Ισλάμ

Ορθοδοξία και Ισλάμ. Το Ισλάμ στην Ευρώπη
Ακαδημαϊκό Έτος 2006-07


Η ιστορική μοίρα οδήγησε τους ορθόδοξους λαούς σε μακραίωνη γειτνίαση και συμβίωση με λαούς η θρησκεία των οποίων ήταν το Ισλάμ. Ο διάλογος της Ορθοδοξίας με το Ισλάμ μας πάει τόσο πίσω στο παρελθόν, που συναντάει τις μορφές του αγίου Ιωάννη Δαμασκηνού και του αγίου Γρηγορίου Παλαμά. Οι μνήμες του παρελθόντος όμως περιλαμβάνουν δεινά αλλά και θετικά εκατέρωθεν. Το φαινόμενο, άλλωστε, της κινητικότητας και μετανάστευσης των πληθυσμών στην εποχή της ύστερης νεωτερικότητας επιφέρει έντονη θρησκευτική πολυχρωμία αλλά και σημαντική μουσουλμανική παρουσία τόσο στην ελληνική όσο και στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, όπου το Ισλάμ έπαψε προ πολλού να είναι ο μακρινός «άλλος», ο ξένος, και έγινε ο γείτονας και ο σύνοικος.
Σ’ έναν κόσμο όπου η κλαγγή του πολέμου, της τρομοκρατίας και των διενέξεων καλύπτεται συνήθως με την επίκληση της θρησκευτικής πίστης, ορθώνοντας έτσι μεταφυσικά τείχη, αναδύεται ταυτόχρονα από την κριτικά τοποθετημένη συνείδηση του πιστού η ανάγκη οικοδόμησης διαύλων διαθρησκειακής επικοινωνίας και συνεννόησης, ιδίως μεταξύ των αυτών που δηλώνουν, και θέλουν να είναι, «παιδιά του Αβραάμ». Απέναντι σε όσους θεματοποίησαν ιδεολογικά την Σύγκρουση των θρησκειών και των πολιτισμών και στους μιλιταριστές πολιτικούς που κηρύσσουν νέες σταυροφορίες, η θεολογία οφείλει να επιμείνει στον αγαπητικό διάλογο, το σεβασμό και τη δεξίωση της θρησκευτικής και πολιτισμικής ετερότητας, μέσω της σοβαρής και έντιμης θεολογικής συζήτησης.
Το Ισλάμ, όπως άλλωστε και κάθε ιστορικό, κοινωνικό, πολιτισμικό ή θρησκευτικό μόρφωμα —όπως εξ άλλου και η ίδια η Ορθοδοξία— δεν είναι στατικό, μονολιθικό, αδιαφοροποίητο και συμπαγές μέγεθος. Στην ιστορική του πορεία έχει γνωρίσει σχίσματα, διαιρέσεις και εσωτερικές εντάσεις, επηρεάστηκε από πολιτισμικές συνθήκες και πρακτικές, οι οποίες ενίοτε δεν έχουν καμία σχέση με το Κοράνι και τη διδασκαλία του Μωάμεθ, ενώ παρουσιάζει αξιοσημείωτη ερμηνευτική ποικιλομορφία, καθώς αναδεικνύονται εντός του διάφορα μεταρρυθμιστικά ρεύματα και εκσυγχρονιστικές τάσεις.
Η γνώση του Ισλάμ οδηγεί στην αλληλοκατανόηση και στο σεβασμό της ετερότητας, εντός της οποίας καλείται η Εκκλησία να επιτελέσει το έργο της και την αποστολή της. Αποτελεί χρέος μας λοιπόν να υπερβούμε τις κακοήθειες του παρελθόντος ώστε να οικοδομήσουμε την αγαθοτοπία του μέλλοντος. Τα παραπάνω βέβαια προϋποθέτουν σοβαρή και νηφάλια, επιστημονική συζήτηση, δίχως αμυντικά ή απολογητικά σύνδρομα και συμπλέγματα, για ερωτήματα όπως: ποιες υπήρξαν και ποια μορφή έλαβαν οι σχέσεις και οι επαφές μεταξύ της Ορθοδοξίας και του Ισλάμ, Ησυχασμού και Σουφισμού; Ποια η θέση της ερμηνευτικής στις δύο μεγάλες αυτές θρησκευτικές παραδόσεις; Ποιες οι οσμώσεις και οι αλληλεπιδράσεις; Πώς μπορούμε να θεραπεύσουμε τις μνήμες των συγκρούσεων και των διενέξεων και πώς μπορούμε να μετατρέψουμε σε πλούτο και ευλογία Θεού την εκ των πραγμάτων πλέον επιβαλλόμενη συμβίωση και συνοίκηση; Και ακόμη: η Ορθοδοξία και το Ισλάμ έχουν μόνο προμοντέρνο παρελθόν ή μήπως και νεωτερικό-μετανεωτερικό παρόν και μέλλον, και ποια μπορεί να είναι η ενδεδειγμένη αντιμετώπιση των εκατέρωθεν φονταμενταλισμών; Και τέλος, αποτελεί η Ευρώπη κλειστή χριστιανική λέσχη ή πολυπολιτισμική και πολυθρησκευτική πολιτική πραγματικότητα;

Με αυτήν την προβληματική και τα παραπάνω κρίσιμα ερωτήματα θα ασχοληθεί η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών στην εφετινή έβδομη σειρά μαθημάτων της με το γενικό θέμα: Ορθοδοξία και Ισλάμ – Το Ισλάμ στην Ευρώπη. Σε παράλληλες δε εκδηλώσεις (συνέδρια, διεπιστημονικά εργαστήρια και σεμινάρια), θα ασχοληθεί η Ακαδημία με θέματα όπως: Καταλλαγή, Συγχώρηση και Ειρήνη (σε συνεργασία με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και το Boston Theological Institute), Ορθοδοξία και Παράδοση, Wittgenstein και αποφατική θεολογία, κ. α.


Πρόγραμμα και Παράλληλες Εκδηλώσεις

Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2007
6.30-7.00 μ. μ.: Το θεολογικό πλαίσιο του διαθρησκειακού διαλόγου
Πέτρος Βασιλειάδης, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ, Πρόεδρος WOCATI
6.30-7.00 μ. μ.: Όψεις του διαλόγου της καθολικής Εκκλησίας με τις άλλες χριστιανικές εκκλησίες, τον ισλαμισμό και τον εβραϊσμό
Σεβ. Ιωάννης (Σπιτέρης), Ρωμαιοκαθολικός αρχιεπίσκοπος Κερκύρας, Καθηγητής Πανεπιστημίου Antonianum Ρώμης
7.00-7.30 μ. μ.: Κράτος, Πολιτική και Θρησκεία στο Ισλάμ
Κωνσταντίνος Πάτελος,
Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου
7.30-8.00 μ. μ.: Διάλειμμα-καφές
8.00-8.30 μ. μ.: Συζήτηση

Σάββατο 10 Φεβρουαρίου 2007
6.30-7.00 μ. μ.: Σουνίτες και Σιίτες
Αγγελική Ζιάκα,
Λέκτωρ Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ
7.00-7.30 μ. μ.: Ισλαμισμός και Εθνικισμός
Δημήτρης Σταματόπουλος,
Λέκτωρ Τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών Πανεπιστημίου Μακεδονίας
7.30-8.00 μ. μ.: Διάλειμμα-καφές
8.00-8.30 μ. μ.: Συζήτηση

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2007
6.30-7.00 μ. μ.: Το φάσμα της βυζαντινής θεώρησης του Ισλάμ από τη νηφαλιότητα έως την παράκρουση!
Δανιήλ Σαχάς,
Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Waterloo (Ontario, Καναδάς)
7.00-7.30 μ. μ.: Αρχαία ελληνική σκέψη, χριστιανισμός και ισλαμική φιλοσοφία
Γρηγόριος Ζιάκας,
Ομότιμος Καθηγητής ΑΠΘ
7.30-8.00 μ. μ.: Διάλειμμα-καφές
8.00-8.30 μ. μ.: Συζήτηση

Σάββατο 3 Μαρτίου 2007
6.30-7.00 μ. μ.: Ανθρωπολογία του Ισλάμ
Φωτεινή Τσιμπιρίδου,
Λέκτωρ Πανεπιστημίου Μακεδονίας
7.00-7.30 μ.μ.: Το Ισλάμ στα Βαλκάνια. Ιστορία, παρόν, προοπτικές διαλόγου και συμβίωσης με τους ορθοδόξους
Mariyan Bogoev Stojadinov,
Καθηγητής Πανεπιστημίου Βέλικο Τύρνοβο (Βουλγαρία)
7.30-8.00 μ.μ.: Η εικόνα της Ορθοδοξίας στις Ισλαμικές χώρες
Chadi Ayoubi,
δημοσιογράφος ανταποκριτής του Al-Jajira στην Αθήνα
8.00-8.30 μ.μ.: Διάλειμμα-καφές
8.30-9.00 μ.μ.: Συζήτηση

Σάββατο 10 Μαρτίου 2007
6.30-7.00 μ. μ.: Ο διάλογος χριστιανών και μουσουλμάνων στη Μέση Ανατολή
π. Georges Massouh,
Διευθυντής του Κέντρου Ισλαμοχριστιανικών μελετών του Ορθοδόξου Πανεπιστημιου του Μπαλαμάντ (Λίβανος)
7.00-7.30 μ. μ.: Ισλάμ και δημοκρατία, Ισλάμ και νεωτερικότητα
Mohamed Haddad,
Καθηγητής Πανεπιστημίου Manouba (Τυνησία)
7.30-8.00 μ.μ: Διάλειμμα-καφές
8.00-8.30 μ.μ.: Συζήτηση

