπε να γίνει ημέρα Κυριακή. Το βράδυ όμως του Σαββάτου πιάνει τον παπά ένας δυνατός πονόδοντος και τον αναγκάζει να επιστρέψει στο σπίτι του.
Η πρεσβυτέρα του πρότεινε να βγάλει το δόντι, μα εκείνος αρνήθηκε, γιατί έπρεπε την επόμενη να τελέσει την τελευταία Λειτουργία. Τα μεσάνυχτα ο πόνος κορυφώθηκε, και τελικά ο παπάς αναγκάστηκε να βγάλει το δόντι. Επειδή όμως παρουσιάστηκε αιμορραγία, ανέβαλε την τελευταία Λειτουργία, για τη Δευτέρα.
Στο μεταξύ, το απόγευμα του Σαββάτου, ο Γεώργιος, ο γιος του μακαριστού Δημητρίου, ετοίμασε μερικά χρήματα για τον κόπο του ιερέα, με σκοπό να του τα δώσει την επόμενη μέρα. Τα μεσάνυχτα ξύπνησε για να προσευχηθεί. 'Ανακάθισε στο κρεβάτι κι άρχισε να φέρνει στο νου του τις αρετές, τα χαρίσματα και τα σοφά λόγια του πατέρα του. Κάποια στιγμή πέρασε απ' το μυαλό του ή ακόλουθη σκέψη: "Άραγε ωφελούν τα σαρανταλείτουργα τις ψυχές των κεκοιμημένων, ή τα καθιέρωσε ή εκκλησία για παρηγοριά των ζώντων;" Τότε ακριβώς τον πήρε ένας ελαφρός ύπνος, και είδε πώς βρέθηκε σε μια πεδιάδα με ομορφιά απερίγραπτη. Ένιωθε ανάξιο τον εαυτό του να βρίσκεται σε τέτοιον ιερό και παραδεισένιο χώρο. Μπροστά του απλωνόταν ένα απέραντο και κατάφυτο περιβόλι, που μοσχοβολούσε με μίαν ανέκφραστη ευωδία.
Αυτός οπωσδήποτε θα είναι ο παράδεισος!", μονολόγησε. ""Ω, τι μακαριότητα περιμένει όσους ζουν ενάρετα στη γη!"
Εξετάζοντας έκπληκτος τα υπερκόσμια κάλλη, είδε ένα λαμπρό ανάκτορο με έξοχη αρχιτεκτονική χάρη, ενώ οι τοίχοι του έλαμπαν απ' τα διαμάντια και το χρυσάφι. "Η αμορφία του ήταν ανέκφραστη.
Πλησιάζει πιο κοντά, και τότε - τι χαρά! - βλέπει στην πόρτα του παλατιού τον πατέρα του ολοφώτεινο και λαμπροφορεμένο.
Πώς βρέθηκες εδώ, παιδί μου; τον ρωτάει με πραότητα και στοργή. Ούτε κι εγώ ξέρω, πατέρα. Καταλαβαίνω πώς δεν είμαι άξιος γι' αυτόν τον τόπο. 'Αλλά πες μου, πως τα περνάς εδώ; πως ήρθες; Τίνος είναι αυτό το παλάτι;
Η φιλανθρωπία του ΣΩΤΗΡΟΣ Χριστού με τις πρεσβείες της Παναγίας, που της είχα ιδιαίτερη ευλάβεια, με αξίωσε να καταταχθώ σ' αυτό το μέρος. "Ήταν μάλιστα νά μπω σήμερα μέσα στο παλάτι ο οικοδόμος όμως, πού το χτίζει, πέρασε μία ταλαιπωρία- έβγαλε απόψε το δόντι του - κι έτσι δεν τέλειωσαν οι σαράντα μέρες της οικοδομής του. Για το λόγο αυτό θα μπω αύριο.
'Ύστερα απ' αυτά ο Γεώργιος ξύπνησε δακρυσμένος και έκπληκτος, αλλά και με απορίες.
Πέρασε την υπόλοιπη νύχτα αναπέμποντας αίνους και δοξολογίες ατό Θεό. το πρωί, μετά τη θεία λειτουργία, πήρε πρόσφορα, νάμα και αγνό κερί και ξεκίνησε για το εξωκλήσι των αγίων Απόστολων. ο παπα-Δημήτρης τον υποδέχθηκε με χαρά:
Τώρα μόλις τελείωσα κι εγώ τη θεία λειτουργία. 'Έτσι ολοκληρώθηκε το σαρανταλείτουργο. Αυτό το είπε για να μην τον λυπήσει. Ο επισκέπτης τότε του διηγήθηκε το νυχτερινό του δράμα.
Όταν έφτασε στο σημείο που ο πατέρας του δεν μπήκε στο παλάτι, γιατί ο οικοδόμος έβγαλε το δόντι του, ο παπα-Δημήτρης ένιωσε φρίκη, αλλά και θαυμασμό.
Εγώ είμαι, αγαπητέ μου, ο οικοδόμος πού εργάστηκε στην οικοδομή του παλατιού, είπε με χαρά. Σήμερα δεν λειτούργησα, γιατί έβγαλα το δόντι μου. θα λειτουργήσω όμως τη Δευτέρα, κι έτσι θα ολοκληρώσω το πνευματικό παλάτι του πατέρα σου.
Η ακαταμάχητη δύναμη
ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΣ μητροπολίτης Αργολίδος Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος ( 1985) υπηρέτησε ως στρατιωτικός ιερέας στην ' Αλβανία, κατά τον ελληνοιταλικό πόλεμο του' 40. Οι μαρτυρίες πού ακολουθούν είναι από το προσωπικό του ημερολόγιο και από προφορικές διηγήσεις του. Αποδεικνύουν, πώς η Θεία Κοινωνία ήταν μεγάλη δύναμη, που θωράκιζε τούς 'Έλληνες αγωνιστές στο μέτωπο.
