Ακάθιστος ΄Υμνος



Η εικόνα της Παναγίας του Ακαθίστου (ιερά μονή Διονυσίου,  Αγ. Όρος)
Παρουσία πολυπληθεστάτου ακροατηρίου μίλησε στην αίθουσα της Χριστιανικής Ένωσης Ηρακλείου "Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ" το Σάββατο 20 Απριλίου 2002 ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Θεοχάρης Δετοράκης, Άρχοντας Μεγάλος Πρωτονοτάριος της Αγίας και Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας με θέμα "Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ".
Στην αρχή της ομιλίας του ο εκλεκτός ομιλητής είπεν ότι ο Ακάθιστος Ύμνος, είναι ίσως το λαμπρότερο δημιούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας. Για δεκατρείς και περισσότερο αιώνες ο ύμνος αυτός εξακολουθεί να ψάλλεται στους ναούς της Ελληνικής Ορθοδοξίας και να γεμίζει τις καρδιές των πιστών με ευφροσύνη και κατάνυξη. Εγκώμιο και δοξολογία και ικεσία μαζί στη Μητέρα του Θεού.
Είπαν ότι η μόνη αληθινή ποίηση είναι η θρησκευτική. Αν αυτό είναι αλήθεια τότε ο Ακάθιστος Ύμνος είναι η ωραιότερη απόδειξη. Είναι ένα αληθινό ποίημα στο οποίο συνυπάρχουν όλα τα στοιχεία της μεγάλης τέχνης.
Ο Ακάθιστος Ύμνος είναι ένα κοντάκιο με αλφαβητική ακροστιχίδα (Α-Ω). Οι οίκοι του δεν είναι όλοι απολύτως όμοιοι, όπως συμβαίνει σε όλα τα κοντάκια.
Στον Ακάθιστο Ύμνο οι οίκοι που έχουν περιττό αριθμό (1, 3, 5 κ.ο.κ.) είναι εκτενέστεροι και περιέχουν χαιρετισμούς. Αρχίζουν με το "Χαίρε" και καταλήγουν με το "Χαίρε νύμφη ανύμφευτε". Αντίθετα οι οίκοι με άρτιο αριθμό (2, 4, 6 κ.ο.κ.) είναι συντομότεροι, δεν έχουν χαιρετισμούς και καταλήγουν με το "αλληλούϊα".
Η συναξαριακή παράδοση από το 10ο αιώνα και έπειτα συνδέει σταθερά τον Ακάθιστο Ύμνο με συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός, την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης τον Αύγουστο του 626 μ.Χ. από τους Αβάρους. Η σωτηρία της βασιλεύουσας, την άμυνα της οποία είχε αναλάβει ο πατριάρχης Σέργιος με τον πρωθυπουργό Βώνο, δόθηκε στη Θεοτόκο και λαός και κλήρος προσέφεραν στην Παρθένο τον ύμνο, τον οποίον "ολονύκτιον και ακάθιστον αυτή εμελώδησαν" ως έκφραση ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας. Έτσι ο Ύμνος ήταν φυσικό να αποδοθεί στον Πατριάρχη Σέργιον.
Η νεώτερη όμως έρευνα αμφισβητεί την εγκυρότητα της μαρτυρίας αυτής, διότι ο ύμνος αυτός χωρίς αμφιβολία είναι έργο μεγάλου ποιητή και ο Σέργιος δεν είναι καν ποιητής. Πολλοί θεωρούν ως ποιητή του Ακαθίστου το Ρωμανό το Μελωδό, τον ενδοξότερο υμνογράφο του Βυζαντίου. Οι αντιρρήσεις βέβαια είναι πολλές.
Υπάρχει μία άποψη, είπε συνεχίζοντας ο κ. Δετοράκης, που έχει παλαιότερα υποστηριχθεί σύμφωνα με την οποία ο Ακάθιστος Ύμνος συντέθηκε σε εποχή προγενέστερη του Ρωμανού, αλλά αυτή πρέπει να αποκλεισθεί. Είναι πάντως πολύ δύσκολο να αποδοθεί ο Ύμνος σε συγκεκριμένο ποιητή. Η έρευνα κινείται σε ευρύτερο χρονικό πλαίσιο από το Ρωμανό ως το Φώτιο, αλλά το πρόβλημα της πατρότητας του Ακαθίστου παραμένει ακόμα άλυτο. Προσωπικά πιστεύω, είπε, ότι ο Κοσμάς ο Μελωδός (668-752 μ.Χ.) συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες να είναι οι ποιητής του Ύμνου.
Την άποψη αυτή ισχυροποιεί και ένα σημαντικό αρχαιολογικό εύρημα, μία παλαιά εικόνα του Ευαγγελισμού, που είδε Γερμανός ερευνητής το 1904 σε παρεκκλήσιο της Μονής του Αγίου Σάββα στην Ιερουσαλήμ. Στην εικόνα αυτή εκτός από το θέμα του Αρχαγγέλου και της Μαρίας υπάρχει και μία μορφή μοναχού που κρατεί ειλητάριο με την απαρχή του Ακαθίστου Ύμνου "Άγγελος πρωτοστάτης ουρανόθεν επέμφθη...".
Από λειτουργικής πλευράς, είπε, τελειώνοντας την εξαίρετη ομιλία του ο κ. Δετοράκης, ο Ακάθιστος Ύμνος, ψάλλεται χωρισμένος σε τέσσερα ίσα τμήματα, από 6 οίκους το καθένα, τις τέσσερις πρώτες εβδομάδες της Μ. Τεσσαρακοστής, το εσπέρας της Παρασκευής. Ολόκληρος ο Ύμνος ψάλλεται το εσπέρας της Παρασκευής της Ε' εβδομάδας. Ο Ακάθιστος Ύμνος σώζεται σε μεγάλο πλήθος χειρογράφων, τριωδίων, μηνιαίων ωρολογίων, ευχολογίων κ.λπ. Ορισμένα από τα χειρόγραφα αυτά είναι αληθινά έργα τέχνης τα οποία κοσμούν διάφορα Μουσεία.