Σάββατο 21 Απριλίου 2007
6.30-7.45 μ. μ.: Το Ισλάμ στη Ευρώπη σήμερα. Προκλήσεις και προοπτικές (Στρόγγυλη Τράπεζα)
— Ghaleb Bencheikh,
Παρουσιαστής της εκπομπής «Ισλάμ» στην γαλλική τηλεόραση, Αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Συνόδου των θρησκειών για την Ειρήνη (Γαλλία)
— Tahir Abbas, Πανεπιστήμιο Birmingham (Αγγλία)
— Andreas Renz, Ειδικός σε θέματα οικουμενικού και διαθρησκειακού διαλόγου, Εντ. Υφηγητής Πανεπιστημίου Koblenz (Γερμανία)
— Aksin Somel, Καθηγητής Ιστορίας Πανεπιστημίου Sabanci (Κωνσταντινούπολη)
7.45-8.15 μ.μ.: Διάλειμμα-καφές
8.15-8.45 μ.μ.: Συζήτηση

Σάββατο 5 Μαΐου 2007
6.30-7.00 μ. μ.: Ησυχασμός και Σουφισμός
π. Λάμπρος Καμπερίδης,
Concordia University-Universite de Sherbrooke (Μόντρεαλ, Καναδάς)
7.00-7.30 μ. μ.: Το Ισλάμ στην Ελλάδα σήμερα
Αλέξανδρος Καριώτογλου,
Δρ. Θεολογίας, Διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
7.30-8.00 μ.μ.: Ισλάμ και παγκοσμιοποίηση μετά την 11η Σεπτεμβρίου
Olivier Roy,
Καθηγητής Ινστιτούτου Πολιτικών Επιστημών (Παρίσι)
8.00-8.30 μ. μ.: Διάλειμμα-καφές
8.30-9.00 μ. μ.: Συζήτηση

Σάββατο 12 Μαΐου 2007
6.30-7.45 μ. μ.: Η θέση της γυναίκας στο Ισλάμ (Στρόγγυλη Τράπεζα)
— Riffat Hassan,
Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Louisville, Kentucky (Η.Π.Α.)
— Mahbouba Merchaoui-Ben Nasser, Καθηγήτρια στο Γαλλικό Ινστιτούτο Ισλαμικών Σπουδών και Επιστημών (Γαλλία)
— Amel Grami, Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Manouba, Μέλος της Ομάδας Ισλαμοχριστιανικών Ερευνών (Τυνησία)
— Mehrezia Labidi-Maiza, Μέλος της Ομάδας Βίβλος και Κοράνι και της Παγκόσμιας Συνόδου των θρησκειών για την ειρήνη (Γαλλία)
7.45-8.15 μ. μ.: Διάλειμμα-καφές
8.15-8.45 μ. μ.: Συζήτηση


Παράλληλες Εκδηλώσεις

Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2007, 6.30 μ.μ.
Παρουσίαση του τόμου:
Τα θρησκευτικά μνημεία του Νομού Ξάνθης(χριστιανικά, μουσουλμανικά, εβραϊκά), έκδοση: Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Ι. Μητρόπολις Ξάνθης, Μουφτεία Ξάνθης, 2005.
Συμμετέχουν:
— Σεβ. Μητροπολίτης Ξάνθης κ. Παντελεήμων
— Σοφ. Εμίν Σερίφ, Ιμάμης της Αλεξανδρούπολης
— Ραφαήλ Φρεζή, πρ. Πρόεδρος Ισραηλιτικής Κοινότητας Βόλου
— Γεώργιος Τσιγάρας, Δρ Θεολογίας και Βυζαντινολογίας, επιμελητής του τόμου

Πέμπτη 19 Απριλίου 2007, 6.30 μ.μ.
Δημόσια συζήτηση με θέμα: Η διάδοση της Αγίας Γραφής στις κατά παράδοση ισλαμικές χώρες, την Τουρκία και την Μέση Ανατολή
Συμμετέχουν:
— Tamar Karasu, Εκτελεστική Γραμματέας Βιβλικής Εταιρείας Τουρκίας
— Michael G. Bassous, Γενικός Γραμματέας Βιβλικών Εταιρειών Μ. Ανατολής (Λίβανος, Συρία και Ιράκ)
— Αρχιδιάκονος Hratsch Sarkissian, Γενικός Γραμματέας Βιβλικής Εταιρείας Αρμενίας
— Ramez Atallh, Γενικός Γραμματέας Βιβλικής Εταιρείας της Αιγύπτου
Συντονίζει ο Διευθυντής της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείας, Δρ. Μιχάλης Χατζηγιάννης.

Άλλες Εκδηλώσεις ακαδημαϊκού έτους 2006-07
Οικουμενική Θεολογική Εκπαίδευση στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη
Βόλος, 9-11 Φεβρουαρίου 2007
Οικουμενική συνάντηση σε συνεργασία με το Τμήμα Θεολογικής Εκπαίδευσης του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και με την συμμετοχή καθηγητών και λεκτόρων Θεολογίας από Ελλάδα και Ευρώπη.
Σκοπός της συνάντησης αυτής είναι ο σχεδιασμός και η οργάνωση συνεδρίου και σειράς σεμιναρίων με θέμα την εικόνα του «άλλου» στην Θεολογική μας Εκπαίδευση, με ιδιαίτερη έμφαση στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Η συνάντηση δεν είναι ανοιχτή στο κοινό.

Ορθοδοξία και Παράδοση
Με αφορμή το ομώνυμο βιβλίο του Δημητρίου Πάλλα, (Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, 2005)

Διεπιστημονικό Εργαστήριο
με συμμετοχή καθηγητών και μεταπτυχιακών φοιτητών από τις Θεολογικές Σχολές, τα Τμήματα Ιστορίας-Αρχαιολογίας, και τις Σχολές Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών

Έναρξη: Παρασκευή 4 Μαΐου 2007, 6:00 μ.μ.
Λήξη: Σάββατο 5 Μαΐου 2007, 5:00 μ.μ.

Α΄ Ενότητα: Ορθοδοξία και Πολιτισμός (Ορθοδοξία και πολιτισμός, παγανιστικά στοιχεία στη χριστιανική παράδοση, αποτίμηση του βιβλίου του Δ. Πάλλα)
— Χρυσόστομος Σταμούλης, Αν. Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ
— Σταύρος Ζουμπουλάκης, Διευθυντής του περιοδικού Νέα Εστία
— Παντελής Καλαϊτζίδης, Υπεύθυνος προγράμματος της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, Πάρεδρος ε. θ. του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Β΄ Ενότητα: Ελληνισμός και Χριστιανισμός (Ελληνισμός και Χριστιανισμός, Εθναρχία, Ελληνοχριστιανισμός, Νεορθόδοξοι)
— Κώστας Αγόρας, Επίκουρος Καθηγητής Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου
— Σεβ. Μητροπολίτης Αρκαλοχωρίου Ανδρέας (Νανάκης), Καθηγητής ΑΠΘ
— Παρασκευάς Ματάλας, Μaster Ιστορίας
— Πολύκαρπος Καραμούζης, Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου, Διδάσκων Πανεπιστημίου Αιγαίου
— Μάριος Μπέγζος, Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Αθηνών

Γ΄ Ενότητα: Στρογγυλή Τράπεζα με θέμα Ιδεολογική προσέγγιση της Ιστορίας και χρήση των πηγών
— Δημήτρης Κυρτάτας, Αν. Καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
— Δημήτρης Μόσχος, Δρ. Θεολογίας, Master Βυζαντινολογίας, Καθηγητής Αν. Εκκλησιαστικής Σχολής Αθηνών
— Σπυριδούλα Αθανασοπούλου-Κυπρίου, Δρ. Πανεπιστημίου Manchester, Θεολόγος-εκπαιδευτικός
Συντονίζει ο Αντώνης Λιάκος, Καθηγητής Ιστορίας Πανεπιστημίου Αθηνών

Δ΄: Συζήτηση σε ομάδες, Εργαστήρια και τελική συζήτηση στην ολομέλεια
Για τη συμμετοχή στο διεπιστημονικό αυτό εργαστήριο απαιτείται προηγούμενη συνεννόηση με τη Γραμματεία της Ακαδημίας


Wittgenstein και Αποφατική Θεολογία
Σεμινάριο και Στρόγγυλη Τράπεζα
με τη συμμετοχή φιλοσόφων και θεολόγων

Έναρξη: Παρασκευή 11 Μαΐου 2007, 6:30 μ.μ.
Λήξη: Σάββατο 12 Μαΐου 2007, 3:00 μ.μ.
Κύριος εισηγητής:
Michael Grant, Καθηγητής Πανεπιστημίου του Kent (Canterbury, Μ. Βρετανία)

Στην Στρογγυλή Τράπεζα συμμετέχουν:
Στέλιος Βιρβιδάκης, Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Χαράλαμπος Βέντης, Θεολόγος, Δρ. Boston University
Ηλίας Παπαγιαννόπουλος, Δρ. Φιλοσοφίας, Διδάσκων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Χρυσή Σιδηροπούλου, Επίκουρη Καθηγήτρια Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Βοσπόρου (Κων/πολη)
Για τη συμμετοχή στο σεμινάριο απαιτείται προηγούμενη συνεννόηση με τη Γραμματεία της Ακαδημίας

Συγχώρηση, Καταλλαγή και Ειρήνη
Διεθνές Συνέδριο σε συνεργασία με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και το Boston Theological Institute
Βόλος 17-20 Μαΐου


Χώρος:
Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλίας
Μελισσιάτικα, 385 00 Βόλος

(Αναχώρηση λεωφορείου από Δημητριάδος-Τοπάλη για το Συνεδριακό Θεσσαλίας, στις 6:00μ.μ., στις 27 Ιαν., 5, 10&24 Φεβρ., 3&10 Μαρτ., 19&21 Απρ., 5&12 Μαΐου)

On line παρακολούθηση και συμμετοχή στις συνεδρίες και τις εκδηλώσεις της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών:
www.imdradio.gr
(μέσω του ραδιοφωνικού σταθμού «Ορθόδοξη Μαρτυρία», 104 FM στο Internet)