…..9 Μαρτίου 1940. Ήμέρα Κυριακή. Κυριακή της 'Ορθοδοξίας και μνήμη των αγίων Σαράντα.
στο μέτωπο της Αλβανίας είναι παρών ο ίδιος ο Μουσολίνι και κατευθύνει προσωπικά την περίφημη εαρινή επίθεση. Νιώθω μία ψυχική αγαλλίαση, συνδυασμένη με έντονη νευρικότητα.
Ενώ δηλαδή νωρίς το πρωί ετοιμαζόμασταν για νά τελέσουμε στο σπίτι πού μέναμε τη θεία λειτουργία, ξαφνικά άρχισε καταιγισμός πυρός από όλμους του αντίπαλου πυροβολικού.
Παππούλη μου, μου λέει δ διοικητής, πώς να κάνουμε σήμερα λειτουργία;
Σήμερα ακριβώς επιβάλλεται νά λειτουργήσουμε, απάντησα εγώ, για νά μπούμε κάτω από την προστασία του Θεού. Ό διοικητής τελικά υποχώρησε, κι έτσι απολαύσαμε τη θεία μυσταγωγία με μία ωραία χορωδία από τούς στρατιώτες, ενώ ο γύρω χώρος είχε μεταβληθεί σε κόλαση φωτιάς.
Στη λειτουργία αυτή ζήσαμε τη θαυμαστή παρουσία του Χριστού.
Δυο φορές στη διάρκειά της οβίδες πυροβολικού έγλειψαν την άκρη του τοίχου του σπιτιού μας, έπεσαν στον απέναντι χώρο και βυθίστηκαν στο χώμα χωρίς να εκραγούν.
Αν έσκαζαν, θα σκοτωνόμασταν όλοι μέσα στο σπίτι... Τη μέρα αυτή κοινώνησαν ο υποδιοικητής, ο υπασπιστής και πολλοί στρατιώτες του συντάγματος.
Τελειώνοντας όμως τη λειτουργία, ένα θλιβερό γεγονός ήρθε να μας δώσει ένα καλό μάθημα.
Μερικοί στρατιώτες, αντί να έρθουν να λειτουργηθούν, προτίμησαν να προφυλαχθούν μέσα σ' ένα υπόγειο χαράκωμα.
Κι ενώ ο τόπος αυλακωνόταν από τις οβίδες, μία απ' αυτές έπεσε μέσα στο χαράκωμα, σκότωσε τέσσερις άνδρες και τραυμάτισε άλλους τρεις. Ο ένας μάλιστα βρέθηκε αποκεφαλισμένος...
Την Κυριακή, στις 30 Μαρτίου του '41, ξεκίνησα πολύ πρωί για το πρώτο τάγμα, όπου λειτούργησα και κήρυξα.
Κοινώνησαν γύρω στους πεντακόσιους άνδρες. το χέρι μου πιάστηκε και πονούσε φοβερά από τη συνεχή μετάδοση της θείας Κοινωνίας. .
Άλλοτε πάλι αναγκάστηκα νά λειτουργήσω γονατιστός σε αντίσκηνο, γιατί έξω έβρεχε συνεχώς.
Οι στρατιώτες παρακολούθησαν τη θεία λειτουργία μέσα Στη βροχή, και στο τέλος κοινώνησαν τα άχραντα Μυστήρια. Τι συγκινητικό θέαμα! Μέσα στ' άγρια βουνά, και με βροχή, νά προσέρχονται οι στρατιώτες, για νά ενωθούν με τον Σωτήρα Χριστό.
Η Θεία Λειτουργία και τα σύκα
ΟΤΑΝ ο π. Βενέδικτος Πετράκης (1961) ήταν ιεροκήρυκας στα Γιάννενα, πήγε ένα κυριακάτικο πρωινό νά λειτουργήσει και νά κηρύξει σε κάποια εκκλησία της πόλης.
'Έξω από το ναό είδε έναν άνθρωπο, πού πουλούσε με το καροτσάκι του σύκα.
Σκέπασέ το, ευλογημένε, του λέει, κι έλα μέσα στην εκκλησία νά λειτουργηθείς.
Μετά τη λειτουργία θα τα πουλήσεις όλα.
Παππούλη μου, αποκρίθηκε εκείνος με ύφος θρασύ, εσύ στη δουλειά σου κι εγώ ατή δουλειά μου!
'Έ, καλά... Τότε νά ξέρεις πώς, μέχρι νά τελειώσει ή λειτουργία, όλα θα σκουληκιάσουν, του λέει προφητικά ο γέροντας. Και πράγματι, όλα σκουλήκιασαν και τα πέταξε!
'Όταν μετά τη λειτουργία ο π. Βενέδικτος έβγαινε από την εκκλησία, έτρεξε μετανοημένος και του ζήτησε συγχώρηση.
Ο μέθυσος ιερέας
ΖΕΙ ακόμα ο επίσκοπος πού διηγήθηκε τούτη την ιστορία.
Είναι αληθινή ιστορία κι έχει βαθύ νόημα, γιατί αναφέρεται στην προσευχή των ζώντων για τούς τεθνεώτες. Οι προσευχές αυτές πάντοτε εισακούονται, μα πιο πολύ την ώρα της θείας λειτουργίας.
Η ΘΕΙΑ χάρη, πού αναβλύζει από την αναίμακτη θυσία, προσφέρεται όχι μόνο στους ζωντανούς, αλλά και στους νεκρούς. Γι' αυτό οι λειτουργοί δεν παύουν να δέονται όχι μόνο «υπέρ υγείας», αλλά και «υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των κεκοιμημένων δούλων του Θεού».
Όσο περισσότερη είναι ή πίστη και ή αγάπη των ιερέων, τόσο μεγαλύτερος είναι και ο κατάλογος των ονομάτων, πού μνημονεύουν στην προσκομιδή.
