Θα μιλήσουμε αργότερα για την εικόνα της Ανάστασης (επίσης και της Γέννησης, που εἰναι πολὐ γνωστή η ερμηνεία της).Πολλές φορές μιλούμε για το διάβολο και η φαντασία μας είναι ανεξέλεγκτη. Ας δούμε τι η παράδοση μας μας λέει σχετικά με την παράστασή του.
ΑΠO TH ΣTIΓMH που «ο δράκων, ο όφις ο μέγας και ο αρχαίος, ο καλούμενος διάβολος και σατανάς, ο πλανών την οικουμένην όλην εβλήθη εις την γην» (Αποκ.12,9-10) μαζί με τους αγγέλους του άρχισε τους δόλιους μετασχηματισμούς του. Από το πρώτο βιβλικό κείμενο που είναι η Γένεση, στην οποία περιέχεται η αφήγηση της εμφάνισης του διαβόλου με μορφή φιδιού στην Εύα με σκοπό να την εξαπατήσει, μέχρι και το τελευταίο βιβλίο που είναι η Αποκάλυψη του Ιωάννη, στην οποία περιγράφεται η δραματική διαμάχη μεταξύ των δυνάμεων του Καλού με τις δυνάμεις του Κακού, πολλές περιπτώσεις συναντώνται τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη, που αφορούν στις πολύμορφες εμφανίσεις του διαβόλου, τον κατ' εξοχήν εκπρόσωπο του Κακού, και στην ποικίλη δράση των δαιμόνων. Τα ευαγγελικά αναγνώσματα, οι προφητικές εξαγγελίες, οι απόκρυφες διηγήσεις, οι πατερικές ομιλίες και τα συναξάρια με τους βίους των αγίων, είναι οι πηγές που τροφοδότησαν την έμπνευση στους ορθόδοξους καλλιτέχνες να δημιουργήσουν τις ποικιλόσχημες απεικονίσεις των κακοποιών όντων. Στις αναφορές αυτές βρίσκονται όλα τα μορφοτυπικά στοιχεία των δαιμόνων από τα πλέον απλά ή φαιδρά, έως τα πλέον φοβερά και αποτρόπαια. Οι εξορκισμοί ειδικότερα αναφέρονται στα ονόματα, στις τάξεις, στον αριθμό, στις κατοικίες, στις μορφές και στις δραστηριότητές τους. Στο απόκρυφο κείμενο «Λόγος του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, όταν απέρειν την Στολήν», περιγράφεται η μάχη μεταξύ των Υιών του Φωτός και των Υιών του Σκότους, στις όχθες της λίμνης του Ιωασαφάτ, μια μάχη που θα έκρινε το μέλλον της ανθρωπότητας. Την εικόνα αυτής της σύγκρουσης μάς δίνει ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά στην Ερμηνεία της Ζωγραφικής Τέχνης: «Εθεώρουν τον Σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα και γύροθεν αυτού τα τάγματα των αγγέλων ιστάμενα μετά φόβου και ο Μιχαήλ ιστάμενος εις το μέσον και δεικνύων τον Χριστόν εις τα άλλα τάγματα λέγει εις χαρτί «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου, δεύτε προσκυνήσωμεν τω βασιλεί ημών Θεώ». Και υποκάτωθεν αυτών βουνά και εν μέσω αυτών χάσμα μέγα και επάνωθεν αυτού τα γράμματα «Ο Τάρταρος». Και το τάγμα του Εωσφόρου κρεμνιζόμενον από τον ουρανόν. Και όσον είναι υψηλότερα άγγελοι λαμπροί κρεμνισμένοι και χαμηλότερα άλλοι άγγελοι μελανοί και παρακάτω άλλοι σκοτεινότεροι, και κατώτερα πάλιν άλλοι ήμισυ δαίμονες και ήμισυ άγγελοι, και άλλοι πάλιν τέλειοι δαίμονες μαύροι και σκοτεινοί, και υποκάτωθεν πάντων, μέσα εις τον Τάρταρον, ο Εωσφόρος διάβολος σκοτεινότερος και αγριώτερος πάντων, κείμενος προύμυτα και βλέπων άνω». Τα αρχαιότερα μορφολογικά στοιχεία των δαιμόνων στηρίχτηκαν στην αγγελική τους σύσταση. Το κακό τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, δεν αντιμετωπίστηκε ως ουσία αυθυπόστατη, αλλά ως αλλοίωση και παραμόρφωση ενός δημιουργήματος του Θεού. Η αρχαιότερη γνωστή απεικόνιση του κακού με μορφή αγγέλου (500 μ.