Πληροφορίες:
τηλ. 24210-32561
fax 24210-77115
Ταχυδρομική Διεύθυνση: Τ. Θ. 1308, Τ. Κ. 38001 Βόλος
e-mail: acadimia@imd.gr

Συντονιστής:
Παντελής Καλαϊτζίδης

Επιστημονική Ομάδα:
Θεόφιλος Αμπατζίδης
Αρσένης Αρσενάκης
Αναστασία Βασιλειάδου
Νίκος Ντόντος

Γραμματεία-Δημόσιες Σχέσεις:
Νίκος Βαραλής

Με την ευγενική χορηγία:
Γ. Γ. Νέας Γενιάς
Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών

Χορηγός Επικοινωνίας:
Εφημερίδα Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Ταυτότητα της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών

Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών λειτουργεί ως ένα ανοιχτό εργαστήρι σκέψης και διαλόγου της Εκκλησίας με τη διανόηση και την κοινωνία, δίχως αμυντικά αντανακλαστικά ή απολογητική διάθεση, οργανώνοντας με τη μορφή του ανοιχτού πανεπιστημίου ετήσιους θεματικούς κύκλους σπουδών, διεθνή σεμινάρια, συνέδρια και εκδόσεις. Πάγια επιδίωξη της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών στάθηκε η συνεργασία και η σύμπραξη με άλλους φορείς, η από κοινού συζήτηση, με πνεύμα σεβασμού στην ετερότητα του καθενός, των μεγάλων προβλημάτων του καιρού μας. Έτσι η Ακαδημία συνεργάστηκε με φορείς όπως το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών, το Drury University (ΗΠΑ), το Τμήμα Ορθοδόξου Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Μονάχου, το Οικουμενικό Ινστιτούτο του Bossey (Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών), το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, τη Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας, τον Σύνδεσμο Ορθοδόξων Γυναικών Ευρώπης, το Δημοτικό Κέντρο Ιστορίας Βόλου, την εφημερίδα Η Θεσσαλία του Βόλου, το κορυφαίο περιοδικό σπουδής στη λογοτεχνία Νέα Εστία, το θεολογικό περιοδικό Σύναξη, το περιοδικό Αναλόγιον της Ιεράς Μητροπόλεως Κοζάνης, τις εκδόσεις Καστανιώτης, Αρμός, Ίνδικτος και Εστία, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό τον Βόλο και την Μητρόπολη Δημητριάδος τόπο συνάντησης και διαλόγου.
Κατά τα παρελθόντα ακαδημαϊκά έτη η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών μελέτησε θέματα όπως: «Εκκλησία και Εσχατολογία», «Ορθοδοξία και Νεωτερικότητα», «Ισλάμ και Φονταμενταλισμός-Ορθοδοξία και Παγκοσμιοποίηση», «Ορθοδοξία και Ετερότητα», «Φύλο και Θρησκεία-Η θέση της γυναίκας στην Εκκλησία», «Γυναίκες και θρησκείες: το πρόβλημα της βίας και του φονταμενταλισμού», «Θεολογία και Λογοτεχνία», «Θεολογία και σύγχρονη Ναοδομία», «Ορθοδοξία και Παιδεία. Τα Θρησκευτικά ως μάθημα ταυτότητας και πολιτισμού», «Ορθοδοξία και Πολυπολιτισμικότητα», «Η συμμετοχή των λαϊκών στη ζωή της Εκκλησίας», «Κράτος και Εκκλησία».
Καρπός της παραπάνω προσπάθειας είναι η έκδοση και κυκλοφορία από την Ακαδημία μας των τίτλων: Εκκλησία και Εσχατολογία στις εκδόσεις Καστανιώτη (2003), Ισλάμ και Φονταμενταλισμός-Ορθοδοξία και Παγκοσμιοποίηση, Φύλο και Θρησκεία-Η θέση της γυναίκας στην Εκκλησία, στις εκδόσεις Ίνδικτος (2004), Θρησκεία και Λογοτεχνία (Α΄ και Β΄ μέρος) στο περιοδικό Νέα Εστία (Μάρτιος 2004, και Μάρτιος 2005 αντίστοιχα), Η ορθόδοξη θεολογία στον 21ο αιώνα (του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Διοκλείας Κάλλιστου Ware), στις εκδόσεις Ίνδικτος, Ορθοδοξία και Νεωτερικότητα. Προλεγόμενα (του Παντελή Καλαϊτζίδη), καθώς και τον ομώνυμο συλλογικό τόμο από τις εκδόσεις Ίνδικτος (2007), ενώ στη συνέχεια αναμένεται και η έκδοση των λοιπών τόμων με τις εργασίες της Ακαδημίας από τα παρελθόντα έτη.
Για το ακαδημαϊκό έτος 2006-2007, η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, συνεχίζοντας την παράδοση των επίκαιρων αλλά και υψηλού επιστημονικού επιπέδου διοργανώσεων που έχει καθιερώσει, ασχολήθηκε με το φλέγον και επίκαιρο θέμα: «Ορθοδοξία και Ισλάμ-Το Ισλάμ στην Ευρώπη». Σε παράλληλες δε εκδηλώσεις (συνέδρια, διεπιστημονικά εργαστήρια και σεμινάρια), ασχολείται με θέματα όπως: Συγχώρηση, Καταλλαγή και Ειρήνη (σε συνεργασία με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και το Boston Theological Institute), Ορθοδοξία και Παράδοση, Wittgenstein και αποφατική θεολογία, κ. α.
Τέλος, η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, σε συνεργασία με την Ι. Μητρόπολη Δημητριάδος και το Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλίας, δημιουργούν στο διαδίκτυο Ορθόδοξη ψηφιακή θεολογική βιβλιοθήκη, με ελεύθερη πρόσβαση σε βιβλία, επιστημονικά θεολογικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους και επετηρίδες, μονογραφίες και θεολογικά δοκίμια, με περιλήψεις από τα έργα αυτά στα ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά, και με συνδέσεις (links) με άλλες διαδικτυακές βιβλιοθήκες και ιστοσελίδες.