Ο παπα-Σάββας ο πνευματικός, μία οσιακή αθωνίτικη μορφή (1821-1908), φαινόταν, με το μικροσκοπικό του σώμα ένας άσημος καλόγερος.
Όταν όμως λειτουργούσε, φαινόταν μεγαλοπρεπής και το πρόσωπό του έλαμπε σαν πρόσωπο αγγέλου. Στην προσκομιδή, μνημόνευε ονόματα «Ων ουκ εστίν αριθμός».
Χρησιμοποιούσε ένα πολύ μεγάλο δισκάριο, και για δύο-τρεις ώρες έβγαζε μερίδες και μνημόνευε ακατάπαυστα. Άγιε πνευματικέ, πολύ κουράζεσαι με τόσα ονόματα, του έλεγαν από αγάπη μερικοί πατέρες. Δεν κουράζομαι, απαντούσε εκείνος. Αντίθετα, αισθάνομαι μεγάλη χαρά. Ωφελούνται πολύ οι μνημονευόμενοι. Η ωφέλειά τους είναι χαρά μου.
Νέος ακόμα ιερέας ο παπα-Σάββας δέχτηκε κάποια αποκάλυψη, με την οποία ο Θεός του φανέρωσε τη μεγάλη ωφέλεια που αποκομίζουν οι ψυχές από τη μνημόνευση. Την κατέγραψε, λίγο πριν την κοίμησή του, σαν απάντηση σε εκείνους που τον ρωτούσαν για ποιο λόγο μνημόνευε καθημερινά τόσα ονόματα. Το 1843, έγραφε, μου έδωσαν αρκετά ονόματα, για να κάνω σαρανταλείτουργο. Τη μέρα που θα τελούσα την τελευταία λειτουργία, περιμένοντας το γέροντά μου να πάρω καιρό, αποκοιμήθηκα ακουμπώντας στο αναλόγιο και είδα το έξης αποκαλυπτικό όνειρο:
Ήμουν φορεμένος την ιερατική στολή και στεκόμουν μπροστά στην αγία τράπεζα, πάνω στην οποία βρισκόταν ο άγιος δίσκος της λειτουργίας, γεμάτος με το Αίμα του Χριστού.
Βλέπω τότε άγγελο Κυρίου με μορφή ιερέως να παίρνει το χαρτί με τα ονόματα από την προσκομιδή και να πλησιάζει στην αγία τράπεζα. Εκεί, αφού έβαλε το χαρτί κοντά στον άγιο δίσκο, βουτάει τη λαβίδα στο Αίμα του Χριστού και σβήνει ένα όνομα, και πάλι βουτάει και σβήνει, μέχρι που τελείωσαν όλα τα ονόματα και καθάρισε το χαρτί.
Μετά τη Θεία Λειτουργία ανέφερα το όνειρο στο γέροντά μου κι εκείνος μου είπε:
Εσύ δεν είσαι άξιος για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες εκείνων, που μνημόνευσες. Με την πίστη έλαβαν την άφεση των αμαρτιών τους.
Αυτό το όνειρο είναι η αιτία που μνημονεύω τα ονόματα όλων" .
Σαρανταλείτουργο « υπέρ αναπαύσεως»
Ο ΓΕΡΟ-ΔΑΝΙΗΛ ο αγιορείτης (1929), ο σοφός ησυχαστής των Κατουνακίων, έχει καταχωρισμένο ατά χειρόγραφά του και το ακόλουθο περιστατικό, πού συνέβη το 1869 στην πατρίδα του, τη Σμύρνη.
Κάποιος ενάρετος χριστιανός κάλεσε στα τελευταία της ζωής του τον πνευματικό του παπα-Δημήτρη και του είπε: Εγώ σήμερα πεθαίνω. Πες μου, σε παρακαλώ, τι πρέπει να κάνω την κρίσιμη τούτη ώρα; Ο ιερέας, γνωρίζοντας την αρετή του και τη μυστηριακή προετοιμασία του, του πρότεινε το έξης: Δώσε εντολή να σου κάνουν μετά το θάνατό σου τακτικό σαρανταλείτουργο σ’ ένα εξωκλήσι.
'Έτσι κι έγινε. Ό κυρ-Δημήτρης - αυτό ήταν το όνομά του - άφησε εντολή στο γιο του να κάνει μετά την κοίμησή του, σαρανταλείτουργο.
Κι εκείνος, υπακούοντας στην τελευταία επιθυμία του καλού του πατέρα, ανέθεσε χωρίς καθυστέρηση την εκτέλεση της στον παπα-Δημήτρη.
Ο σεμνός λευίτης δέχτηκε να κάνει το σαρανταλείτουργο, που ο ίδιος είχε προτείνει στο μακαρίτη, και αποσύρθηκε για όλο αυτό το διάστημα στο εξωκλήσι των αγίων Αποστόλων.
Οι τριάντα εννέα λειτουργίες έγιναν απρόσκοπτα. Η τελευταία έπρεπε να γίνει ημέρα Κυριακή. Το βράδυ όμως του Σαββάτου πιάνει τον παπά ένας δυνατός πονόδοντος και τον αναγκάζει να επιστρέψει στο σπίτι του.
Η πρεσβυτέρα του πρότεινε να βγάλει το δόντι, μα εκείνος αρνήθηκε, γιατί έπρεπε την επόμενη να τελέσει την τελευταία Λειτουργία. Τα μεσάνυχτα ο πόνος κορυφώθηκε, και τελικά ο παπάς αναγκάστηκε να βγάλει το δόντι. Επειδή όμως παρουσιάστηκε αιμορραγία, ανέβαλε την τελευταία Λειτουργία, για τη Δευτέρα.