Αναφέρθηκε κατόπιν στη θεματική οργάνωση του Ακαθίστου Ύμνου και προβλήθηκαν αρκετές πολύ ενδιαφέρουσες διαφάνειες από περίφημα χειρόγραφα, τοιχογραφίες, και φορητές εικόνες και ενδιαφέρουσα εικονογραφία των 24 οίκων του Ακαθίστου από το παρεκκλήσιο των Τριών Ιεραρχών των Μετεώρων, έργο του Ιερέως Ιωάννου και των τέκνων αυτού (1637).
Ο κ. Θεοχάρης Δετοράκης, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης και Άρχοντας Μεγάλος Πρωτονοτάριος της Αγίας και Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, είναι γνωστότατος όχι μόνο στην Κρήτη και Πανελλήνια, αλλά και διεθνώς λόγω της πλουσιώτατης επιστημονικής του δράσεως, των πολυποίκιλων δραστηριοτήτων του και της μεγάλης, πολύτιμης και πολύπλευρης προσφοράς του, όπου κληθεί για να προσφέρει. Είναι ο άνθρωπος της προσφοράς.
Άριστος εκπαιδευτικός και παιδαγωγός, δόκιμος λογοτέχνης, γλαφυρός ομιλητής και βαθυστόχαστος ερευνητής. Έχει συγγράψει περισσότερα από 60 βιβλία και μελετήματα και περισσότερες από 130 μελέτες που αναφέρονται κυρίως σε κρητολογικά θέματα ιστορίας, φιλολογίας, γλώσσας και λαογραφίας. Κορυφαία κρητολογικά του έργα η "Ιστορία της Κρήτης" με Αγγλική και Γερμανική μετάφραση, "Βενετοκρητικά Μελετήματα" και άλλα.
Πρόεδρος της Εταιρίας Κρητικών Ιστορικών Μελετών, και τακτικό ή αντεπιστέλλον μέλος πολλών επιστημονικών εταιριών.
Και η προχθεσινή διάλεξη του κ. Δετοράκη, συνέχεια πολλών άλλων, με τις οποίες έχει τιμήσει το βήμα της Ένωσης του "Αποστόλου Παύλου" υπήρξε μία πλούσια πνευματική πανδαισία γι' αυτό και δίκαια απέσπασε τα ειλικρινή συγχαρητήρια και τις θερμότατες ευχαριστίες όλων που είχαν την τύχη να την παρακολούθησαν.                                                      Μιχάλης Β. Περάκης

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ
10/3/2001    Του Θανάση Σαμαρά Δασκάλου
 

Ήρθε η Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή και εκατομμύρια ψυχές ορθοδόξων Χριστιανών σ’ όλον τον κόσμο, γεμίζουν τις Παρασκευές όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες για να ακούσουν τον Ακάθιστο Ύμνο να ψέλνεται μπροστά στις ιερές εικόνες της Κυρίας Θεοτόκου και να νιώσουν έτσι μια βαθιά κατάνυξη και μια πνευματική ανάταση.
Ο Ακάθιστος΄Υμνος, που δεν είναι άλλος από τους δημοφιλείς χαιρετισμούς στην Παναγία μας, είναι από τα πιο σπουδαία και σημαντικά κείμενα της Βυζαντινής υμνογραφίας. Και έχει σχέση όχι μόνο με την εκκλησία μας αλλά και με την εθνική πορεία του Ελληνισμού. Για πρώτη φορά εψάλη στο ναό της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης για να εκφράσουν στην Υπεραγία Θεοτόκο οι Χριστιανοί την απέραντη ευγνωμοσύνη τους για τη σωτηρία της Πόλης, από τους εχθρούς που την πολιορκούσαν.
Ήταν 8 Αυγούστου του 626 μ.Χ. όταν η Βασιλεύουσα διέτρεξε μεγάλο κίνδυνο, ενώ ο Ηράκλειος πολεμούσε με τους Πέρσες στο εσωτερικό. Τότε πολιορκήθηκε η Πόλη και από τη στεριά και από τη θάλασσα από τους Αβάρους, ενώ τον ίδιο καιρό μια περσική στρατιά έφτανε στη Χαλκηδόνα. Ο Ηράκλειτος εμπιστεύθηκε την άμυνα της Πόλης στον Πατριάρχη Σέργιο και τον Πρωθυπουργό Βώνο. Οι δύο αυτοί άξιοι αντικαταστάτες, εμψύχωσαν το λαό, που με τη βαθιά του πίστη στο Χριστό και την Παναγία, κατάφεραν όλοι μαζί να αποκρούσουν τις απανωτές επιθέσεις των εχθρών και με τη μεγάλη καταστροφή που προξένησε ο Βυζαντινός στόλος στα αβαροσλαβικά μονόξυλα, ανάγκασαν Αβάρους και Πέρσες να λύσουν την πολιορκία και να φύγουν άπρακτοι. Έτσι η Πόλη σώθηκε. Οι κάτοικοι πίστεψαν ότι η ίδια η Παναγία μπήκε επικεφαλής των υπερασπιστών της Πόλης (πολλοί μάλιστα την είδαν πάνω στα τείχη) και για να της δείξουν την ευγνωμοσύνη τους, έψαλαν τον ευχαριστήριο αυτόν ύμνο όρθιοι που γι' αυτό και ονομάσθηκε Ακάθιστος.
Ποιητής του έργου φέρεται ο τότε Πατριάρχης Σέργιος. Όμως οι γνώμες των μελετητών όχι μόνο δε συμφωνούν, αλλά εμφανίζουν και μεγάλες αποκλίσεις. Πολύ σύντομα σας αναφέρω μερικές απόψεις. Άλλοι θεωρούν δημιουργό του Ακαθίστου Ύμνου το σύγχρονο με την πολιορκία  Γεώργιο Πισίδη. Άλλοι τον ιερό Φώτιο, άλλοι τον Απολινάριο τον Αλεξανδρέα, άλλοι το Ρωμανό το Μελωδό, άλλοι όπως ο καθηγητής της Βυζαντινής Φιλολογίας Ν. Β. Τωμαδάκης τον Πατριάρχη Γερμανό Α΄, άλλοι το Μητροπολίτη Νικομήδειας Γεώργιο Σικελιώτη, άλλοι τον Κοσμά το Μελωδό κ.λ.π.
Πάντως εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ο Ακάθιστος Ύμνος, όπως λέει και ο Ι.Μ. Χατζηφώτης, είναι έργο υψηλής πνοής θεόπνευστου άνδρα, που παραμένει ένα ολόφρεσκο υμνογράφημα, που αντέχει στο χρόνο, με τεράστια απήχηση και στη θύραθεν γραμματεία.
Ο Ακάθιστος Ύμνος αποτελείται από 24 μέρη όσα είναι και τα γράμματα της Αλφαβήτας τα οποία λέγονται οίκοι. Χαρακτηριστικό στον Ακάθιστο Ύμνο είναι το αλλεπάλληλο «Χαίρε» στην αρχή κάθε στίχου του εφυμνίου των περιττών οίκων, που ο υμνογράφος το παίρνει από τον ευαγγελικό χαιρετισμό «Χαίρε Κεχαριτωμένη» (Λουκάς, 1,28), που είπε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ προς τη Παρθένο Μαρία.