Σουννίτες – Σιίτες: Ταυτότητα και ετερότητα στο Ισλάμ 
(Περίληψη εισήγησης στην Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών,
Σάββατο 10 Φεβρουαρίου 2007)                                                          Αγγελική Ζιάκα
Στις μέρες μας ο μουσουλμανικός κόσμος αριθμεί περί τα 1,2 δισεκατομμύρια πιστών, εκ των οποίων το 80 με 85% περίπου είναι μουσουλμάνοι σουννίτες, ενώ το υπόλοιπο 15 με 20%, γύρω στα 200 εκατομμύρια δηλαδή, είναι μουσουλμάνοι σιίτες. Πρόκειται για την δεύτερη μεγαλύτερη παγκοσμίως θρησκεία μετά τον Χριστιανισμό. Εξαπλωμένο στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία, τα όρια του Ισλάμ εκτείνονται από το Μαρόκο και την Μαυριτανία στα δυτικά, μέχρι την Ινδονησία στα ανατολικά και παρατηρείται συνεχής αυξητική τάση, κυρίως στην Αφρική, τα νοτιοδυτικά τμήματα της Κίνας αλλά και σε άλλες περιοχές του κόσμου, όπου υπάρχουν μικρές ή μεγαλύτερες μουσουλμανικές κοινότητες, όπως είναι η βαλκανική χερσόνησος, η δυτική Ευρώπη και η βόρειος Αμερική. Κάθε μια από τις κοινότητες αυτές της διασποράς έχει τη δική της ιστορία: άλλες είναι αποτέλεσμα των αποικιοκρατιών (όπως στην Ευρώπη, Γαλλία, Αγγλία κ.λπ.) και άλλες των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών καταστάσεων του σύγχρονου κόσμου.
Οι σουννίτες ως πλειοψηφία του μουσουλμανικού κόσμου κατέχουν και την πλειοψηφία των μουσουλμανικών χωρών, ενώ οι σιίτες συγκεντρώνονται κυρίως στο Ιράν, όπου από το 1501 η ομολογία τους είναι η επίσημη θρησκεία του κράτους, το Ιράκ, όπου βρίσκονται και τα προπύργια του σιιτικού Ισλάμ, τον Λίβανο και την Υεμένη. Μικρές σιιτικές κοινότητες είναι διάσπαρτες μέσα στον ισλαμικό κόσμο από την Μέση Ανατολή ως την Κεντρική Ασία, το Πακιστάν και αυτή ακόμη την Ινδία.
Ο θάνατος του ‘Ali (661) είναι το ορόσημο γύρω από το οποίο θα δημιουργηθούν σιγά σιγά οι διακρίσεις μεταξύ των δύο κυρίων κλάδων του Ισλάμ, σουννιτών και σιιτών. Ο ρόλος τον οποίο παίζει σήμερα ο ισλαμικός κόσμος στη Μέση Ανατολή, σουννιτικός και σιιτικός, κατανοείται με βάση την ιστορία αυτή του πρώτου Ισλάμ, δηλαδή τον θάνατο του ‘Ali και το μαρτύριο του γιου του Husayn στα Κέρβελα (680). Η σαφής διαμόρφωση των διδασκαλιών της μιας και της άλλης παράταξης θα γίνει αργότερα από μεγάλους μουσουλμάνους θεολόγους και νομοδιδασκάλους. Ήδη όμως με την ανάληψη της χαλιφίας από τους Ομαγιάδες (661) αρχίζει να ξεχωρίζει τόσο η παράταξη των σουννιτών, που αποτελεί την πλειονότητα του ισλαμικού κόσμου και περιστοιχίζει τον πρώτο ομαγιάδη χαλίφη, τον Mu‘awiya, όσο και η παράταξη του ‘Ali, κατατρεγμένη και μειοψηφούσα, που θα συγκεντρωθεί στις σιιτικές περιοχές γύρω από το νότιο Ιράκ, με κέντρο την πόλη Κούφα, όπου αναπτύχθηκε και η μεγάλη αρχική φιλολογία της.
Η κύρια διαφορά των σιιτών από τους σουννίτες είναι πολιτική και επενδύθηκε και με θρησκευτική ορολογία. Πρόκειται για την μεγάλη διαμάχη περί ιμαμάτου και χαλιφάτου, για το ποιος δηλαδή θα έχει την εξουσία του Ισλάμ, ο ιμάμης των σιιτών ή ο χαλίφης των σουννιτών. Σύμφωνα με τους σουννίτες ο νόμιμος διάδοχος του Μωάμεθ είναι ο χαλίφης, ο οποίος όμως δεν έχει χαρισματικές ιδιότητες όπως είχε ο Μωάμεθ, και δεν μπορεί να ερμηνεύει αυθεντικά το Κοράνιο. Είναι ωστόσο ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός και κυβερνήτης του Ισλάμ και ο προστάτης της πίστης και των πιστών (amir al-mumin al-muminin). Αντίθετα οι σιίτες δέχονται ότι ο νόμιμος αρχηγός του Ισλάμ είναι ο ιμάμης (amir al-muminin), ο οποίος είναι όχι μόνον πολιτικός, αλλά και χαρισματικός ηγέτης και στο πρόσωπό του συνδυάζει την θρησκευτική και την κοσμική συγχρόνως εξουσία. Ως χαρισματικός αρχηγός, μπορεί να ερμηνεύει αλάνθαστα τον θείο νόμο και να γνωρίζει τα βαθύτατα νοήματα της θείας αποκάλυψης. Οι σιίτες υποστηρίζουν ότι την χαρισματική αυτή ιδιότητα που λέγεται ουαλάγια ή βιλάγια την είχε παραχωρήσει ήδη στον Άλη ο Μωάμεθ.
Έτσι η πλειοψηφία του ισλαμικού κόσμου που δέχεται τον χαλίφη ως αρχηγό της κοινότητας, αποτελεί τους λεγόμενους σουννίτες, οι οποίοι στηρίζονται στη sunna του προφήτη, δηλαδή στη «συνήθεια» ή αλλιώς στον τρόπο με τον οποίο μιλούσε και ενεργούσε ο προφήτης Μωάμεθ και έλυνε διάφορα κοινωνικά, θρησκευτικά και νομικά προβλήματα που ανέκυπταν στην κοινότητά του. Έτσι σουννίτες ή «λαός της σούννα» (ahl al-sunna) επικράτησε να ονομάζεται η μεγάλη πλειοψηφία του ισλαμικού κόσμου, ενώ οι οπαδοί του Άλη ονομάστηκαν σιίτες ή «παράταξη του Άλη» (shi‘at ‘Ali). Βέβαια και οι σιίτες στηρίζονται στη σούννα του Μωάμεθ, αλλά πρόκειται για μια σούννα διαφορετική που περιορίζεται στον «οίκο του» ή «στην στενή οικογένειά του» (sunna ahl al-bait). Η σούννα αυτή προεκτείνεται στον Άλη και τους διαδόχους του, τους ιμάμηδες. Ενώ λοιπόν για τους σουννίτες η εγκυρότητα της σούννα επιβεβαιώνεται από τη συναίνεση του σώματος των οπαδών του Μωάμεθ (sahaba), και μεταβιβάζεται από γενεά σε γενεά, οι δωδεκαδικοί σιίτες αναγνωρίζουν μόνον τις προφορικές παραδόσεις του Μωάμεθ που διασώθηκαν και διαδόθηκαν από τους ιμάμηδες, οι οποίοι ήταν όλοι απόγονοι του προφήτη Μωάμεθ, από την κόρη του Φάτιμα και τον πρώτο ιμάμη, τον Άλη.
Το Ισλάμ δεν θεωρεί τον εαυτό του μόνον ως θρησκεία, αλλά και ως κοινωνία του Θεού, η οποία συνενώνει θρησκευτική και πολιτική μαζί εξουσία. Γι’ αυτό στο Ισλάμ δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ θρησκείας και πολιτείας, θείου και ανθρώπινου νόμου. Η θρησκεία είναι η πολιτικώς οργανωμένη κοινότητα (Ούμμα) όλων των μουσουλμάνων. Ο ισλαμικός θρησκευτικός νόμος (shari‘a) είναι συγχρόνως και νόμος της πολιτείας, όπως τα θρησκευτικά προβλήματα είναι συγχρόνως πολιτικά και τα πολιτικά θρησκευτικά. Η φύση αυτή του Ισλάμ είναι κοινή και στις δύο μεγάλες παρατάξεις του.
Η μεγάλη διαφορά βρίσκεται στην ερμηνεία του ιερού νόμου. Κατά τους σουννίτες ο ιερός νόμος του Ισλάμ, η shari‘a, διατυπώθηκε και κωδικοποιήθηκε τον 10ο μ.Χ. αιώνα, από τέσσερις μεγάλες νομικές σχολές (τους Χαναφίτες, τους Μαλικίτες, τους Σαφιίτες και τους Χαμπαλίτες), και έκτοτε δεν ασκείται ερμηνεία του νόμου, ώστε να προστεθούν νέες νομοθετικές διατάξεις, αλλά οι νομοδιδάσκαλοι ανατρέχουν στον ήδη κωδικοποιημένο νόμο και βγάζουν γνωματεύσεις για κάθε ζήτημα, κοινωνικό, θρησκευτικό ποινικό, οικογενειακό κ.λπ. που ανακύπτει. Οι σιίτες αντίθετα συνεχίζουν να ασκούν την ερμηνεία (ijtihad) του Κορανίου και να βγάζουν νέες διατάξεις, που πολλές φορές καταλήγουν σε συμπεράσματα διαφορετικά από εκείνα που διατυπώνει ο ισλαμικός νόμος των σουννιτών.
Ο ισλαμικός ωστόσο κόσμος, παρά τις εσωτερικές του διαφοροποιήσεις, προτάσσει την κοινή μουσουλμανική ταυτότητα και οραματίζεται την ενιαία μουσουλμανική κοινότητα (την ούμμα). Έτσι ένα μεγάλο μέρος των μουσουλμάνων επιθυμεί την αναβίωση του Ισλάμ. Οι λόγοι είναι κυρίως πολιτικοί. Από τη μια μεριά είναι η δυσαρέσκεια των μουσουλμάνων από την ξένη επιβολή, που συνεχίζει να υφίσταται στον μουσουλμανικό χώρο (Αφγανιστάν, Ιράκ, Λίβανος κ.λπ.) και από την άλλη είναι η αμηχανία και η κρίση που προκύπτει από τον εκμοντερνισμό των ισλαμικών κοινωνιών, ο οποίος δεν επιλύει απαραίτητα τα προβλήματα του λαού. Οι πιστοί μουσουλμάνοι συχνά αντιτίθενται στην εκκοσμίκευση του Ισλάμ. Συχνά επίσης η αντίθεση αυτή εκφράζεται με μαχητικά ριζοσπαστικά κινήματα, τα οποία αντιτίθενται στις εκκοσμικευμένες στρατιωτικές ελίτ. Με τη σειρά τους τα εκκοσμικευμένα καθεστώτα καταπολεμούν τα κινήματα αυτά, και έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που ταλανίζει τις μουσουλμανικές κοινωνίες. Ο ισλαμικός κόσμος σήμερα φαίνεται να αντιμετωπίζει το δίλημμα της συνύπαρξης και της ισορροπίας μεταξύ ενός σύγχρονου κράτους, που θα ικανοποιεί τα αιτήματα των νέων καιρών, και μιας κοινωνίας που θα διέπεται από την ισλαμική περί δικαιοσύνης αντίληψη.


* H κ. Αγγελική Ζιάκα γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Δεκέμβριο του 1971, είναι πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου και λέκτορας του Τμήματος Θεολογίας του Α.Π.Θ. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Στρασβούργο, όπου εκπόνησε και την διδακτορική της διατριβή, στο Ποντιφικικό Ινστιτούτο Αραβοϊσλαμικών Σπουδών της Ρώμης (PISAI) και στο Χασεμιτικό Πανεπιστήμο του Αμμάν της Ιορδανίας. Εργάστηκε ως καθηγήτρια μέσης εκπαίδευσης (1997-2006) και δίδαξε ως ειδικός επιστήμονας (Π.Δ. 407/80) το μάθημα της «Ιστορίας του Ισλαμικού Κόσμου» στο τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας του Δ.Π.Θ., και το μάθημα «Ιστορία της Γραφής» στο τμήμα Βιβλιοθηκονομίας του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης. Μιλά γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, αραβικά. 

ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΟΥΦΙΣΜΟΣ
(Περίληψη εισήγησης στην Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, Σάββατο 5 Μαΐου 2007)
ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΑΜΠΕΡΙΔΗΣ
Ησυχασμός και παλαμισμός είναι παράγωγοι όροι που επινοήθηκαν από λογίους της Δύσης ως αντίστοιχοι του quietisme, το κίνημα του 17ου αιώνα. Στην Ορθοδοξία δεν χρησιμοποιούνται αυτά τα παράγωγα, αφού δεν πρόκειται περί ησυχαστικού κινήματος, άλλα περί ιερώς ησυχαζόντων. Παρόμοια διαπίστωση ισχύει και για το σουφισμό, αφού και εδώ δεν παρατηρείται οργανωμένο κίνημα σουφίδων στη Μικρά Ασία, άλλα επικράτηση δύο μυστικών ταγμάτων, των Μεβλεβίδων και Μπεκτασίδων, με εντελώς διαφορετική συγκρότηση μεν, άλλα με κοινό σκοπό τον προσηλυτισμό και την διάδοση του Ισλάμ μεταξύ των αυτοχθόνων πληθυσμών της Μικράς Ασίας.
Ο ιδρυτής των Μπεκτασί Χατζη-Μπεκτάς έρχεται στη Μικρά Ασία γύρω στα μέσα του 13ου αιώνα από το Χορασάν ακολουθώντας τις μετακινήσεις τουρκομανικών νομαδικών φύλων, που εισβάλλουν στη Μικρά Ασία. Πριν όμως την οργάνωση των Μπεκτασίδων σε τάγμα, που δεν μαρτυρείται μέχρι τον 15ο αιώνα, με την τελική μορφή συγκρότησής του σε οργανωμένη αδελφότητα να ολοκληρώνεται τον 16ο αιώνα από τον Μπαλίμ Σουλτάν, γεννημένο από Χριστιανή μητέρα και Μπεκτασί πατέρα στο Διδυμότειχο, η Μικρά Ασία γίνεται ο χώρος όπου φανερώνεται καθαρά ο τρόπος λειτουργίας των ταγμάτων και ο ρόλος που διαδραματίζουν στην κατάκτηση των ανατολικών επαρχιών του Βυζαντίου.
Σε αντίθεση με την αστραπιαία διάδοση του Ισλάμ στη Μέση Ανατολή, στη μικρή ανατολή η κατάκτηση ολοκληρώνεται σε πέντε αιώνες. Πρόκειται για μία αργή διείσδυση τουρκομάνικων φύλων στην Μικρά Ασία, που έχει αρχίσει πριν από τη μάχη του Μαντζικέρτ το 1071, στις αρχές του 11ου αιώνα αν όχι νωρίτερα, και που θα ολοκληρωθεί με την άλωση της Τραπεζούντας το 1461. Στη μακρά διάρκεια αυτής της επίμονης διείσδυσης και σταδιαίας κατάκτησης κύριο ρόλο στην εξάπλωσή της παίζουν οι θρησκευτικοί ηγέτες, με πρώτους τους γκαζήδες, ένα είδος πνευματικών πολεμαρχών, που δίνουν σταδιακά τη θέση τους στους μπαμπάδες, στους πνευματικούς ηγέτες σουφίδικων ταγμάτων.
Οι μπαμπάδες ανήκουν κυρίως στα ντερβίσικα τάγματα των Καλεντερί, των Χαινταρί και των Ριφαΐ, με πρωταρχικό στοιχείο τους Καλεντερί, όπου άνηκε και ο δάσκαλος τού Χατζη-Μπεκτάς. Όταν κάνομε λόγο για κινήματα μέσα στην παράδοση του σουφισμού, αναφερόμαστε, σε τάγματα ντερβίσηδων που έχουν δώσει πολιτική χροιά στη συγκρότησή τους και εξυπηρετούν δευτερεύοντες σκοπούς από αυτούς που είχαν εμπνεύσει τη δημιουργία της μυστικής παράδοσης του σουφισμού.
Μία ενδιαφέρουσα παρατήρηση επικεντρώνεται σε ορισμένες ομοιότητες που εκδηλώνονται με την μοναστική παράδοση του χριστιανισμού. Και ο σουφισμός, η τασσαβούφ, η μυστική μέθοδος των σουφίδων, έλαβε την αρχή της στην αντίδραση που εκδηλώθηκε εναντίον της εκκοσμίκευσης και χλιδής της αυλής των Ουμαγιάδων της Δαμασκού, και τροφοδότησε μια ασκητική τάση σε όσους αναζητούσαν μια έντονη πνευματική μορφή ισλαμισμού, έξω από τα στεγανά πλαίσια μιας δικανικής αντίληψης του Ισλάμ, κύριο γνώρισμα του μονολιθικού σουνισμού του χαλιφάτου των Ουμαγιάδων. Τότε παρουσιάστηκε η σχολή Μπατινίγια (μπατίν, αόρατο) που κύριο μέλημά της ήταν η ερμηνεία του Κορανίου σύμφωνα με την αλληγορική και εσωτερική μέθοδο.
Αυτός που επιθυμούσε την ένωσή του με τον Θεό, μπορούσε να το πετύχει μέσα από την απάρνηση του κόσμου, την αναγωγή του σε μία πραγματικότητα όπου τα πάντα προσλάμβαναν μία εσωτερική ερμηνεία με την αναφορά τους σε μία συμβολική πραγματικότητα, όπου ο άνθρωπος μέσα από την ατομική ασκητική του προσπάθεια συναντιόταν με έναν Θεό που αποκαραδοκούσε την ένωσή του με τον δούλο της αγάπης του, τον άμπντ, τον υποτακτικό, τον αμπντάλη του. Κατά τη γνωστή διατύπωση του Ιμπν Αραμπί, οποίος γνωρίζει τον εαυτό του γνωρίζει τον Θεό του. Ο εαυτός είναι ο τόπος της συμπάθειας του Θεού προς τον άνθρωπο και της θεοπάθειας του άνθρωπου που πραγματοποιείται μέσα στον Θεό. Για αυτό το λόγο μπορούσε να διακηρύξει ο Αλ Χαλλάτζ είμαι ο Θεός, Άνα-αλ Χακκ, και ο Ιμπν Άραμπι είμαι το μυστικό του Θεού, Άνα σιρρ αλ-Χακκ.
Σύντομα, οι δικανικοί ερμηνευτές του ορθολογικού Ισλάμ τοποθετήθηκαν εναντίον του μυστικού ρεύματος του σουφισμού. Ο Αλ Χαλλάτζ εκτελέστηκε στη Βαγδάτη το 922, κατόπιν της φάτουα που εξέδωσε εναντίον του ο μέγας καντί των Αββασίδων με την γενική κατηγορία πως η διδασκαλία του έθετε σε κίνδυνο τα δόγματα του Ισλάμ, ο Αιν αλ-Κοζάτ Χαμαντανί, μαθητής του Αχμάντ Γκαζαλί, εκτελέστηκε στα τριάντα τρία του χρόνια το 1131, και ο Σοχραγουαρντί, ο μέγας ερμηνευτής του μυστικού φωτός, ο Σαΐχ αλ Ισράκ, στα τριάντα έξι του εκτελέστηκε κρυφά στο κάστρο του Χαλεπιού από τον περίφημο Σαλαχαντίν των Σταυροφοριών, το 1191.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της αδιαλλαξίας των ουλεμάδων δεν θα πρέπει να μας φανεί παράξενο το φαινόμενο της συρροής των ντερβίσηδων στον ελεύθερο από δογματικές ιδεοληψίες, στην ουσία θεολογικώς ακατέργαστο, μικρασιατικό χώρο. Έτσι εξηγείται και η εμφάνιση του Τζελαλεντίν Ρουμί στην αυλή των Σελτζούκων. Γύρω από τον Ρουμί άρχισε να δημιουργείται ένας κύκλος μαθητών, που του προσέδωσαν τον τίτλο Μεβλανά, ο Κύριός μας, από όπου το τάγμα Μεβλεβί. Σε αντίθεση με τον σαμανιστικό και λαϊκό χαρακτήρα του τάγματος των Μπεκτασίδων, οι Μεβλεβίδες επιδόθηκαν σε μία εκλεπτυσμένη μορφή λατρείας που διαδόθηκε μέσα από μια υψηλή μορφή περσικής ποίησης, έντεχνων μουσικών μελισμάτων, χορογραφικών συμβολικών τύπων και εξευγενισμένων ηθών. Στο συναξάρι των Μεβλεβί, το Μενακίμπ αλ αριφίν, συνταγμένο από τον Εφλακί στον δέκατο τέταρτο αιώνα, ο ίδιος ο Ρουμί ευχαριστεί τον Θεό που τον οδήγησε στην πανέμορφη Μικρά Ασία […] στη Χώρα των Ρωμιών για να γίνω ένα με αυτούς και να τους οδηγήσω στην αληθινή πίστη!
Το γεγονός πως τα πιο φωτισμένα πνεύματα του σουφισμού του 12ου και του 13ου αιώνα, ο Σουχραγουαρντί και ο Ιμπν Άραμπι ταξίδεψαν στη Μικρά Ασία και επισκέφτηκαν το σουλτανάτο του Ικονίου φανερώνει τη σημασία που προσέδιναν οι σουφίδες σε αυτό το κέντρο του ισλαμικού πολιτισμού. Καταβάλλονται συντονισμένες ενέργειες για τον εξισλαμισμό των χριστιανικών πληθυσμών. Και τα δύο Συναξάρια των βίων αγίων των δύο ταγμάτων, το Βιλαγετναμέ των Μπεκτασίδων και το Μενακίμπ αλ αριφίν των Μεβλεβίδων βρίθουν από περιπτώσεις εξισλαμισμών που φανερώνουν τον βαθμό προσχώρησης στο Ισλάμ των χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, που οφείλεται κυρίως στο ιεραποστολικό έργο από τους ντερβίσηδες.
Τα ευαγή καταστήματα των νέων κατακτητών, τα βακούφια και τα φιλανθρωπικά ιδρύματά τους, τα τεμένη και τα αναπαυτήριά τους κτίστηκαν κυριολεκτικά πάνω στα ερείπια των ευαγών ιδρυμάτων, των εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών καταστημάτων, εκκλησιών και μοναστηριών των εκτοπισμένων και εξισλαμισμένων, άλλα και των λιγοστών εναπομεινάντων χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, που είχαν επωμισθεί τώρα την ευθύνη της συντήρησης τους, μεταμορφωμένα σε μουσουλμανικά ιδρύματα. Η παρακμή του χριστιανισμού και η υποχώρηση του ρωμαϊκού στοιχείου είναι παντού αισθητή. Οι πολυάνθρωπες και πλούσιες πόλεις της Μικράς Ασίας που έχουν πυρποληθεί, λεηλατηθεί, καταληφθεί, είναι αναρίθμητες. Με αυτές τις συνθήκες, με τους μαζικούς εξισλαμισμούς, την απορρόφηση του ρωμαϊκού στοιχείου μέσα στο τουρκομανικό, είναι δύσκολο να ειδωθούν οι σχέσεις μεταξύ ντερβίσηδων και μοναχών, σουφί και ησυχαστών, σε άλλο πλέγμα έκτος από αυτό του εξισλαμισμού και της ιεραποστολής.