χ) βρίσκεται στην ψηφιδωτή παράσταση της παραβολής της Μέλλουσας Κρίσης στον άγιο Απολλινάριο το Νέο, στη Ραβέννα. Η υιοθέτηση σκουρόχρωμων τόνων στην εικαστική αποτύπωση της φιγούρας του Σατανά, συμβόλιζε την πτώση και την απομάκρυνση από το φως της θεότητας. ΄Oπως γράφει και ο Μ. Ψελλός,τα «λεπτά, αερώδη και άχραντα» σώματά τους μετεβλήθησαν σε «ζοφώδη και άμαυρα και τοις όμμασιν λυπηρά». Η εικονογραφία των δαιμόνων γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη μετά το εικονομαχικό κίνημα, όταν παγιώθηκε πλέον η απεικόνιση του πνευματικού κόσμου στο Βυζάντιο και δόθηκε η δυνατότητα στους καλλιτέχνες, να επεκτείνουν σε δογματικές και θεολογικές αναλύσεις. Η θεολογία της Δύσης επίσης, έδωσε νέες ιδέες και θέματα, καθώς αντιλαμβανόταν με διαφορετικό τρόπο, τη σχέση του ανθρώπου με την αμαρτία και την τιμωρία. Από την εποχή αυτή και μέχρι το 16ο αι. φιλοτεχνήθηκαν στις ορθόδοξες χώρες, οι περισσότερες απεικονίσεις των δαιμόνων. Tύποι δαιμόνων Επειδή κατά τη δημιουργία τους οι δαίμονες συνέστησαν ολόκληρο αγγελικό τάγμα, θεωρήθηκαν από πολλούς πατέρες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς, ότι είναι πολυάριθμοι και διακρίνονται σε ομάδες και τάξεις. Αν και συνιστούν προσωπικές οντότητες, εν τούτοις λαμβάνουν «σχήματα και χρώματα και οποίας αν αυτοί βούλονται μορφάς, ίνα διαπορθμεύσουν ταύτας εις το ανθρώπινον πνεύμα». Τρεις είναι οι βασικοί τύποι δαιμόνων που συναντάμε στη χριστιανική τέχνη, οι οποίοι συγκεντρώνουν όλα τα χαρακτηριστικά που εξυπηρετούν έναν κόσμο, όπου το δαιμονικό στοιχείο επεμβαίνει συνεχώς στην καθημερινή ζωή: ο ανθρωπόμορφος, ο ζωόμορφος και οι μειξογενείς συνθέσεις. Σε όλες τις συνθέσεις των ανθρωπόμορφων δαιμόνων, βασικό χαρακτηριστικό είναι η παραμόρφωση. Η παραμόρφωση του σώματος και της μορφής είναι απαραίτητη, προκειμένου οι καλλιτέχνες να αποδώσουν την εσωτερική διάθεση, τη δραματικότητα των σκηνών, τη μοχθηρία και τον φθόνο των δαιμόνων προς τους ανθρώπους. Η παραμόρφωση παρατηρείται στον υπερτονισμό ή στην παρατοποθέτηση και στην πρόσθεση ή αφαίρεση μέλους του σώματος. Η ζωηρή κίνηση των σωμάτων τους, η οποία επιτυγχάνεται με την κάμψη ή τη στροφή του κορμού και με την άτακτη και αφύσικη κίνηση κάποιου μέλους, δείχνει ψυχική ένταση, άγχος και μια έκδηλη νευρικότητα. Το βλέμμα τους αλλού είναι λοξό, φανερώνοντας μοχθηρία, αλλού συνδυάζεται με ελαφρά σύσπαση των χειλών, δηλώνοντας πονηρία, αλλού οι ρυτίδες του μετώπου εκφράζουν το θυμό και το φθόνο. Πολύ συνηθισμένο στοιχείο είναι τα ανακατεμένα μαλλιά, που φανερώνουν τη