Σήμερα στην Καλαμπάκα, τη Μονή Βαρλαάμ Μετεώρων, στο Μυστρά, στην Κύπρο και αλλού, υπάρχουν 24 παραστάσεις (εικόνες) που αντιστοιχούν στους 24 οίκους του Ακαθίστου Ύμνου. Και ακόμη στη Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους, η θαυματουργή εικόνα του Ακαθίστου βρίσκεται σε ιδιαίτερο παρεκκλήσι.
Πρέπει να ξέρουμε επίσης, ότι στα μοναστήρια μας και κυρίως στα αγιορείτικα, οι χαιρετισμοί στην Υπεραγία Θεοτόκο, δεν ακούγονται μόνο τη περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής, αλλά ολόκληρο το χρόνο.
Οι μοναχοί, σ’ όλες τις φάσεις της καθημερινής τους ζωής ακόμα και όταν ζυμώνουν ή μαγειρεύουν ή ζωγραφίζουν ή εκτελούν οποιαδήποτε άλλη εργασία, λένε τους χαιρετισμούς. Κυρίως με το Απόδειπνο λέγονται οι χαιρετισμοί, όπως και η ευχή εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον: «Άσπιλε, αμόλυντε κ.λ.π.» που φυσικά προβλέπεται γενικά και από το τυπικό.
Κατά παρόμοιο τρόπο κι εδώ στην Κομοτηνή, στο παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού στην παλιά Μητρόπολη, γίνεται Απόδειπνο σε καθημερινή βάση (όπως και εσπερινός, παράκληση, μεσονυκτικό), όπου κάθε βράδυ, υπό το φως των κεριών και ακολουθώντας με αυστηρότητα το τυπικό του Αγίου Όρους και μέσα σε βαθιά κατάνυξη, λέγονται οι χαιρετισμοί προς την Υπεραγία  Θεοτόκο.

Τούτες λοιπόν τις άγιες μέρες, που είναι μέρες περισυλλογής, εγκράτειας, νηστείας και προσευχής, ας προστρέξουμε όλοι στους ναούς και με ψυχική συντριβή, ταπείνωση και ευλάβεια, να παρακολουθήσουμε τους χαιρετισμούς προς την Παναγία μας, τη Μητέρα του Κυρίου μας, που είναι των μητέρων όλων «αγλάισμα και κλέος», που είναι η Θεομήτωρ και η Παρθενομήτωρ, που είναι η Θεοτόκος, που είναι η «Μητέρα της δόξας» και να την παρακαλέσουμε, όπως έσωσε τότε την Πόλη, να σώσει τώρα και τη δική μας αμαρτωλή ψυχή.

Και τελειώνω με τα λόγια που αναφώνησε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, έκθαμβος μπρος στο μεγαλείο της Παναγίας μας: «Παναγία Μητέρα, είσαι πραγματικά η πιο πολύτιμη από όλη την πλάση, γιατί μόνο από σένα δέχτηκε να λάβει τη σάρκα του ο Πλάστης, και έτσι προσέλαβε τις απαρχές της δικής μας φύσεως. Σάρκα του λοιπόν έγινε η σάρκα σου, και αίμα του το αίμα σου, και γάλα από το στήθος σου εθήλασεν ο Θεός. Και ενώθηκαν τα χείλη σου με του Θεού τα χείλη. Άπιαστα και ανείπωτα θαύματα. Ο Θεός των όλων προεγνώρισε ότι, εσύ άξια θα γίνεις της αγάπης Του και σε αγάπησε και σε ανέδειξε μάνα και τροφοδότρα του δικού του υιού και Λόγου». - eleftherovima