Από το Βιλαγετναμέ γίνεται φανερό πως κάθε προσπάθεια προσέγγισης των δύο θρησκειών έχει προσηλυτιστικά κίνητρα. Ο Χατζη-Μπεκτάς παρουσιάζεται ως μετεμψύχωση και ταυτίζεται με τον ιδιαίτερα προσφιλή στους Καππαδόκες ορθόδοξους Άγιο Χαράλαμπο. Στην Αγία Τριάδα αντιστοιχεί η Αγία Τριάδα Μπεκτασί αποτελούμενη από τον Αλλάχ, τον Μωάμεθ και τον Αλί? η γέννηση του Χριστού από την Παρθένο παρουσιάζεται ως προδιατύπωση της γέννησης του δευτέρου ιδρυτή του Μπεκτασισμού Μπαλίμ Σουλτάν από Χριστιανή παρθένο? στους δώδεκα ιμάμηδες αντιστοιχούν οι δώδεκα απόστολοι. Οι Μπεκτασίδες δεν διστάζουν να βαπτιστούν και θεωρούν το βάπτισμα με ροδόσταμο καθαρτικό αμαρτιών και αποτρόπαιο προφυλακτικό κατά του κακού, σαμανιστικό εξορκισμό. Η λατρεία των αγιασμάτων, το προσκύνημα σε τάφους αγίων, το άναμμα κεριών σε εκκλησίες, ακόμα και η προσκύνηση των εικόνων από σουφίδες αποτελούν δεισιδαιμονικές δοξασίες προφυλακτικού χαρακτήρα κατά του κακού. Με τα ίδια κριτήρια οι Μπεκτασίδες στις αγρυπνίες τους μεταλαμβάνουν κρασί και μοιράζονται τον άρτο, επιτρέπουν ακόμα και στις γυναίκες να συμμετέχουν ακάλυπτες όπως και οι Χριστιανές στην ιεροτελεστία του αϊνιτζέμ. Τοποθετημένα μέσα στο ιστορικό τους πλαίσιο της ιεραποστολής και της διευκόλυνσης τής εγκατάστασης των νεοαφιχθέντων τουρκομάνων που επιζητούν μία αρμονική συνύπαρξη μετά από τις κατακτητικές επιδρομές και την απαλλοτρίωση των εδαφών και των ιδρυμάτων των παλαιών γηγενών κατοίκων του μικρασιάτικου χώρου, θα πρέπει όλα αυτά τα κατά τα φαινόμενα κοινά στοιχεία, να κατανοηθούν ως παραχωρήσεις των Μουσουλμάνων προς τους Χριστιανούς, παραχωρήσεις που έχουν δύο κυρίως ευεργετικά αποτελέσματα. Το πρώτο είναι πως οι νεοαφιχθέντες, προσεταιρισμένοι διάφορες συνήθειες, πιστεύουν πως διευκολύνουν την αφομοίωσή τους από τον τοπικό πληθυσμό και πως φανερώνουν μια διάθεση ανεκτικότητας και συγκατάβασης προς τις παραδοσιακές συνήθειες του γηγενούς πληθυσμού. Το δεύτερο ευεργετικό αποτέλεσμα είναι πως δεν αποξενώνουν εντελώς τους Χριστιανούς και συνάμα τους προσφέρουν μια σταδιακή και ανώδυνη προσχώρηση στον ισλαμισμό αφού επιτρέπουν το βάπτισμα, κάνουν αγρυπνίες και μεταλαμβάνουν όπως και οι ορθόδοξοι, πιστεύουν στην Αγία Τριάδα και στους αποστόλους, λατρεύουν τον Άγιο Χαράλαμπο.
Όσα αναφέρθηκαν παραπάνω σε σχέση με τους εξωτερικούς τύπους λατρείας, ισχύουν και για τη μυστική θεολογία του σουφισμού. Δεν υπάρχει τίποτα εκεί που να μην ανάγεται στον νεοπλατωνισμό, στο γνωστικισμό ή ακόμη και στον ωριγενισμό των πρώτων αιώνων του ελληνιστικού χριστιανικού συγκρητισμού. Όλα τα φανερώματα του κόσμου ερμηνεύονται μέσα από τη γενικευμένη μέθοδο του τα’ουβίλ, της εσωτερικής δηλαδή πνευματικής ερμηνείας, ως σύμβολα που μεταμορφώνονται και αυτά για να μεταφερθούν σε συμβολοποιημένα πρόσωπα. Όλα τα φαινόμενα, κάθε εξωτερικό νόημα, ζαχίρ, έχει το αντίστοιχο του εσωτερικό νόημα, μπατίν. Ακόμα και το ιερό βιβλίο του Ισλάμ, το Κοράνι, έχει κατεβεί από τον υπερουράνιο τόπο όπου υπάρχει το αιώνιό του πρότυπο, και για να γίνει δυνατή η κατανόησή του, πρέπει να ερμηνευτεί με το εσωτερικό νόημα μπατίν. Αυτή είναι και η ιερή αποστολή του ιμάμη, του πνευματικού οδηγού. Η μέθοδος του τα’ουβίλ επιτρέπει στον μύστη να εισέλθει σε ένα νέο κόσμο, να φτάσει σε ένα υψηλότερο στάδιο οντότητας.
Με αυτή την ακραία αναγωγή των πάντων σε έναν εσωτερικό συμβολισμό θα μπορέσει να καθαρθεί ο άνθρωπος από τα εξωτερικά φυσικά φαινόμενα και πράγματα, για να εισέλθει στον κόσμο της μυστικής αγάπης, όπου θα καταλάβει πως ο Θεός και ο δούλος του συναντούνται στην ενότητα και στην ταύτισή τους σε αυτό το στάδιο της εσωτερικής υψηλής οντότητας. Μέσα από αυτή την ενότητα του κτιστού όντος με τον άκτιστο Θεό πραγματοποιείται εδώ στη γη, σε τούτη τη ζωή η θέωση του τέλειου ανθρώπου, insan al-kamil, του συμπαντικού ανθρώπου. Παρά το γεγονός της διαφοροποίησης της ουσίας, αντ-ντάτ, και των ποιοτήτων, ασ-σιφάτ, του Θεού, η ουσία καθορίζει την απόλυτη και άπειρη φύση του Θεού που παραμένει άφατη και απρόσιτη στον άνθρωπο, και οι θειες ποιότητες αναγνωρίζονται στις άπειρες εκφάνσεις ενός κτίσματος και είναι προσιτές στον άνθρωπο. Εδώ αναγνωρίζονται κάποια κοινά στοιχεία, ορισμένες ομοιότητες με την ησυχαστική παράδοση.
Οι όποιες ομοιότητες όμως με την ορθόδοξη θεολογία σταματούν εδώ, αφού ο σουφί δάσκαλος, αμέσως μετά την διατριβή του γύρω από το ακατάληπτο και απρόσιτο της ουσίας του Θεού που δεν είναι δυνατό να μεταδοθεί στον άνθρωπο, προσκρούει στη βασική θεωρία της ενότητας και της μοναδικότητας των πάντων που εκπροσωπείται σε τέλειο βαθμό από τον τέλειο άνθρωπο στη θέωσή του μέσα από τη μυστική γνώση, στην ταυτότητά του δηλαδή με τον Θεό. Και εδώ γίνεται κάτι το εντελώς ακατανόητο από τη δική μας έποψη της ετερικής κοινωνίας των ελεύθερων προσώπων. Ο άνθρωπος γίνεται η θεοφάνεια του θείου όντος επειδή ο Θεός εκφαίνεται στον άνθρωπο, με την διαφορά πως δεν είναι ο άνθρωπος που εκφαίνεται, άλλα ο Θεός εν ανθρώπω. Mε αυτή την έννοια της• θεοφάνειας ο Χριστός είναι Θεός, δηλαδή μία Θεοφάνια που εκφαίνεται στον εαυτό της μέσα στον άνθρωπο που ταυτίζεται απόλυτα με το Θεό. Εφόσον είναι εντελώς αδύνατο για τον Θεό να ενανθρωπηθεί και να ενσαρκωθεί, δεν μπορεί ο Χριστός να διατείνεται πως είναι ο Χριστός (Μασίχ), ο υιός της Μαριάμ.
Με αυτές τις συνθήκες καταργείται η ετερότητα, που για να γνωριστεί, ανάγεται σε αυτότητα. Για αυτό το λόγο δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνία ετέρων προσώπων, τριαδική κοινωνία, διαπροσωπική ετερότητα, πολυμορφία, τρεις υποστάσεις, δύο φύσεις, ενσάρκωση. Δεν υπάρχει λόγος για κατανόηση της υποστατικής ένωσης, αφού τα πάντα εξαντλούνται στην αυτιστική ένωση των πάντων με τον εαυτό τους. Η ομολογία της πίστης του Ισλάμ, «Δεν υπάρχει (άλλος) Θεός έκτος από το Θεό», ξεκινάει ουσιαστικά με μία άρνηση της ετερότητας και καταλήγει στην επίφαση της ταυτολογίας.
Όταν ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς αιχμαλωτίζεται το 1354 από τους Τούρκους και ακολουθεί τους απαγωγείς του στις πόλεις και στα χωριά της Βιθυνίας, συνδιαλέγεται ένα βράδυ με κάτι Χιόνες, Εβραίους προσηλύτους στο Ισλάμ, ενώπιον του σουλτάνου, που χάνουν την υπομονή τους με την ορθόδοξη ερμηνεία του τριαδικού Θεού, τον χαστουκίζουν και λαβαίνει τέλος η συζήτηση. Πέρα από αυτές τις αξεπέραστες δογματικές διαφορές, είναι γενικώς αποδεκτό πως το ζήτημα του ησυχασμού τοποθετείται στο επίκεντρο από τις παρεμβάσεις του Βαρλαάμ, ενός ελληνο-λατίνου Καλαβρού που ασπάζεται μεν την Ορθοδοξία όταν φτάνει στην Κωνσταντινούπολη, αλλά μεταφέρει μαζί του τη σύνολη κατανόηση του μυστικισμού που έχει μεταδώσει η ανατολή στη δύση, ιδιαίτερα στην Ιταλία, δια μέσου των σουφί της Ισπανίας και της Σικελίας, αλλά και του Αγίου Φραγκίσκου της Ασσίζης, που τον δίδαξε στην πατρίδα του μετά την διετή παραμονή του στην Αίγυπτο και στη Συρία. Σε αυτό το σημείο, πιστεύω, πως βρίσκεται η αρχή της σύγχυσης γύρω από την ενόραση του θείου φωτός, τις αντιρρήσεις του Βαρλαάμ γύρω από το θέμα και όλα τα συνεπακόλουθα που χαρακτηρίζουν τις ησυχαστικές έριδες τον δέκατο τέταρτο αιώνα.