σύγχυση στην οποία βρίσκονται και τα σαρκώδη χείλη, που δηλώνουν την ηδονή. «H του μέλανος οδός» Τα συνηθέστερα χρώματα με τα οποία εμφανίζονται οι εικονιζόμενοι δαίμονες είναι τρία: το μαύρο, το χαλκοπράσινο και το ερυθρό. ΄Oπως το λευκό εκφράζει την εσωτερική καθαρότητα και αγνότητα, έτσι και το μαύρο είναι δείγμα ακαθαρσίας και ρύπων. Σε αντίθεση με το λευκό, το μαύρο δηλώνει τον κόσμο της αμαρτίας και του θανάτου. Στην επιστολή Βαρνάβα (20,1) η οδός του κακού ονομάζεται «η του μέλανος οδός». Εκτός από τους ίδιους τους δαίμονες, σκοτεινό εικονίζεται και το περιβάλλον στο οποίο αυτοί εντάσσονται. Εάν το κύριο γνώρισμα των ιερών προσώπων στην ορθόδοξη τέχνη είναι το φως, το οποίο έχει πρώτη πηγή τον ίδιο τον Θεό, το βασικό διακριτικό στοιχείο των κακοποιών όντων είναι το σκοτάδι «πας ο τα φαύλα πράσσων μισεί το φως και ουκ έρχεται προς το φως ίνα μη ελεγχθή τα έργα αυτού» (Ιω. 3,19-20). Το χαλκοπράσινο χρώμα συμβολίζει τη στασιμότητα και γενικώς κάθε ψυχική ασθένεια, ενώ το ερυθρό φανερώνει την αιμοβόρο οργή, το θυμό και τη μανία που τρέφουν εναντίον των ανθρώπων. Η διατήρηση των φτερών στις ιστορήσεις των δαιμόνων δείχνει από τη μία την αγγελική τους προέλευση, και από την άλλη την ταχύτητα με την οποία εκτελούν το ανθρωποκτόνο έργο τους. Πολλοί από τους ανθρωποειδείς πτερωτούς δαίμονες φέρουν συνήθως κέρατα, ως εμβλήματα ασέλγειας και σύμβολα υπερηφάνειας και υπεροψίας ( Ψαλμ. 74,5, Αποκ. 5,6,12,3). Οι ουρές και οι τρίχες που καλύπτουν πολλές φορές τα σώματά τους, τονίζουν τη ζωώδη κατάσταση στην οποία κατάντησαν οι έκπτωτοι του ουρανού. Κανένα ίσως εικονογραφικό στοιχείο δε θα μπορούσε να εκφράσει ζωηρότερα τον αρπακτικό χαρακτήρα και τη σαρκοβόρα διάθεση των δαιμόνων, από τα άνω και κάτω άκρα τους. Τα δάκτυλά τους είναι λιγότερα των ανθρώπων, πιο λεπτά και απολήγουν σε γαμψά νύχια, όπως των αρπακτικών. «ο διάβολος έχει πολλάς παγίδας και δεινός εστι θηρευτής». Στον αγώνα τους κατά των πιστών οι δαίμονες χρησιμοποιούν τεχνάσματα και παγίδες, γιατί προσπαθούν να νικήσουν με απάτη. Την πολύτεχνη αυτή δραστηριότητά τους η χριστιανική τέχνη εξέφρασε με διάφορα όπλα τα οποία έθεσε στην υπηρεσία τους. Τα συνηθέστερα είναι το καμάκι, το τόξο, η αρπάγη, το ρόπαλο, το δόρυ και το ξίφος. Ο Ενώχ διηγείται, ότι όταν βρέθηκε στο χώρο της Κόλασης, είδε εκεί «τα στρατεύματα των αγγέλων της τιμωρίας, να πορεύωνται και να κρατούν μαστίγια και αλυσίδας από σίδηρον και ορείχαλκον». Zωόμορφοι Μια συνοπτική περίληψη των ζωόμορφων δαιμόνων μας παρέχει ο Μ. Αθανάσιος στο βίο του αγίου Αντωνίου: «...μετασχηματισθέντες (οι δαίμονες) εις θηρίων και ερπετών φαντασίαν, και ην ο τόπος ευθύς πεπληρωμένος φαντασίας λεόντων, άρκτων, λεοπάρδων, ταύρων και όφεων, ασπίδων και σκορπίων και λύκων...». Φίδια, δράκοντες, λέοντες, σκορπιοί, όρνεα, εξαιτίας της άγριας φύσης τους, μετατράπηκαν από τους καλλιτέχνες σε σύμβολα των δυνάμεων του κακού, της απάτης και του ψεύδους. Τη συνηθέστερη μορφή σε όλο το χριστιανικό κόσμο, αποτέλεσαν οι δράκοντες, τα μορφολογικά στοιχεία των οποίων μάς περιγράφει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός στο έργο του «Περί Δρακόντων» : «...