Στο μεταξύ, το απόγευμα του Σαββάτου, ο Γεώργιος, ο γιος του μακαριστού Δημητρίου, ετοίμασε μερικά χρήματα για τον κόπο του ιερέα, με σκοπό να του τα δώσει την επόμενη μέρα. Τα μεσάνυχτα ξύπνησε για να προσευχηθεί. 'Ανακάθισε στο κρεβάτι κι άρχισε να φέρνει στο νου του τις αρετές, τα χαρίσματα και τα σοφά λόγια του πατέρα του. Κάποια στιγμή πέρασε απ' το μυαλό του ή ακόλουθη σκέψη: "Άραγε ωφελούν τα σαρανταλείτουργα τις ψυχές των κεκοιμημένων, ή τα καθιέρωσε ή εκκλησία για παρηγοριά των ζώντων;" Τότε ακριβώς τον πήρε ένας ελαφρός ύπνος, και είδε πώς βρέθηκε σε μια πεδιάδα με ομορφιά απερίγραπτη. Ένιωθε ανάξιο τον εαυτό του να βρίσκεται σε τέτοιον ιερό και παραδεισένιο χώρο. Μπροστά του απλωνόταν ένα απέραντο και κατάφυτο περιβόλι, που μοσχοβολούσε με μίαν ανέκφραστη ευωδία.
Αυτός οπωσδήποτε θα είναι ο παράδεισος!", μονολόγησε. ""Ω, τι μακαριότητα περιμένει όσους ζουν ενάρετα στη γη!"
Εξετάζοντας έκπληκτος τα υπερκόσμια κάλλη, είδε ένα λαμπρό ανάκτορο με έξοχη αρχιτεκτονική χάρη, ενώ οι τοίχοι του έλαμπαν απ' τα διαμάντια και το χρυσάφι. "Η αμορφία του ήταν ανέκφραστη.
Πλησιάζει πιο κοντά, και τότε - τι χαρά! - βλέπει στην πόρτα του παλατιού τον πατέρα του ολοφώτεινο και λαμπροφορεμένο.
Πώς βρέθηκες εδώ, παιδί μου; τον ρωτάει με πραότητα και στοργή. Ούτε κι εγώ ξέρω, πατέρα. Καταλαβαίνω πώς δεν είμαι άξιος γι' αυτόν τον τόπο. 'Αλλά πες μου, πως τα περνάς εδώ; πως ήρθες; Τίνος είναι αυτό το παλάτι;
Η φιλανθρωπία του ΣΩΤΗΡΟΣ Χριστού με τις πρεσβείες της Παναγίας, που της είχα ιδιαίτερη ευλάβεια, με αξίωσε να καταταχθώ σ' αυτό το μέρος. "Ήταν μάλιστα νά μπω σήμερα μέσα στο παλάτι ο οικοδόμος όμως, πού το χτίζει, πέρασε μία ταλαιπωρία- έβγαλε απόψε το δόντι του - κι έτσι δεν τέλειωσαν οι σαράντα μέρες της οικοδομής του. Για το λόγο αυτό θα μπω αύριο.
'Ύστερα απ' αυτά ο Γεώργιος ξύπνησε δακρυσμένος και έκπληκτος, αλλά και με απορίες.
Πέρασε την υπόλοιπη νύχτα αναπέμποντας αίνους και δοξολογίες ατό Θεό. το πρωί, μετά τη θεία λειτουργία, πήρε πρόσφορα, νάμα και αγνό κερί και ξεκίνησε για το εξωκλήσι των αγίων Απόστολων. ο παπα-Δημήτρης τον υποδέχθηκε με χαρά:
Τώρα μόλις τελείωσα κι εγώ τη θεία λειτουργία. 'Έτσι ολοκληρώθηκε το σαρανταλείτουργο. Αυτό το είπε για να μην τον λυπήσει. Ο επισκέπτης τότε του διηγήθηκε το νυχτερινό του δράμα.
Όταν έφτασε στο σημείο που ο πατέρας του δεν μπήκε στο παλάτι, γιατί ο οικοδόμος έβγαλε το δόντι του, ο παπα-Δημήτρης ένιωσε φρίκη, αλλά και θαυμασμό.
Εγώ είμαι, αγαπητέ μου, ο οικοδόμος πού εργάστηκε στην οικοδομή του παλατιού, είπε με χαρά. Σήμερα δεν λειτούργησα, γιατί έβγαλα το δόντι μου. θα λειτουργήσω όμως τη Δευτέρα, κι έτσι θα ολοκληρώσω το πνευματικό παλάτι του πατέρα σου.
Η ακαταμάχητη δύναμη
ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΣ μητροπολίτης Αργολίδος Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος ( 1985) υπηρέτησε ως στρατιωτικός ιερέας στην ' Αλβανία, κατά τον ελληνοιταλικό πόλεμο του' 40. Οι μαρτυρίες πού ακολουθούν είναι από το προσωπικό του ημερολόγιο και από προφορικές διηγήσεις του. Αποδεικνύουν, πώς η Θεία Κοινωνία ήταν μεγάλη δύναμη, που θωράκιζε τούς 'Έλληνες αγωνιστές στο μέτωπο.
…..9 Μαρτίου 1940. Ήμέρα Κυριακή. Κυριακή της 'Ορθοδοξίας και μνήμη των αγίων Σαράντα.
στο μέτωπο της Αλβανίας είναι παρών ο ίδιος ο Μουσολίνι και κατευθύνει προσωπικά την περίφημη εαρινή επίθεση. Νιώθω μία ψυχική αγαλλίαση, συνδυασμένη με έντονη νευρικότητα.
Ενώ δηλαδή νωρίς το πρωί ετοιμαζόμασταν για νά τελέσουμε στο σπίτι πού μέναμε τη θεία λειτουργία, ξαφνικά άρχισε καταιγισμός πυρός από όλμους του αντίπαλου πυροβολικού.
Παππούλη μου, μου λέει δ διοικητής, πώς να κάνουμε σήμερα λειτουργία;
Σήμερα ακριβώς επιβάλλεται νά λειτουργήσουμε, απάντησα εγώ, για νά μπούμε κάτω από την προστασία του Θεού. Ό διοικητής τελικά υποχώρησε, κι έτσι απολαύσαμε τη θεία μυσταγωγία με μία ωραία χορωδία από τούς στρατιώτες, ενώ ο γύρω χώρος είχε μεταβληθεί σε κόλαση φωτιάς.