* Ο πρωτοπρεσβύτερος Λάμπρος Καμπερίδης είναι ιερέας της ελληνορθόδοξης Μητρόπολης του Καναδά και διδάσκων στα Concordia University και Universite de Sherbrooke. Έχουν εκδοθεί τα βιβλία του: Δος μοι τούτον τον ξένον, εκδ. Ίνδικτος, 2006, Οι γάμοι του Ουρανού και της Γης. Μια ανάγνωση του Pound και του Blake με οδηγό τον Ζήσιμο Λορεντζάτο, εκδ. Αρμός, 2003 και Το ναι το γλυκύ το πράον, εκδ. Δόμος, 1990

Αρχαία ελληνική σκέψη, χριστιανισμός και ισλαμική φιλοσοφία
(Περίληψη εισήγησης στην Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2007)
Γρηγόριος Ζιάκας
Ο ελληνισμός δεν περικλείεται στα όρια της κλασικής μόνο εποχής. Έχει μακρά ιστορία με καταπληκτικά επιτεύγματα λόγου και τέχνης και διαιρείται σε μεγάλες περιόδους που καλύπτουν το χρονικό διάστημα από το 2000 π.Χ. έως σήμερα. Η πρώτη φάση είναι αυτή της γένεσης του ελληνισμού και φτάνει ως τον 8ο περίπου π.Χ. αιώνα. Η δεύτερη είναι η αρχαϊκή εποχή, κατά την οποία έχουμε την γένεση της λογοτεχνίας με τα ομηρικά έπη, τον Ησίοδο και την λυρική ποίηση. Κατά την περίοδο αυτή σημειώνονται και οι απαρχές της φιλοσοφίας, των επιστημών και της ιστοριογραφίας. Η τρίτη είναι η ακμή της ελληνικής πόλης. Κατά την περίοδο αυτή δημιουργείται ο πεζός λόγος και ανθίζουν οι τέχνες και η αρχιτεκτονική με αρχαϊκή ωραιότητα, η υψηλή ποίηση και η τραγωδία. Το ύψιστο σημείο της ακμής σημειώνεται κατά τον 5ο αι., εποχή του Περικλέους, οπότε δημιουργείται η αληθινή κλασική εποχή με τα απαράμιλλα έργα τέχνης και λόγου και την υψηλή φιλοσοφία στην οποία δεσπόζουν οι μεγάλοι φιλόσοφοι Σωκράτης, Πλάτων και Αριστοτέλης.
Με τη νίκη του Φιλίππου στη Χαιρώνεια (338 π.Χ.), παύει η πόλις-κράτος και δημιουργείται μια πανελληνική πολιτεία που με την πορεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ανατολή ξαπλώνεται σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο, η ελληνική γίνεται η κοινή γλώσσα της ελληνιστικής οικουμένης, τα πολιτιστικά αγαθά αλληλοπεριχωρούν το ένα στο άλλο και σημειώνεται ένα νέο αίσθημα για τη ζωή και μια νέα άνθηση των γραμμάτων, αποτέλεσμα της γονιμοποίησης της ελληνικής σκέψης με τη σκέψη της Ανατολής. Η περίοδος αυτή ονομάζεται ελληνιστική και έχει να προσφέρει νέους καρπούς του πνεύματος και ιδιαίτερα την εφαρμογή της επιστημονικής σκέψης του κλασικού ελληνισμού.
Από το 146 π.Χ., όταν οι Ρωμαίοι κυριεύουν την Κόρινθο, η Ελλάδα γίνεται τμήμα του Ρωμαϊκού κράτους και διαιρείται σε επαρχίες. Οι Ρωμαίοι καταλαμβάνουν τα ελληνιστικά κράτη και γίνονται κληρονόμοι της ελληνιστικής οικουμένης. Κι ενώ η λατινική γίνεται η γλώσσα της διοίκησης, η κοινή ελληνική παραμένει η γλώσσα του λαού και των γραμμάτων σε όλη την αυτοκρατορία, ακόμη και στη Ρώμη. Όταν το χριστιανικό κήρυγμα των αποστόλων, πέρασε τα στενά όρια της Παλαιστίνης και εξαπλώθηκε στον τότε γνωστό κόσμο, είχε ένα κοινό γλωσσικό όργανο να μιλήσει σε όλους τους λαούς.
Η εξάπλωση του Χριστιανισμού αποτελεί έναν νέο μεγάλο σταθμό για την ελληνική σκέψη και τον ελληνικό πολιτισμό που φτάνει ως τις ημέρες μας. Είναι καταρχάς σαφές πόσο μεγάλη σημασία είχε για την ελληνική γλώσσα το γεγονός ότι το Ευαγγέλιο γράφεται πρωτοτύπως στα ελληνικά. Η Εκκλησία γίνεται ο θεματοφύλακας της ελληνικής γλώσσας και από την αρχή γράφεται σε ελληνικό λόγο μια τεράστια πατερική και εκκλησιαστική γραμματεία. Πηγή βέβαια και αφετηρία της πατερικής διδασκαλίας είναι η θεία αποκάλυψη. Αυτόνομη φιλοσοφία έξω από το περιεχόμενο της θείας αποκαλύψεως δεν αναπτύσσεται. Ο αυτόνομος φιλοσοφικός στοχασμός, χαρακτηριστικό γνώρισμα της ελληνικής σκέψης, είναι προϊόν του ανθρώπινου λόγου. Η αλήθεια όμως της πίστεως δεν στηρίζεται στον ανθρώπινο λόγο, αλλά στην θεία αποκάλυψη. Ωστόσο οι πατέρες της Εκκλησίας δεν υποτίμησαν την αξία του ανθρώπινου λόγου και του φιλοσοφικού στοχασμού. Πήραν τα εκφραστικά σχήματα και τις μορφές της ελληνικής φιλοσοφίας για να διατυπώσουν, να ορίσουν και να διασαφήσουν συστηματικά το περιεχόμενο της θείας αποκαλύψεως. Έτσι οι χριστιανοί φιλόσοφοι δεν απέρριψαν την επιστημονική μέθοδο. Όπως η αρχαία ελληνική σκέψη έτσι και αυτοί έδωσαν μεγάλη σημασία στη γνώση του έσω ανθρώπου, την αυτογνωσία. Η γνώση όμως αυτή είναι στην πραγματικότητα μια γνώση του οικουμενικού ανθρώπου, ο οποίος δέχεται όλες τις εκφάνσεις τις ζωής και όλες τις αξίες της ανθρώπινης κοινωνίας. Με το πνεύμα αυτό φιλοσοφία και ζωή, πίστη και γνώση αφομοιώθηκαν αρμονικά και συνυπάρχουν δημιουργικά. Έτσι οι Πατέρες “εθεολόγησαν φιλοσοφούντες”. Αυτή την πεποίθηση έχουν όλοι οι πατέρες της Ανατολικής Εκκλησίας. Γι’ αυτό όλοι τους δέχτηκαν τα αγαθά της φιλοσοφίας και ήταν βαθείς γνώστες των καρπών του ελληνικού λόγου. Την ρωμαλέα αυτή σύνθεση την παρατηρούμε σε όλη χριστιανική ζωή και σκέψη, η οποία εκφράζεται τόσο στη θεολογία, τη λατρεία και την τέχνη, όσο και στην κοινωνική και μοναχική ζωή. Η ελληνική εκκλησιαστική ποίηση και υμνογραφία εξάλλου αποτελούν τον θησαυρό της κοινής ελληνικής γλώσσας. Η εκκλησιαστική βέβαια υμνογραφία εκφράζει τις αρχές της χριστιανικής πίστης, με δύναμη λόγου και εικόνες, που δίνουν ζωηρότητα στην έκφραση και ενθουσιασμό στον πιστό. Η μεγαλοπρέπεια όμως και ο άφθαστος λυρισμός της υμνογραφίας φανερώνει τί σώζεται και τί καλλιεργείται από το κάλλος της ελληνικής γλώσσας στην Εκκλησία έως σήμερα.
Ένα άλλο κατ’ εξοχήν σπουδαίο κεφάλαιο της ιστορίας της ελληνικής σκέψης είναι η εξάπλωσή της στην Ανατολή, και ιδίως στην αραβική και ισλαμική παράδοση. Είναι γνωστό ότι από τα μέσα του 8ου έως τα τέλη του 12ου αιώνα σημειώθηκε στον αραβο-ισλαμικό κόσμο μεγάλη μεταφραστική δραστηριότητα, στη διάρκεια της οποίας μεταφράστηκαν στα αραβικά πολυάριθμα έργα αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων και ελληνιστών λογίων. Οι λόγιοι του Ισλάμ επέδειξαν γενικά μιαν εξαιρετική θεωρητική οξύνοια και μια σπάνια ικανότητα για σύνθεση.
Η αραβική φιλοσοφική σκέψη έχει πολλές και ποικίλες πηγές. Την κύρια όμως και εξέχουσα θέση μέσα στην αραβική παράδοση την κατέχει ο Αριστοτέλης, που θεωρείται από τους περισσότερους Άραβες λογίους ως ο εξοχώτερος εκπρόσωπος της φιλοσοφίας, ο κατ’ εξοχήν φιλόσοφος και “ο πρώτος διδάσκαλος” (αλ-μου‘άλλιμ αλ-άουαλ). Με την είσοδο της ελληνικής και αριστοτελικής σκέψης στον αραβικό, ισλαμικό κόσμο, άρχισε ένα ευσυνείδητο και φιλόπονο έργο δημιουργικής καλλιέργειας. Ολόκληρος ο πνευματικός βίος του Ισλάμ, η αραβική φιλοσοφία και οι φυσικές επιστήμες, διαποτίστηκαν λίγο ή πολύ, από τις αρχές του αριστοτελικού λόγου και της ελληνικής διανόησης. Η επίδραση της ελληνικής και αριστοτελικής σκέψης είναι σημαντική και πέρα από το χώρο της φιλοσοφίας. Τόσο τα γνήσια έργα των ελλήνων φιλοσόφων όσο και εκείνα της γνωμολογικής και απόκρυφης φιλολογίας, έθεσαν τη σφραγίδα τους όχι μόνο στις φυσικές επιστήμες του Ισλάμ, όπως είναι η ιατρική, η ζωολογία, η βοτανική, η γεωργία και τα μαθηματικά, αλλά και στις απόκρυφες επιστήμες, όπως είναι η αραβική αλχημεία, η αστρολογία και η μαγεία. Η ελληνική παιδεία, η οποία από την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου και των διαδόχων του είχε διαδοθεί στην Ανατολή, βρήκε με την εξάπλωση του Χριστιανισμού ισχυρό στήριγμα. Από τα μέσα του 5ου αιώνα και ύστερα ο συριακός χριστιανισμός μετέφρασε στα συριακά και είχε στη διάθεσή του πολλά ελληνικά έργα, και μάλιστα αριστοτελικά και νεοπλατωνικά. Αυτόν τον πλούτο της ελληνικής παιδείας βρήκαν οι Άραβες μουσουλμάνοι της Μ. Ανατολής όπου εξαπλώθηκαν, αλλά έλειπαν οι ειδήμονες και οι ικανοί για να μεταφράσουν τα ελληνικά έργα στην αραβική. Χείρα βοηθείας έτεινε πάλι ο Χριστιανισμός. Οι περισσότεροι από τους μεταφραστές είναι χριστιανοί της Συρίας, κληρικοί ή ιατροί.
Σε αδρές γραμμές μπορούμε να διαιρέσουμε την ιστορία της μεταφραστικής δραστηριότητας, κατά την οποία η αρχαία ελληνική κληρονομιά μεταβιβάστηκε στους Άραβες, σε δύο μεγάλες φάσεις: η πρώτη είναι αυτή που αρχίζει κατά την περίοδο της δυναστείας των Ομαγιαδών (661-750) στη Δαμασκό και η δεύτερη είναι αυτή που γίνεται κατά την περίοδο της δυναστείας των Αββασιδών (750-1258) στη Βαγδάτη. Η πρώτη φάση είναι προπαρασκευαστική. Η δεύτερη ανοίγει την κύρια μεταφραστική κίνηση. Οι Αββασίδες έγιναν οι προστάτες των γραμμάτων και των επιστημών. Επί διακυβερνήσεως μάλιστα του κράτους από τον διακεκριμένο χαλίφη Αλ-Μαμούν (813-833) η μεταβίβαση της ελληνικής σκέψης σημείωσε την κορύφωσή της. Ο χαλίφης ίδρυσε την ανακτορική βιβλιοθήκη, η οποία ονομάστηκε “Οίκος σοφίας”, όπου θεραπεύτηκαν όλες οι επιστήμες και η φιλοσοφία. Η μεταφραστική δραστηριότητα της Βαγδάτης, διαιρείται σε τρεις περιόδους: η πρώτη αρχίζει από το 765 περίπου και φτάνει ως το 813. Πολλοί χριστιανοί μεταφράζουν κατά την περίοδο αυτή αριστοτελικά και άλλα ελληνικά έργα. Η δεύτερη μεταφραστική περίοδος αρχίζει από το 813 έως το τέλος του 9ου αιώνα. Πρόκειται για την μεγάλη και κύρια μεταφραστική περίοδο. Διευθυντής του “Οίκου της σοφίας” είναι ο Χουνάιν ιμπν Ισχάκ, σπουδαίος γιατρός και διάκονος της συριακής εκκλησίας, που γνώριζε συριακά, περσικά και ελληνικά. Γύρω του συγκεντρώθηκε ένας μεγάλος αριθμός χριστιανών κυρίως μεταφραστών και το έργο έφτασε σε μεγάλη ακμή. Η τρίτη μεταφραστική περίοδος αρχίζει μετά τον 10ο αιώνα και φτάνει έως τον 12ο περίπου. Η περίοδος αυτή ασχολείται κυρίως με τον σχολιασμό του πλούτου των μεταφρασμένων έργων. Υπάρχει και εδώ μια σειρά μεγάλων χριστιανών λογίων.
Όλον αυτόν τον πλούτο της ελληνικής και αριστοτελικής σκέψης, τον αξιοποίησαν οι μουσουλμάνοι λόγιοι και έτσι δημιουργήθηκαν οι ισλαμικές φυσικές επιστήμες και η ισλαμική φιλοσοφία (φάλσαφα). Δύο μεγάλες ιστορικά και γεωγραφικά χωριστές περίοδοι αξιοποιούν την ελληνική σκέψη. Από τις αρχές του 90ου έως το πρώτο μισό του 11ου αιώνα ακμάζει ο κλάδος της λεγόμενης ανατολικής “φιλοσοφίας”. Τον 12ο αι. δημιουργείται στην Ισπανία ο δυτικός κλάδος της ισλαμικής “φιλοσοφίας”.
Τρεις είναι οι μεγάλες φιλοσοφικές μορφές της ανατολικής ισλαμικής φιλοσοφίας: ο Αλ-Κιντί (θ.870), ο πρώτος μεγάλος εκπρόσωπος της αριστοτελικής και νεοπλατωνικής σκέψης στο Ισλάμ. Ακολουθεί ο Αλ-Φαράμπι (870-950), με βαθιές αριστοτελικές και πλατωνικές υποδομές που προσπάθησε να εναρμονίσει τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και έπεται ο Αβικέννας (980-1037), ο πιο μεγάλος και πιο σπουδαίος εκπρόσωπος του αριστοτελισμού (χρωματισμένου νεοπλατωνικά) στο Ισλάμ.
Στη Δύση τον 12ο αι. δίπλα στις σπουδαίες μορφές του Ιμπν Μπάτζα και Ιμπν Τουφάι, δεσπόζει η μεγάλη μορφή του Αβερρόη (1126-1198), που ήταν ο κατεξοχήν αριστοτελικός φιλόσοφος και υπομνημάτισε ολόκληρη σειρά του αριστοτελικού corpus, εκπονώντας τριών ειδών υπομνήματα στα έργα του Αριστοτέλη: το Μεγάλο, το Μεσαίο και το Μικρό υπόμνημα.
Οι μεγάλοι φιλόσοφοι του Ισλάμ ευεργέτησαν με τη σειρά τους τη χριστιανική Δύση, διότι μέσω αυτών έφτασαν τα ελληνικά γράμματα στην λατινική Δύση. Έτσι βλέπουμε ότι ο αριστοτελικός λόγος και η ελληνική ευρύτερα σκέψη, αφού διέγραψαν έναν μεγάλο κύκλο φωτός και έγιναν αντικείμενο δημιουργικής καλλιέργειας στον αραβοϊσλαμικό κόσμο, εισήλθαν θριαμβευτικά τον 13ο αι. στην χριστιανική Δύση και προετοίμασαν το πνεύμα της ευρωπαϊκής Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, το οποίο θα τελειοποιήσουν σε λίγο οι Έλληνες λόγιοι που φεύγουν από το Βυζάντιο, λίγο πριν και μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης στους Οθωμανούς, και μεταφέρουν στη Δύση τον πλούτο της ελληνικής σκέψης από το πρωτότυπό της.