Εικονογραφία του Ακαθίστου

Από τις 24 παραστάσεις που αναφέρονται στο θαυμάσιο αυτό ύμνο, η μορφή της Παναγίας μας εικονίζεται στις 16. Άλλο επίσης κοινό χαρακτηριστικό στις παραστάσεις αυτές είναι ότι, όπου παρίσταται ο Ιησούς Χριστός ως βρέφος, τοποθετείται πάντοτε ακριβώς στο κέντρο της αγκάλης της Θεοτόκου, στο ύψος του στέρνου Της, στο σημείο ακριβώς όπου βρίσκεται η καρδιά Της. Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι η απαρίθμηση των εικόνων (παραστάσεων) αυτών, όπως και του κάτω διαζώματος όλων των τοίχων, δεν έχει την έννοια της λεπτομερούς περιγραφής, αλλά μόνο της αναφοράς και της απλής καταγραφής αυτών. Η πρώτη λοιπόν παράσταση με την οποία αρχίζει η απεικόνιση όλων των γεγονότων-σταθμών της ζωής της Θεοτόκου και η οποία περιέχεται στον πρώτο Οίκο του Ακαθίστου, βρίσκεται στο βόρειο τοίχο μετά το τέμπλο, μέσα δηλαδή στο Άγιο Βήμα. Εικονίζει τον αρχάγγελο Γαβριήλ, όρθιο σε στάση κινητική, ν' απευθύνει τον ευαγγελικό χαιρετισμό στην Υπεραγία Θεοτόκο, η οποία κάθεται έκθαμβος και τον ακούει. Στο κέντρο και επάνω από τις μορφές του Αγγέλου και της Θεοτόκου υπάρχει η επιγραφή " Άγγελος Πρωτοστάτης" και δίπλα ακριβώς, μπροστά από το στόμα του Αγγέλου η επιγραφή με τη φράση "Χαίρε κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά  Σου". Η δεύτερη παράσταση εικονίζει και πάλι τα αυτά πρόσωπα, του Αγγέλου και της "ταραγμένης" και απορούσης Παναγίας, με τις επιγραφές "Βλέπουσα η Αγία" και κάτω από αυτή, τη φράση του Αγγέλου "ΜΗ ΦΟΒΟΥ ΜΑΡΙΑΜ". Αμέσως μετά, στο επάνω πάντα διάζωμα, στον ανατολικό όμως τώρα τοίχο και πάνω από την Πρόθεση, βρίσκονται οι εικόνες-παραστάσεις της Αγίας Συλλήψεως της Παναγίας με τις επιγραφές "Γνώσιν άγνωστον γνώναι" η πρώτη, και "Δύναμις του Υψίστου..." η δεύτερη. Με το τέλος της δεύτερης αυτής παράστασης του ανατολικού τοίχου αρχίζει η κόγχη του Αγίου Βήματος στην οποία δεσπόζει η "Πλατυτέρα των Ουρανών". Η Παναγία μας εκφραζόμενη ωραιότατα με το διπλό συμβολισμό Της, στο γενικότερο δογματικό κύκλο της αγιογράφησης, ως μητέρα δηλαδή Θεοτόκος, που γίνεται η "κλίμαξ δι' ής κατέβει ο Θεός",  και η "γέφυρα η μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανών",  παρίσταται εδώ μεγαλοπρεπέστατη-πραγματική βασίλισσα ανάμεσα στους δύο ιστάμενους με σεβασμό αρχαγγέλους Γαβριήλ και Μιχαήλ, με τα χέρια απλωμένα σε στάση ικεσίας υπέρ όλου του κόσμου προς τον Κύριον των Δυνάμεων, τον οποίον ως "Πλατυτέρα του Σύμπαντος" κρατεί στο κέντρο της αγκάλης Της, όχι ως βρέφος πλέον αλλά ως Εμμανουήλ, ο οποίος ευλογεί (με τα δυο του χέρια). Γύρω από τη μεγαλόπρεπη μορφή Της εικονίζονται μέσα σε στηθάρια οι μεγάλοι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, "Άνωθεν οι προφήτες", οι οποίοι μίλησαν γι' αυτή και την εγκωμίασαν αιώνες πριν τη Γέννησή Της. Στ' αριστερά βρίσκονται οι προφήτες Γεδεών, Μωυσής, Ησαϊας, Σολομών, και στα δεξιά Της οι προφήτες Δαυίδ, Ααρών, Ιεζεκιήλ και Ζαχαρίας, ενώ στο κέντρο του τόξου που σχηματίζουν τα στηθάρια, δεσπόζει η μορφή του Κυρίου μας. Δεξιά της κόγχης συνεχίζονται οι παραστάσεις των Οίκων του Ακαθίστου Ύμνου με τις επιγραφές "Έχουσα Θεοδόχον" και "Ήκουσαν οι ποιμένες". Στην πρώτη εικονίζεται η Παναγία μας να συνομιλεί με την Ελισάβετ στην οποία αμέσως "ανέδραμε" μετά το Θείον Ευαγγελισμόν, ενώ δίπλα τους συνομιλούν επίσης ο Ζαχαρίας και  ο Ιωσήφ. Στη δεύτερη εικονίζεται η κλασσική παράσταση της Γεννήσεως του Κυρίου, με τους Αγγέλους να υπερίπτανται και τους ποιμένες να προσκυνούν. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ίσως από λάθος του καλλιτέχνη, ίσως διότι έτσι εξυπηρετούσε καλλίτερα ο χώρος, δεν τηρήθηκε απόλυτα η σειρά των Οίκων του Ακαθίστου. Προηγείται δηλ. η Γέννηση του Κυρίου και ακολουθεί ο "προβληματισμός" και ο "σκανδαλισμός" του Ιωσήφ, όπως φαίνεται στη μοναδική παράσταση του νότιου τοίχου μέσα στο Άγιο Βήμα. Σ' αυτή λοιπόν φαίνεται η "ταραχή" του Ιωσήφ, ο οποίος ερωτά με αγωνία τη Θεοτόκο για τη σύλληψη του βρέφους και η Παναγία με ταπείνωση κύπτει την κεφαλήν Της, διότι κατά το σχέδιο της Θείας Οικονομίας την αποκάλυψη του Θαύματος έπρεπε να την κάνει στον Ιωσήφ ο ίδιος ο Θεός διά του Αγγέλου Του. Η επιγραφή της εικόνος χαρακτηριστική: "Ζάλην ένδοθεν έχων", (εννοείται ο Ιωσήφ). Δίπλα σ' αυτή την παράσταση είναι η εικόνα του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, που αναφέραμε πιο πάνω, με την οποία και ολοκληρώνεται η κάλυψη του επάνω διαζώματος μέσα στο Άγιο Βήμα. Στον κυρίως ναό οι οκτώ παραστάσεις του νότιου τοίχου αρχίζουν με την πορεία των Τριών "Μάγων" προς το σπήλαιο της Βηθλεέμ. Στο επάνω μέρος της παράστασης αναγράφονται οι δύο πρώτες λέξεις του ογδόου οίκου του Ακαθίστου: "Θεοδρόμον Αστέρα". Ακολουθεί η προσκύνηση των "Μάγων" (Χαλδαίων). Ως επιγραφή και πάλι η πρώτη φράση του οίκου: Ίδον παίδες Χαλδαίων ...". Οι "Μάγοι" φεύγουν, στη συνέχεια, γεμάτοι χαρά, επιστρέφοντες "εις την Βαβυλώνα", αφού αποφασίζουν να γίνουν "Κήρυκες Θεοφόροι", όπως αναγράφεται στην επιγραφή της επόμενης παράστασης. Οι προφητείες όμως "είναι ανάγκη" να πραγματοποιηθούν όλες στο πρόσωπο του Κυρίου μας. Έτσι λοιπόν ο Ηρώδης, αφού οι Μάγοι τον άφησαν "ως ληρώδη", μαίνεται και διατάζει γενική σφαγή των νηπίων της Βηθλεέμ. Ο Ιωσήφ και η Παναγία μας με τον Ιησού στην αγκαλιά Της φεύγουν για την Αίγυπτο. Ως επιγραφή της παραστάσεως και πάλι η αρχή του Οίκου: "Λάμψας εν τη Αιγύπτω..." Η επόμενη παράσταση, με την οποία τελειώνει και το "ιστορικό" μέρος του Ύμνου, εικονίζει την "Υπαπαντή του Κυρίου". Ο προφήτης Συμεών δέχεται στην αγκάλη του τον Ιησού ως βρέφος, ενώ παρούσα είναι και η προφήτιδα Άννα, η οποία έχει ανεπτυγμένο ειλητάριο με τη φράση: "τούτο το βρέφος ουρανόν και γην εστερέωσεν". Ως επιγραφή της παράστασης και πάλι η αρχή του δωδέκατου Οίκου: "Μέλλοντος Συμεώνος...". Από το 13ο Οίκο του θαυμάσιου αυτού Ύμνου αρχίζει το θεολογικό-δογματικό μέρος αυτού, δηλαδή ό,τι έχει σχέση με την ενανθρώπηση του Κυρίου και τη σωτηρία του κόσμου. Ανάλογες φυσικά είναι και οι παραστάσεις που ακολουθούν. Ο Ιησούς Χριστός ως Κύριος του ουρανού και της γης βρίσκεται μέσα σε νεφέλες έχοντας προς τα δεξιά Του και κάτω αριστερά, νέφος αγίων στους οποίους δείχνει τη νέα "κτίση". Ανάλογη και η σχετική επιγραφή: "Νέαν έδειξε κτίσιν...". Η Παναγία μας, ως Θεοτόκος πλέον, έχουσα πάντα στο κέντρο της αγκάλης Της τον Υιό Της και Θεό Ιησού Χριστό, είναι αντικείμενο τιμής και προσκυνήσεως όλου του κόσμου. Στην αμέσως επόμενη λοιπόν παράσταση την τιμούν προσκυνηματικά πλήθος Αγίων (άνδρες και γυναίκες), η επιγραφή αναγράφει: "Ξένον τόκον ιδόντες". Η ενανθρώπηση του Κυρίου είναι από τα μεγαλύτερα και θαυμαστότερα μυστήρια της Πίστης μας. Ενώ όμως με την ενανθρώπησή Του γίνεται τέλειος