Στη λειτουργία αυτή ζήσαμε τη θαυμαστή παρουσία του Χριστού.
Δυο φορές στη διάρκειά της οβίδες πυροβολικού έγλειψαν την άκρη του τοίχου του σπιτιού μας, έπεσαν στον απέναντι χώρο και βυθίστηκαν στο χώμα χωρίς να εκραγούν.
Αν έσκαζαν, θα σκοτωνόμασταν όλοι μέσα στο σπίτι... Τη μέρα αυτή κοινώνησαν ο υποδιοικητής, ο υπασπιστής και πολλοί στρατιώτες του συντάγματος.
Τελειώνοντας όμως τη λειτουργία, ένα θλιβερό γεγονός ήρθε να μας δώσει ένα καλό μάθημα.
Μερικοί στρατιώτες, αντί να έρθουν να λειτουργηθούν, προτίμησαν να προφυλαχθούν μέσα σ' ένα υπόγειο χαράκωμα.
Κι ενώ ο τόπος αυλακωνόταν από τις οβίδες, μία απ' αυτές έπεσε μέσα στο χαράκωμα, σκότωσε τέσσερις άνδρες και τραυμάτισε άλλους τρεις. Ο ένας μάλιστα βρέθηκε αποκεφαλισμένος...
Την Κυριακή, στις 30 Μαρτίου του '41, ξεκίνησα πολύ πρωί για το πρώτο τάγμα, όπου λειτούργησα και κήρυξα.
Κοινώνησαν γύρω στους πεντακόσιους άνδρες. το χέρι μου πιάστηκε και πονούσε φοβερά από τη συνεχή μετάδοση της θείας Κοινωνίας. .
Άλλοτε πάλι αναγκάστηκα νά λειτουργήσω γονατιστός σε αντίσκηνο, γιατί έξω έβρεχε συνεχώς.
Οι στρατιώτες παρακολούθησαν τη θεία λειτουργία μέσα Στη βροχή, και στο τέλος κοινώνησαν τα άχραντα Μυστήρια. Τι συγκινητικό θέαμα! Μέσα στ' άγρια βουνά, και με βροχή, νά προσέρχονται οι στρατιώτες, για νά ενωθούν με τον Σωτήρα Χριστό.
Η Θεία Λειτουργία και τα σύκα
ΟΤΑΝ ο π. Βενέδικτος Πετράκης (1961) ήταν ιεροκήρυκας στα Γιάννενα, πήγε ένα κυριακάτικο πρωινό νά λειτουργήσει και νά κηρύξει σε κάποια εκκλησία της πόλης.
'Έξω από το ναό είδε έναν άνθρωπο, πού πουλούσε με το καροτσάκι του σύκα.
Σκέπασέ το, ευλογημένε, του λέει, κι έλα μέσα στην εκκλησία νά λειτουργηθείς.
Μετά τη λειτουργία θα τα πουλήσεις όλα.
Παππούλη μου, αποκρίθηκε εκείνος με ύφος θρασύ, εσύ στη δουλειά σου κι εγώ ατή δουλειά μου!
'Έ, καλά... Τότε νά ξέρεις πώς, μέχρι νά τελειώσει ή λειτουργία, όλα θα σκουληκιάσουν, του λέει προφητικά ο γέροντας. Και πράγματι, όλα σκουλήκιασαν και τα πέταξε!
'Όταν μετά τη λειτουργία ο π. Βενέδικτος έβγαινε από την εκκλησία, έτρεξε μετανοημένος και του ζήτησε συγχώρηση.
Ο μέθυσος ιερέας
ΖΕΙ ακόμα ο επίσκοπος πού διηγήθηκε τούτη την ιστορία.
Είναι αληθινή ιστορία κι έχει βαθύ νόημα, γιατί αναφέρεται στην προσευχή των ζώντων για τούς τεθνεώτες. Οι προσευχές αυτές πάντοτε εισακούονται, μα πιο πολύ την ώρα της θείας λειτουργίας.
Ο επίσκοπος πού αναφέραμε είχε στην περιοχή του έναν ιερέα, τον παπα-Γιάννη, ευλαβικό και σ' όλους αγαπητό. Μάλιστα στην άγία πρόθεση αργούσε λίγο, γιατί διάβαζε πολλά ονόματα.
Είχε όμως ένα φοβερό ελάττωμα' του άρεσε το κρασί. Όσο καλός ήταν στα καθήκοντά του, τόση αδυναμία είχε στο πιοτό. Πολλοί του έλεγαν νά κόψει αυτό το πάθος, το τόσο αταίριαστο σε λειτουργό του Θεού. Το καταλάβαινε κι ο ίδιος, έκλαιγε με παράπονο, έκανε μερικές προσπάθειες, άλλά σε λίγες μέρες άρχιζε πάλι τα ίδια. Μία μέρα πού είχε πάλι υποκύψει ατό πάθος του, πήγε στην εκκλησία και, όπως ήταν μισοζαλισμένος, έβαλε «Ευλογητός» κι άρχισε τη Θεία Λειτουργία.
Παραχώρησε όμως ο Θεός και κάποια στιγμή παραπάτησε μέσα ατό ιερό, όπότε του έπεσαν από τα χέρια τα τίμια Δώρα. Πάγωσε απ' το φόρο του. 'Έπεσε κάτω κλαίγοντας κι άρχισε νά μαζεύει με τη γλώσσα το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. 'Ένιωθε την ενοχή νά τον πνίγει, γιατί το έπαθε επειδή ήταν ζαλισμένος από το κρασί. Πήγε στον επίσκοπο κι εξομολογήθηκε το φρικτό του αμάρτημα.