* Ο κ. Γρηγόριος Ζιάκας είναι ομότιμος καθηγητής της Θρησκειολογίας-Ιστορίας των Θρησκειών της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ. Σπούδασε Θεολογία και κλασσική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιστορία των Θρησκειών στα Πανεπιστήμια Βιέννης και Μάρμπουργκ, διετέλεσε βοηθός, υφηγητής και από το 1980 καθηγητής της Ιστορίας των Θρησκειών. Επισκέπτης καθηγητής στα πανεπιστήμια της Louvain του Βελγίου (1984-1985) και του Αμμάν της Ιορδανίας (1996). Έγραψε σημαντικό αριθμό βιβλίων, άρθρων και μελετών για τα θρησκεύματα του κόσμου, όπως το τρίτομο εισαγωγικό έργο, Προϊστορικά και Αρχαία θρησκεύματα, Σύγχρονα μεγάλα Ασιατικά θρησκεύματα (Ινδοϊσμός, Βουδισμός, Κομφουκισμός, Ταοϊσμός-Σιντοϊσμός) και Το Ισλάμ. Έγραψε επίσης διάφορες μελέτες, όπως Τα Θρησκεύματα του Θιβέτ, Ο ισλαμικός μυστικισμός, Η μεταβίβαση της ελληνικής σκέψης και του Αριστοτέλη, στην αραβική και ισλαμική παράδοση, κ.ά. Είναι μέλος διαθρησκειακών συλλόγων, διεθνών και ημεδαπών, και έχει λάβει μέρος σε πολυάριθμα διεθνή θρησκειολογικά συνέδρια.