άνθρωπος, ούτε προς στιγμή δεν έπαψε να είναι τέλειος Θεός. Στην τελευταία λοιπόν παράσταση του επάνω διαζώματος του νοτίου τοίχου, αυτό ακριβώς εικονίζεται. Ενώ δηλαδή με τα άχραντα πόδια Του στηρίζεται στη γη, ανάμεσα σε Αγίους και Οσίους, ταυτόχρονα καλύπτεται από νεφέλες, ως δείγμα της Θεότητάς Του. Σχετική είναι και η επιγραφή: " Όλος ην εν τοις κάτω... ", (και των άνω ουδόλως απήν...). Ακολουθούν οι μορφές του Αγίου Ιωανικείου και του Αγίου Ιλαρίωνος με τις οποίες καλύπτεται ολόκληρη η επιφάνεια του επάνω διαζώματος και αμέσως αρχίζει το αντίστοιχο διάζωμα του δυτικού τοίχου, το οποίο καλύπτεται ολόκληρο από τρεις μόνο παραστάσεις. Είναι και οι τρεις θεομητορικές. Η μία στο κέντρο του τοίχου, η οποία είναι και η μεγαλύτερη, αφορά τη μεγαλειώδη παράσταση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Το θεοδόχο σώμα της Παναγίας μας, σε φυσικές διαστάσεις, βρίσκεται στο κρεβάτι "κεκοιμημένο". Οι Άγιοι Απόστολοι που με τρόπο θαυματουργικό "συναθροίσθηκαν εκ περάτων", εικονίζονται θλιμμένοι. Ο Άγιος Πέτρος κρατεί θυμιατό, ενώ από την άλλη ακριβώς πλευρά ο Απόστολος Παύλος φαίνεται να θρηνεί. Επάνω από το πανάχραντο και ζωαρχικό σώμα της Θεοτόκου, στο κέντρο ακριβώς της εικόνος, βρίσκεται ο Κύριος ανάμεσα σε δύο αγγέλους έχοντας στην αγκάλη Του την ψυχή της Παναγίας Μητέρας Του, που εικονίζεται ως εσπαργανωμένο βρέφος. Κάτω ακριβώς από το κρεβάτι της Θεοτόκου εικονίζεται άγγελος Κυρίου με γυμνό το ξίφος του με το οποίο μόλις έκοψε τα χέρια του άπιστου εκείνου Εβραίου Ιεφωνίου, ο οποίος "φθόνω κινηθείς και αυθαδώς επί την κλίνην τας χείρας απλώσας, έλαβεν αμέσως της αυθαδείας αυτού τα επίχειρα. Οι άλλες δύο παραστάσεις που βρίσκονται αντίστοιχα δεξιά και αριστερά της Κοιμήσεως αφορούν δύο άλλα μεγάλα γεγονότα-σταθμούς στη ζωή της Αειπαρθένου. Η πρώτη αφορά τη "Γέννηση" και η δεύτερη τα 'Έισόδιά" Της. Επιβλητικές και οι δύο και απόλυτα εκφραστικές. Τα εικονιζόμενα πρόσωπα εκφραστικότατα "μιλούν" και στις δύο παραστάσεις. Στην πρώτη υπάρχει η επιγραφή "Ή γέννησις της Θεοτόκου" και στην άλλη "Ή εν τω Ναώ Είσοδος της Θεοτόκου".
 Με την αρχή του επάνω διαζώματος του βόρειου τοίχου συνεχίζεται ο Ακάθιστος Ύμνος. Στην πρώτη παράσταση της πλευράς αυτής εικονίζεται η μορφή του Κυρίου μας σε παιδική ηλικία. "Πάσα φύσις αγγέλων", όπως αναγράφεται στο επάνω μέρος αυτής, πραγματικά "Κατεπλάγη ορώσα το της ενανθρωπήσεως έργον". Και αυτό ακριβώς εικονίζει η παράσταση, το θαυμασμό δηλαδή και την έκπληξη των αγγέλων. Πάνω από την εικόνα του Ιησού που εικονίζεται με φτερά μέσα σ' ένα τεράστιο αστέρι υπάρχει η φράση: "Ο ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ". Και πάλι το μυστήριο της ενανθρωπήσεως στην επόμενη παράσταση. Δε το χωράει ο νους του ανθρώπου πώς μπορεί να συμβαίνουν τέτοια και τόσα μυστήρια. Πολύφθογγοι ρήτορες, διδάσκαλοι και σοφοί παρουσιάζονται "περισσότερο άφωνοι και από τους ιχθείς" βλέποντες το αειπάρθενο της Θεοτόκου. Αυτό εικονίζει και πάλι η παράσταση με την εικόνα της Παναγίας έχουσα τον Ιησού Χριστό ως βρέφος στο κέντρο της αγκάλης Της, με το νέφος των Αγίων δεξιά και αριστερά Της, που κατά πάσα πιθανότητα είναι άνθρωποι των γραμμάτων-σoφoί αν κρίνει κανείς από την ιδιαίτερη εμφάνισή τους, αλλά και την επιγραφή της εικόνος: "ΡΗΤΟΡΑΣ ΠΟΛΥΦΘΟΓΓΟΥΣ ... ". Ολόσωμος ο Κύριος στην άλλη παράσταση, με την επιγραφή "Σώσαι θέλων τον Κόσμον", ευλογεί όλους όσους Τον αγάπησαν πολύ και βρίσκονται σήμερα κοντά Του στους ουρανούς. Και ακολουθεί η άλλη παράσταση. Ο λόγος και πάλι για την Αειπάρθενο. Η απύθμενη συγκατάβαση του Κυρίου να φιλοξενηθεί ως άνθρωπος στα σπλάχνα της Παναγίας, την έκανε "Τείχος των Παρθένων", φρούριο και κάστρο καταφυγής σε όποιον ή σε όποια καταφεύγει κοντά Της. Αυτό εικονίζει και γράφει η συνεχόμενη παράσταση που εικονίζει και πάλι τη βρεφοκρατούσα ( πάνω στην καρδιά Της) μητέρα του Κυρίου να ευλογεί και να προστατεύει τις Παρθένους που βρίσκονται δεξιά και αριστερά Της. Ό,τι κανείς και να προσφέρει στον Πανάγαθο πλουσιοπάροχο Δωροδότη μας, είναι ελάχιστο μπροστά στο "Πλήθος των πολλών οικτιρμών" Του. Γι' αυτό και "Ύμνος άπας ηττάται", γράφει η επιγραφή της επόμενης παράστασης που εικονίζει πλήθος κληρικών να προσφέρουν την αναίμακτο θυσία στο Θεό. Ολόσωμη σα λαμπάδα εικονίζεται η Παναγία μας και στην επόμενη παράσταση, έχουσα και πάλι στο κέντρο της αγκάλης Της τον Ιησού Χριστό. Δεξιά Της σαν από σκοτεινό σπήλαιο προβάλλουν χιλιάδες άνθρωποι, όλη η ανθρωπότητα, πελαγοδρομούσα μέσα στο πέλαγος της αμαρτίας. Έχουν ανάγκη από φως για να πορευθούν και αυτό το αντλούν από την Παναγία μας, την "Φωτοδόχον λαμπάδα" όπως επιγράφεται στην παράσταση. Το ανθρώπινο γένος μετά την παράβαση των πρωτοπλάστων περιέπεσε στην αμαρτία. Κανείς πλέον δε μπορεί να του δώσει τη λύτρωση εκτός από Αυτόν που έχει "Εξουσία του αφιέναι τας αμαρτίας". Αυτό εικονίζει η άλλη παράσταση με τον Κύριο των πάντων ολόσωμο να περιβάλλεται από πλήθη κόσμου, οι οποίοι γονατιστοί Τον υμνούν, Τον ικετεύουν και Τον δοξάζουν. Οι επιγραφές της παραστάσεως είναι πάλι σχετικές: "Χάριν δούναι θελήσας..." γράφει στο επάνω μέρος της εικόνος, κάτω δε από τα πόδια του Ιησού, το τέλος της φράσης του εικοστού δευτέρου Οίκου: "Και σχίσας το χειρόγραφον, ακούει παρά πάντων αλληλούια". Και ακολουθεί η προτελευταία εικονογραφημένη παράσταση του Ακαθίστου Ύμνου που είναι αφιερωμένη και αυτή στο πρόσωπο της Παναγίας μας. Πλήθος ανθρώπων έχοντας στο κέντρο τη μητέρα του Θεού, ψάλλουν και την υμνούν "ως έμψυχον Ναόν", ενώ η Θεοτόκος έχει και πάλι στο κέντρο της αγκάλη Της τον Ιησού. Στο επάνω μέρος της παράστασης σημειώνεται η φράση: "ψάλλοντές σου τον τόκον...". Και τέλος η τελευταία προ του τέμπλου παράσταση του βόρειου τοίχου, ως κατακλείδα του Ακαθίστου Ύμνου με την οποία και καλύπτεται όλη η αγιογράφηση του επάνω διαζώματος του ναού: Η Υπεραγία Θεοτόκος εικονίζεται εδώ σε μικρόσωμη εμφάνιση στο κέντρο της παραστάσεως, έχουσα και πάλι τον Κύριο στο κέντρο της αγκάλης Της, ενώ την περιβάλλει πλήθος Αγίων οι οποίοι και πάλι την υμνούν και ψάλλουν το "Ω Πανύμνητε Μήτερ...".
Ολόκληρα λοιπόν τα επάνω διαζώματα των δύο παράλληλων τοίχων (βορείου και νοτίου) είναι χωρισμένα αντίστοιχα σε είκοσι ένα πλαίσια (ένδεκα στο βόρειο και δέκα στο νότιο) στα οποία υπάρχουν αντίστοιχες παραστάσεις. Οι εννιά και οκτώ απ' αυτές σε κάθε τοίχο βρίσκονται στον κυρίως ναό και οι εφτά (δύο στο βόρειο, μία στο νότιο και τέσσερις στον ανατολικό) στο ΄Αγιο Βήμα και αναφέρονται στα "μυστήρια" (θαυμαστά γεγονότα), που περιέχονται στους οίκους του Ακαθίστου, με τις οποίες και καλύπτεται η αγιογράφηση του επάνω διαζώματος. Κοινό χαρακτηριστικό όλων σχεδόν των παραστάσεων είναι η συνεχής παρουσία της μορφής της Παναγίας.