εισί μεν δράκοντες, πλήν όφεις εισί, γινόμενοι εξ ετέρων δρακόντων. ΄Oντες γαρ αρτιγενείς και νέοι, μικροί εισίν, ανατραφέντες δε και παλαιοθέντες, μεγάλοι και παχείς γίνονται όγκω μεγέθει υπερέχοντες των λοιπών όφεων. Φασί δε αυτούς επέκεινα των τριάκοντα πηχών αυξάνεσθαι, το δε πάχος γίνεσθαι, οίον δοκόν μεγάλην». Πλάσματα βγαλμένα από τη φαντασία των καλλιτεχνών, οι δράκοντες εμφανίζονται άλλοτε ως τεράστια φίδια και άλλοτε ως υπερμεγέθεις σαύρες, με φολιδωτό σώμα, χοντρά πόδια με μεγάλα και γαμψά νύχια, και υμενοειδή φτερά. Σε μεταγενέστερες συνθέσεις, από επίδραση της δυτικής τέχνης, παριστάνονται δικέφαλοι, τρικέφαλοι ή πολυκέφαλοι, ως ενδείξεις της πανουργίας και της δύναμής τους. Τα δόντια τους είναι οξυκόρυφα και η γλώσσα τους απολήγει σε αιχμή βέλους. Χαρακτηριστικότερο στοιχείο όλων, είναι το άγριο και διαπεραστικό τους βλέμμα (το όνομα δράκος, ετυμολογείται από το ρήμα δέρκομαι, που σημαίνει αυτόν που έχει διαπεραστική όραση), ενώ οι φλόγες που βγαίνουν από το στόμα και τη μύτη τους, ενισχύουν τον τρόμο που προκαλούν στους θεατές. Ο γνωστότερος από όλους τους δράκοντες είναι ο Λεβιάθαν, που παρουσιάζεται στην παράσταση της Τελικής Κρίσης, ως ο φοβερός τιμωρός των αμαρτωλών στο χώρο της κόλασης. Οι δρακοντοκτονίες, συνεχίζοντας μια παράδοση που έλκει την καταγωγή της από την Αίγυπτο, είναι ίσως οι δημοφιλέστερες παραστάσεις με τη μεγαλύτερη διάδοση στο χριστιανικό κόσμο. Στρατιωτικοί άγιοι, κληρικοί και παρθενομάρτυρες εικονίζονται να σκοτώνουν διάφορες παραλλαγές δρακόντων, με τέτοιο τρόπο ώστε να ικανοποιούν το αίσθημα φόβου, που δημιουργούσαν τα τέρατα αυτά στους ανθρώπους. Tρόμος και ελπίδα Τις μειξογενείς παραστάσεις των δαιμόνων οι καλλιτέχνες συνέθεσαν από τη μείξη διαφόρων μελών ανθρώπων και ζώων ή διαφορετικών ζώων μεταξύ τους. Σε παραστάσεις της Δευτέρας Παρουσίας, κυρίως, εμφανίζονται γυναίκες όμορφες με σώματα φιδιών και ρωμαλέοι άντρες με χαρακτηριστικά ταύρων, να ξεπροβάλλουν μέσα από το σκοτεινό τους περιβάλλον, με βλέμμα άγριο και γελώντας σαρκαστικά, καθώς και ζωόμορφα όντα, βγαλμένα μέσα από μια νοσηρή φαντασία, που φτάνει τα όρια της ψύχωσης, έτοιμοι να οδηγήσουν τις ψυχές των αμαρτωλών στο βασίλειο του Σατανά. Η απεικόνιση ενός τόσο ανατριχιαστικού κόσμου, ίσως εκφράζει την πρόθεση των καλλιτεχνών να τονίσουν τη δύναμη των αντιθέσεων. Από τη μία ο κόσμος του Θεού και από την άλλη ο κόσμος του Σατανά. Μέσα από τον τρόμο, προσπαθούν να δώσουν την αίσθηση της ελπίδας και της σωτηρίας.
Hμερομηνία : 21-09-03 Copyright: http://www.kathimerini.gr
Hμερομηνία : 21-09-03 Copyright: http://www.kathimerini.gr