Κι εκείνος την άλλη μέρα, ύστερα από πολλή περίσκεψη, κάθισε στο γραφείο του και πήρε την πέννα στο χέρι. Έπρεπε νά κινήσει τη διαδικασία για την καθαίρεση του παπα-Γιάννη, άλλά...
Εκεί πού το χέρι του επισκόπου στεκόταν διστακτικό, βλέπει ξαφνικά σαν σε όραμα νά βγαίνουν μέσ' από τον τοίχο του δωματίου χιλιάδες άνθρωποι. Είχαν μάτια πονεμένα και περνούσαν μπροστά του φωνάζοντας: 'Όχι, Δέσποτα, Μην τιμωρείς τον παπά, Μην τον καθαιρέσεις, συγχώρεσέ τον!
Περνούσαν αμέτρητες στρατιές ανθρώπων, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, καλοντυμένο, τι φτωχοντυμένοι, αληθινό συλλαλητήριο ψυχών. Κι όλοι χειρονομούσαν προς το μέρος του, φώναζαν και παρακαλούσαν επίμονα:όχι, Σεβασμιότατε. Μην το κάνεις αυτό, μη διώξεις τον παπά μας!
Αυτός μας θυμάται και μας βοηθάει σε κάθε λειτουργία, μας λυπάται αληθινά, είναι φίλος μας!
Μην τον καθαιρέσεις! μη! μη! μη!...
Κράτησε αρκετή ώρα αύτή ή οπτασία. Ο επίσκοπος, έκπληκτος, παρακολουθούσε αυτή την ανθρωποθάλασσα νά φωνάζει και νά ικετεύει για τον μέθυσο ιερέα. Κατάλαβε πώς ήταν οι ψυχές των νεκρών πού μνημόνευε ο παπα-Γιάννης όταν λειτουργούσε.
Κι αυτή ή μνημόνευση τους ανακούφιζε πολύ, όσο το νερό τον διψασμένο στην καλοκαιριάτικη ζέστη.
"Νά η χειροπιαστή απόδειξη", σκέφτηκε, "πως οι προσευχές μας αναπαύουν τις ψυχές των νεκρών".
Ύστερα έστειλε και κάλεσε τον ιερέα. δεν μου λες, παπα-Γιάννη, μνημονεύεις πολλά ονόματα
την άγία πρόθεση όταν λειτουργείς; Εκατοντάδες, Σεβασμιότατε, δεν τα έχω μετρήσει. Γιατί το κάνεις αυτό και καθυστερείς τη λειτουργία; τον μάλωσε τάχα ο επίσκοπος. Λυπάμαι πολύ τούς πεθαμένους, γιατί δεν έχουν από αλλού βοήθεια, παρά μόνο από τις ευχές τις εκκλησίας. Γι' αυτό παρακαλώ τον "Ύψιστο νά τούς αναπαύσει. Έχω ένα βιβλίο και γράφω μέσα όλα τα ονόματα πού μου δίνουν για μνημόνευση. Αύτή την τάξη παρέλαβα από τον πατέρα μου, πού, ήταν επίσης παπάς.
Καλά κάνεις, συμφώνησε ο επίσκοπος, έχουν ανάγκη οι ψυχές. Συνέχισε να κρατάς την τάξη αύτή. Πρόσεξε μόνο να μην ξαναμεθύσεις. Από σήμερα δεν θα ξαναβάλεις κρασί ατό στόμα σου. Αυτός είναι ο κανόνας πού σου δίνω. Είσαι συγχωρημένος. Πραγματικά, ο παπα-Γιάννης ελευθερώθηκε οριστικά από το πάθος του πιοτού. Μόνο πού στέκει στην προσκομιδή περισσότερο τώρα, μνημονεύοντας τα ονόματα των «τεθνεώτων».
http://www.psathades.gr/bibliothiki/Paterikon/Thaumata Kai Apokalipseis.htm
Είχε όμως ένα φοβερό ελάττωμα' του άρεσε το κρασί. Όσο καλός ήταν στα καθήκοντά του, τόση αδυναμία είχε στο πιοτό. Πολλοί του έλεγαν νά κόψει αυτό το πάθος, το τόσο αταίριαστο σε λειτουργό του Θεού. Το καταλάβαινε κι ο ίδιος, έκλαιγε με παράπονο, έκανε μερικές προσπάθειες, άλλά σε λίγες μέρες άρχιζε πάλι τα ίδια. Μία μέρα πού είχε πάλι υποκύψει ατό πάθος του, πήγε στην εκκλησία και, όπως ήταν μισοζαλισμένος, έβαλε «Ευλογητός» κι άρχισε τη Θεία Λειτουργία.
Παραχώρησε όμως ο Θεός και κάποια στιγμή παραπάτησε μέσα ατό ιερό, όπότε του έπεσαν από τα χέρια τα τίμια Δώρα. Πάγωσε απ' το φόρο του. 'Έπεσε κάτω κλαίγοντας κι άρχισε νά μαζεύει με τη γλώσσα το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. 'Ένιωθε την ενοχή νά τον πνίγει, γιατί το έπαθε επειδή ήταν ζαλισμένος από το κρασί. Πήγε στον επίσκοπο κι εξομολογήθηκε το φρικτό του αμάρτημα.
Κι εκείνος την άλλη μέρα, ύστερα από πολλή περίσκεψη, κάθισε στο γραφείο του και πήρε την πέννα στο χέρι. Έπρεπε νά κινήσει τη διαδικασία για την καθαίρεση του παπα-Γιάννη, άλλά...
Εκεί πού το χέρι του επισκόπου στεκόταν διστακτικό, βλέπει ξαφνικά σαν σε όραμα νά βγαίνουν μέσ' από τον τοίχο του δωματίου χιλιάδες άνθρωποι. Είχαν μάτια πονεμένα και περνούσαν μπροστά του φωνάζοντας: 'Όχι, Δέσποτα, Μην τιμωρείς τον παπά, Μην τον καθαιρέσεις, συγχώρεσέ τον!