 Η εικονογράφηση του κάτω διαζώματος έχει άλλο χαρακτήρα

Ο ναός του Ακαθίστου Ύμνου
Ως όνομα ο ναός αυτός, είναι μοναδικός σε όλη την Ελλάδα, εκτός από ένα παρεκκλήσι στο νησί του Ωνάση στο Σκορπιό. Η ημερομηνία που κτίσθηκε ο ναός είναι άγνωστη. Πριν πάντως χτιστεί υπήρχε στην ίδια θέση ένα παρεκκλήσι, το οποίο λέγεται πως χτίσθηκε επί τουρκοκρατίας μέσα σε πέντε μέρες, αφού προηγουμένως μάζεψαν τριγύρω σωρούς από ξύλα και πέτρες για να μην φαίνεται. Μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι ο ίδιος θα πρέπει να ήταν πολύ μικρότερος και να κατελάμβανε όλο σχεδόν το νότιο μέρος του περιβάλλοντος χώρου του, κατά την ανοικοδόμηση του μετά τον σεισμό του 1829. Ο ναός του Ακαθίστου Ύμνου κάηκε 2 φορές. Πρώτη φορά κάηκε το 1912 και τότε σώθηκε μόνο η εικόνα του Αγίου Ελευθερίου. Τη δεύτερη φορά που είναι σχετικά πρόσφατα, κάηκε το 1991 την Πρωτοχρονιά και τότε με θαυματουργό τρόπο διασώθηκαν οι εικόνες της Παναγιάς και ο Δεσποτικός Θρόνος. Η εκκλησία, σαν παλιά, κρατά εκείνη την μοναδικότητα που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι πλησιάζεις το Θεό. Δώδεκα κίονες υποβαστάζουν τον τρούλο και στην κορυφή κάθε κίονα έχει τοποθετηθεί η εικόνα ενός από τους Δώδεκα Αποστόλους σαν δείγμα στερέωσης της Χριστιανοσύνης. Το τέμπλο του ναού είναι πάρα πολύ παλιό με εικόνες που η αξία τους ίσως είναι ανυπολόγιστη. Μπροστά στο τέμπλο υπάρχουν δύο μανουάλια όμοια με αυτά του Παναγίου Τάφου των Ιεροσολύμων, μόνο που οι άσπρες λαμπάδες τους, τρεις στο καθένα, έχουν καταστραφεί. Η εικόνα της Παναγίας λέγεται ότι έχει κάποια σχέση με τον Απόστολο Λουκά και χρονολογείται γύρω στο 600 μ.Χ. και το πρωτότυπο της βρίσκεται στο Άγιο Όρος μαζί με άλλες 12 παραστάσεις του Ακαθίστου Ύμνου. Αντί να υπάρχει λοιπόν η ανάλογη εικόνα του ονόματος της εκκλησίας, στην θέση της είναι η εικόνα της Παναγίας της Μεγαλομήτορος. Ο παλιός επιτάφιος της εκκλησίας είναι κεντημένος, χειροποίητος, από χρυσή και ασημένια κλωστή. Όλα τα κειμήλια του ιερού ναού προέρχονται από δωρεές, γιατί ο ναός ήταν κτισμένος σε περιοχή όπου ζούσαν πλούσιοι δωρητές, κυρίως καπνέμποροι. Παλαιότερα για την ενίσχυση του ναού, κάθε χρόνο την Μεγάλη Πέμπτη γινόταν η περιφορά του Εσταυρωμένου Χριστού από αυτόν που θα προσέφερε περισσότερα χρήματα. Στην αυλή του ναού ήταν η οικία του νεωκόρου και στο παρεκκλήσι του Αγίου Φανουρίου ήταν η κατοικία του ιερέα του ιερού ναού. Ακόμη και σήμερα, διατηρώντας το έθιμο, το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης ο επιτάφιος στολίζεται από τα χέρια των χριστιανών που ψάλλουν τον επιτάφιο θρήνο της Παναγίας. Γύρω στις πενήντα οικογένειες σήμερα αποτελούν την ενορία του Ακαθίστου Ύμνου, που γι’ αυτόν τον λόγο είναι η μικρότερη της Παλαιάς Πόλης.
2014 Σίγουρα μπορείτε να τα βρίσκετε και στο Διαδύκτιο όσα αποτελούν την ορθόδοξη παράδοσή μας  με ασφάλεια. Όμως εδώ βάζουμε κάτι νέο και τον Ακάθιστο  ολόκληρο αυτούσιο.
Ακάθιστος ύμνος επικράτησε να λέγεται ένας ύμνος «Κοντάκιο» της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου, από την όρθια στάση, που τηρούσαν οι πιστοί κατά τη διάρκεια της ψαλμωδίας του. Οι πιστοί έψαλλαν τον Ακάθιστο ύμνο όρθιοι, υπό τις συνθήκες που θεωρείται ότι εψάλη για πρώτη φορά, ενώ το εκκλησίασμα παρακολουθούσε όρθιο κατά την ακολουθία της γιορτής του Ευαγγελισμού, με την οποία συνδέθηκε ο ύμνος.

Ψάλλεται ενταγμένος στο λειτουργικό πλαίσιο της ακολουθίας του Μικρού Αποδείπνου, σε όλους τους Ιερούς Ναούς, τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τις πρώτες τέσσερις τμηματικά, και την πέμπτη ολόκληρος. Είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω (κάθε οίκος ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα), και είναι γραμμένος πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και εν μέρει της ομοιοκαταληξίας.

Θεωρείται ως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, η γλώσσα του είναι σοβαρή και ποιητική και είναι εμπλουτισμένος από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου (αντιθέσεις, μεταφορές, κλπ). Το θέμα του είναι η εξύμνηση της ενανθρώπισης του Θεού μέσω της Θεοτόκου, πράγμα που γίνεται με πολλές εκφράσεις χαράς και αγαλλίασης, οι οποίες του προσδίδουν θριαμβευτικό τόνο.

Κατά το έτος 626 μ.Χ., και ενώ ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος μαζί με το βυζαντινό στρατό είχε εκστρατεύσει κατά των Περσών, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε αιφνίδια από τους Αβάρους. Οι Άβαροι απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και την 6η Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών. Σε συνεργασία με τους Πέρσες ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση, ενώ ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενθάρρυνε το λαό στην αντίσταση. Τη νύχτα εκείνη, φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θεϊκή επέμβαση, δημιούργησε τρικυμία και κατάστρεψε τον εχθρικό στόλο, ενώ οι αμυνόμενοι προξένησαν τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν άπρακτοι.

Στις 8 Αυγούστου, η Πόλη είχε σωθεί από τη μεγαλύτερη, ως τότε, απειλή της ιστορίας της. Ο λαός, θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδιδε σε συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Τότε, κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο», ευχαριστήρια ωδή προς την υπέρμαχο στρατηγό του Βυζαντινού κράτους, την Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».

Κατά την επικρατέστερη άποψη, δεν ήταν δυνατό να συνετέθη ο ύμνος σε μία νύκτα. Μάλλον είχε συντεθεί νωρίτερα και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό, στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε χρόνου. Απλώς, εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ὀρθοστάδην», ενώ αντικαταστάθηκε το ως τότε προοίμιο («Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼνἐν γνώσει»), με το ως σήμερα χρησιμοποιούμενο «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια», το οποίο έδωσε τον δοξολογικό και εγκωμιαστικό τόνο, στον ως τότε διηγηματικό και δογματικό ύμνο.

Σύμφωνα, όμως, με άλλες ιστορικές πηγές, ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέεται και με άλλα παρόμοια γεγονότα, όπως τις πολιορκίες και τη σωτηρία της Κωνσταντινούπολης επί των Αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673 μ.Χ.), Λέοντος του Ισαύρου (717 - 718 μ.Χ.) και Μιχαήλ Γ΄ (860 μ.Χ.). Δεδομένων των τότε ιστορικών συνθηκών (εικονομαχική έριδα, κλπ.), δεν θεωρείται απίθανο, η Παράδοση να έχει αλλοιώσει την ιστορική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να καθίσταται πολύ δύσκολο να λεχθεί μετά βεβαιότητας ποιο ήταν το ιστορικό περιβάλλον της δημιουργίας του Ύμνου.

Σε όλη τη χειρόγραφη παράδοση, ο ύμνος φέρεται ως ανώνυμος, ενώ ο Συναξαριστής που τον συνδέει με τα γεγονότα του Αυγούστου του 626 μ.Χ. δεν αναφέρει ούτε το χρόνο της σύνθεσής του, ούτε τον μελωδό του. Το περιεχόμενό του πάντως απηχεί τις δογματικές θέσεις της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου (βλέπε 9 Σεπτεμβρίου), που συνήλθε στην Έφεσο, στη βασιλική της Θεοτόκου, το 431 μ.Χ. από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄. Σε αυτήν συμμετείχαν 200 επίσκοποι, ανάμεσα στους οποίους ο Άγιος Κύριλλος Αλεξάνδρειας. Καταδίκασε τις διδαχές του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριου, ο οποίος υπερτόνιζε την ανθρώπινη φύση του Ιησού έναντι της θείας, υποστηρίζοντας ότι η Μαρία γέννησε τον άνθρωπο Ιησού και όχι τον Θεό. Η Σύνοδος διακήρυξε ότι ο Ιησούς είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, με πλήρη ένωση των δύο φύσεων και απέδωσε επίσημα στην Παρθένο Μαρία τον τίτλο «Θεοτόκος». Επομένως, η χρονολογία σύγκλησής της, το 431 μ.Χ., αποτελεί μία σταθερή ημερομηνία, καθώς είναι σίγουρο ότι ο ύμνος δεν είχε συντεθεί νωρίτερα. Από την άλλη, κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι από το περιεχόμενό του συνάγεται ότι ο ύμνος αναφέρεται σε κοινό εορτασμό του Ευαγγελισμού και των Χριστουγέννων, εορτές οι οποίες χωρίστηκαν κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.), πράγμα που, αν ισχύει, αφενός σημαίνει ότι ο ύμνος γράφτηκε το αργότερο επί Ιουστινιανού, αφετέρου ενισχύει την άποψη ότι προϋπήρχε των γεγονότων του 626 μ.Χ.