Περνούσαν αμέτρητες στρατιές ανθρώπων, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, καλοντυμένο, τι φτωχοντυμένοι, αληθινό συλλαλητήριο ψυχών. Κι όλοι χειρονομούσαν προς το μέρος του, φώναζαν και παρακαλούσαν επίμονα:όχι, Σεβασμιότατε. Μην το κάνεις αυτό, μη διώξεις τον παπά μας!
Αυτός μας θυμάται και μας βοηθάει σε κάθε λειτουργία, μας λυπάται αληθινά, είναι φίλος μας!
Μην τον καθαιρέσεις! μη! μη! μη!...
Κράτησε αρκετή ώρα αύτή ή οπτασία. Ο επίσκοπος, έκπληκτος, παρακολουθούσε αυτή την ανθρωποθάλασσα νά φωνάζει και νά ικετεύει για τον μέθυσο ιερέα. Κατάλαβε πώς ήταν οι ψυχές των νεκρών πού μνημόνευε ο παπα-Γιάννης όταν λειτουργούσε.
Κι αυτή ή μνημόνευση τους ανακούφιζε πολύ, όσο το νερό τον διψασμένο στην καλοκαιριάτικη ζέστη.
"Νά η χειροπιαστή απόδειξη", σκέφτηκε, "πως οι προσευχές μας αναπαύουν τις ψυχές των νεκρών".
Ύστερα έστειλε και κάλεσε τον ιερέα. δεν μου λες, παπα-Γιάννη, μνημονεύεις πολλά ονόματα
την άγία πρόθεση όταν λειτουργείς; Εκατοντάδες, Σεβασμιότατε, δεν τα έχω μετρήσει. Γιατί το κάνεις αυτό και καθυστερείς τη λειτουργία; τον μάλωσε τάχα ο επίσκοπος. Λυπάμαι πολύ τούς πεθαμένους, γιατί δεν έχουν από αλλού βοήθεια, παρά μόνο από τις ευχές τις εκκλησίας. Γι' αυτό παρακαλώ τον "Ύψιστο νά τούς αναπαύσει. Έχω ένα βιβλίο και γράφω μέσα όλα τα ονόματα πού μου δίνουν για μνημόνευση. Αύτή την τάξη παρέλαβα από τον πατέρα μου, πού, ήταν επίσης παπάς.
Καλά κάνεις, συμφώνησε ο επίσκοπος, έχουν ανάγκη οι ψυχές. Συνέχισε να κρατάς την τάξη αύτή. Πρόσεξε μόνο να μην ξαναμεθύσεις. Από σήμερα δεν θα ξαναβάλεις κρασί ατό στόμα σου. Αυτός είναι ο κανόνας πού σου δίνω. Είσαι συγχωρημένος. Πραγματικά, ο παπα-Γιάννης ελευθερώθηκε οριστικά από το πάθος του πιοτού. Μόνο πού στέκει στην προσκομιδή περισσότερο τώρα, μνημονεύοντας τα ονόματα των «τεθνεώτων».
http://www.psathades.gr/bibliothiki/Paterikon/Thaumata Kai Apokalipseis.htm
Το όραμα του Ησαΐα: Ο μεγάλος προφήτης της Παλαιάς Διαθήκης, Ησαΐας, είδε σ’ ένα αποκαλυπτικό όραμα τον Θεό να κάθεται σ’ ένα ψηλό θρόνο πλημμυρισμένο από δόξα. Γύρω από το θρόνο στέκονταν άγγελοι που έψελναν: " Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης Σου ".
Ξαφνικά ένας άγγελος παίρνει απ’ το θυσιαστήριο που βρισκόταν εκεί ένα αναμμένο κάρβουνο, το βάζει στο στόμα του Ησαΐα και του λέει: " Αυτό έχει μέσα του τέτοια δύναμη, ώστε θα σε καθαρίσει από κάθε αμαρτία και θα σε κάνει ικανό να ολοκληρώσεις τη μεγάλη σου αποστολή ". Η αποστολή αυτή ήταν να κηρύξει μετάνοια και τον ερχομό του Λυτρωτή, 800 χρόνια πριν έλθει ο Χριστός. Κι ήταν τέτοια η δύναμη που πήρε ο Ησαΐας απ’ τη φωτιά που τον άγγιξε, ώστε κανένα εμπόδιο δεν τον σταμάτησε από το να κηρύξει τη μετάνοια στο σκληρό λαό του Ισραήλ.
Αυτή η εκπληκτική αφήγηση συμβολίζει το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας που μας μεταγγίζει δυνάμεις για τον αγώνα της ζωής. Βέβαια εμείς δεν αγγίζουμε απλώς ένα αναμμένο κάρβουνο, αλλά παίρνουμε μέσα μας τι ίδιο το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.
Ξαφνικά ένας άγγελος παίρνει απ’ το θυσιαστήριο που βρισκόταν εκεί ένα αναμμένο κάρβουνο, το βάζει στο στόμα του Ησαΐα και του λέει: " Αυτό έχει μέσα του τέτοια δύναμη, ώστε θα σε καθαρίσει από κάθε αμαρτία και θα σε κάνει ικανό να ολοκληρώσεις τη μεγάλη σου αποστολή ". Η αποστολή αυτή ήταν να κηρύξει μετάνοια και τον ερχομό του Λυτρωτή, 800 χρόνια πριν έλθει ο Χριστός. Κι ήταν τέτοια η δύναμη που πήρε ο Ησαΐας απ’ τη φωτιά που τον άγγιξε, ώστε κανένα εμπόδιο δεν τον σταμάτησε από το να κηρύξει τη μετάνοια στο σκληρό λαό του Ισραήλ.
Αυτή η εκπληκτική αφήγηση συμβολίζει το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας που μας μεταγγίζει δυνάμεις για τον αγώνα της ζωής. Βέβαια εμείς δεν αγγίζουμε απλώς ένα αναμμένο κάρβουνο, αλλά παίρνουμε μέσα μας τι ίδιο το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.
Ίδρυση του Μυστηρίου: Ο Απ. Παύλος αναφέρει (Α΄ Κορ. 11, 23-26) ότι αυτός που καθιέρωσε και παρέδωσε το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας είναι ο ίδιος ο Κύριος τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου. Ο Χριστός θέλησε να κοινωνούν οι πιστοί το Σώμα και το Αίμα Του για να θυμούνται τη σταυρική Του θυσία και το λυτρωτικό Του θάνατο. Και αυτό να γίνεται συνεχώς μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία.
Η Θ. Ευχαριστία είναι μυστήριο γιατί με τις ευχές του ιερέα κατέρχεται η χάρη του Αγ. Πνεύματος και μεταβάλλει τα φυσικά στοιχεία του ψωμιού και του κρασιού σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Η φύση του ανθρώπου ζυμώνεται με τη θεότητα, ενώνεται μυστηριακά με το Χριστό.
Έτσι εξηγείται η γενναιότητα με την οποία αντιμετώπιζαν οι πρώτοι χριστιανοί τα μαρτύριά τους στα χρόνια των διωγμών. Πριν μπουν στα στάδια για να κατασπαραχθούν από τα άγρια θηρία είχαν κοινωνήσει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού που με χίλιους κινδύνους τους έφερναν στη φυλακή οι διάκονοι της Εκκλησίας.
Η Θ. Ευχαριστία είναι ταυτόχρονα και μια αναίμακτη θυσία κατά την οποία γίνεται πραγματική μεταβολή του ψωμιού και του κρασιού σε Σώμα και Αίμα του Χριστού. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για μια συμβολική ανάμνηση του Σταυρικού Του θανάτου. Ο Κύριος θυσιάζεται πραγματικά για μας κάθε φορά που τελείται Θ. Λειτουργία. Αυτή η θυσία είναι ένα ανεκτίμητο δώρο του Θεού προς εμάς. Γι’ αυτό τα άχραντα μυστήρια λέγονται και Τίμια Δώρα.
Η Θ. Ευχαριστία είναι μυστήριο γιατί με τις ευχές του ιερέα κατέρχεται η χάρη του Αγ. Πνεύματος και μεταβάλλει τα φυσικά στοιχεία του ψωμιού και του κρασιού σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Η φύση του ανθρώπου ζυμώνεται με τη θεότητα, ενώνεται μυστηριακά με το Χριστό.
Έτσι εξηγείται η γενναιότητα με την οποία αντιμετώπιζαν οι πρώτοι χριστιανοί τα μαρτύριά τους στα χρόνια των διωγμών. Πριν μπουν στα στάδια για να κατασπαραχθούν από τα άγρια θηρία είχαν κοινωνήσει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού που με χίλιους κινδύνους τους έφερναν στη φυλακή οι διάκονοι της Εκκλησίας.
Η Θ. Ευχαριστία είναι ταυτόχρονα και μια αναίμακτη θυσία κατά την οποία γίνεται πραγματική μεταβολή του ψωμιού και του κρασιού σε Σώμα και Αίμα του Χριστού. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για μια συμβολική ανάμνηση του Σταυρικού Του θανάτου. Ο Κύριος θυσιάζεται πραγματικά για μας κάθε φορά που τελείται Θ. Λειτουργία. Αυτή η θυσία είναι ένα ανεκτίμητο δώρο του Θεού προς εμάς. Γι’ αυτό τα άχραντα μυστήρια λέγονται και Τίμια Δώρα.
ΣΩΣΤΗ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΠΡΙΝ ΤΗ ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ:
· Νηστεία, προσευχή εξομολόγηση προσεκτική συμπεριφορά, συγχώρεση από τους άλλους, ανάγνωση της ακολουθίας της θείας Μεταλήψεως.
· Καλή διάθεση ( να το θέλουμε κι όχι να μας το επιβάλλουν ).
· Σταθερή απόφαση να γίνουμε όπως μας θέλει ο Χριστός.
· Συχνή προέλευση στο μυστήριο ( γιατί η θ. Κοινωνία είναι για την ψυχή τροφή χωρίς την οποία δεν μπορεί να ζήσει ).
Ο Αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει πως ανάλογα με την προετοιμασία που κάνουμε πριν τη θ. Κοινωνία παίρνουμε και την ανάλογη χάρη.
Βέβαια ποτέ δε γινόμαστε απόλυτα άξιοι για να λάβουμε μέσα μας τον ίδιο το Χριστό. Συνεπώς δεν θα πρέπει να θεωρούμε τη θ. Μετάληψη σαν ανταμοιβή για τις καλές μας πράξεις, αλλά σαν ένα εφόδιο που μας βοηθά στον πνευματικό μας αγώνα.
· Νηστεία, προσευχή εξομολόγηση προσεκτική συμπεριφορά, συγχώρεση από τους άλλους, ανάγνωση της ακολουθίας της θείας Μεταλήψεως.
· Καλή διάθεση ( να το θέλουμε κι όχι να μας το επιβάλλουν ).
· Σταθερή απόφαση να γίνουμε όπως μας θέλει ο Χριστός.
· Συχνή προέλευση στο μυστήριο ( γιατί η θ. Κοινωνία είναι για την ψυχή τροφή χωρίς την οποία δεν μπορεί να ζήσει ).
Ο Αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει πως ανάλογα με την προετοιμασία που κάνουμε πριν τη θ. Κοινωνία παίρνουμε και την ανάλογη χάρη.
Βέβαια ποτέ δε γινόμαστε απόλυτα άξιοι για να λάβουμε μέσα μας τον ίδιο το Χριστό. Συνεπώς δεν θα πρέπει να θεωρούμε τη θ. Μετάληψη σαν ανταμοιβή για τις καλές μας πράξεις, αλλά σαν ένα εφόδιο που μας βοηθά στον πνευματικό μας αγώνα.