Η παράδοση, όμως, αποδίδει τον Ακάθιστο ύμνο στο μεγάλο βυζαντινό υμνογράφο του 6ου αιώνα μ.Χ., Ρωμανό τον Μελωδό (βλέπε 1 Οκτωβρίου). Την άποψη αυτή υποστηρίζουν πολλοί ερευνητές, οι οποίοι θεωρούν ότι οι εκφράσεις του ύμνου, η γενικότερη ποιητική του αρτιότητα και δογματική του πληρότητα δεν μπορούν παρά να οδηγούν στον Ρωμανό. Ακόμη, σε κώδικα του 13ου αιώνα μ.Χ. υπάρχει μεταγενέστερη σημείωση, του 16ου αιώνα μ.Χ., η οποία αναφέρει τον Ρωμανό ως ποιητή του ύμνου.

Όμως, η άποψη αυτή αντικρούεται από πολλούς μελετητές, που βρίσκουν στη δομή, στο ύφος και το περιεχόμενό του πολλά στοιχεία μετά την εποχή του Ρωμανού. Κατά μία άποψη, ο ύμνος ψάλθηκε καλοκαίρι, στη γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και μάλλον αργότερα μεταφέρθηκε στο Σάββατο της Ε΄ εβδομάδος των νηστειών, ίσως από τους εικονόφιλους μοναχούς του Στουδίου. Έτσι πλησίασε τη γιορτή του Ευαγγελισμού. Είναι, δε, ενδεχόμενο σε αυτή τη μεταφορά, και πάλι για λόγους σχετικούς με την Εικονομαχία, να αλλοιώθηκε και το ιστορικό του Συναξαριστή, και από το 728 μ.Χ., που αυτοκράτορας ήταν ο εικονομάχος Λέων Γ΄ Ίσαυρος, να μεταφέρθηκε στο 626 μ.Χ., στα χρόνια του Ηρακλείου, ο οποίος πολεμούσε τους Πέρσες για να επανακτήσει τον Τίμιο Σταυρό.

Επιπλέον υπάρχουν και άλλες δύο εκδοχές για το πρόσωπο του μελωδού του Ακάθιστου Ύμνου. Η μία εκδοχή αναφέρει το όνομα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α΄ (715 - 730 μ.Χ.) (βλέπε 12 Μαΐου), ο οποίος έζησε τα γεγονότα της θαυμαστής λύτρωσης της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία της από τους Άραβες το 718 μ.Χ., επί Αυτοκράτορος Λέοντος του Ισαύρου. Η εκδοχή αυτή βασίζεται στο γεγονός, ότι μία λατινική μετάφραση του ύμνου, η οποία έγινε γύρω στο 800 μ.Χ. από τον επίσκοπο Βενετίας Χριστόφορο, τον αναφέρει ως δημιουργό του ύμνου.

Η άλλη εκδοχή που υποστηρίζεται βασίζεται σε μια παλαιά αχρονολόγητη εικόνα του Ευαγγελισμού στο παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου της ονομαστής μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα, όπου εικονίζεται και ένας μοναχός, ο οποίος κρατάει ένα ειλητάριο που γράφει «Ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη» (αρχή του α΄ οίκου του Ακάθιστου ύμνου). Στο κεφάλι του μοναχού αυτού γράφει «ο άγιος Κοσμάς». Πρόκειται για τον Κοσμά τον Μελωδό (βλέπε 14 Οκτωβρίου), ο οποίος έζησε και αυτός τα γεγονότα του 718 μ.Χ., καθώς απεβίωσε το 752 ή 754 μ.Χ.

Άλλες, λιγότερο πιθανές απόψεις θεωρούν ως μελωδό του ύμνου τον Πατριάρχη Σέργιο, τον ιερό Φώτιο (βλέπε 6 Φεβρουαρίου), τον Απολινάριο τον Αλεξανδρέα, τον Μητροπολίτη Νικομήδειας Γεώργιο Σικελιώτη, τον Γεώργιο Πισίδη, και άλλους, που έζησαν από τον Ζ΄ μέχρι τον Θ΄ αιώνα.

Βέβαιο, είναι πάντως, ότι οι ειρμοί του Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου είναι έργο του Ιωάννου Δαμασκηνού (676 - 749 μ.Χ.) (βλέπε 4 Δεκεμβρίου), ενώ τα τροπάρια του Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου (βλέπε 3 Απριλίου).

Γενικό θέμα του ύμνου είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, ο οποίος πηγάζει από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας και περιγράφει τα ιστορικά γεγονότα, αλλά προχωρεί και σε θεολογική και δογματική ανάλυσή τους.

Οι πρώτοι δώδεκα οίκοι του (Α-Μ) αποτελούν το ιστορικό μέρος. Εκεί εξιστορούνται τα γεγονότα από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου μέχρι την Υπαπαντή, ακολουθώντας τη διήγηση του Ευαγγελιστή Λουκά. Αναφέρεται ο Ευαγγελισμός (Α, Β, Γ, Δ), η επίσκεψη της εγκύου Παρθένου στην Ελισάβετ (Ε), οι αμφιβολίες του Ιωσήφ (Ζ), η προσκύνηση των ποιμένων (Η) και των Μάγων (Θ, Ι, Κ), η Υπαπαντή (Μ) και η φυγή στην Αίγυπτο (Λ), η οποία είναι η μόνη που έχει ως πηγή το απόκρυφο πρωτευαγγέλιο του Ψευδο-Ματθαίου.

Οι τελευταίοι δώδεκα (Ν-Ω) αποτελούν το θεολογικό ή δογματικό μέρος, στο οποίο ο μελωδός αναλύει τις βαθύτερες θεολογικές και δογματικές προεκτάσεις της Ενανθρώπισης του Κυρίου και το σκοπό της, που είναι η σωτηρία των πιστών.

Ο μελωδός βάζει στο στόμα του αρχαγγέλου, του εμβρύου Προδρόμου, των ποιμένων, των μάγων και των πιστών τα 144 συνολικά «Χαῖρε», τους Χαιρετισμούς προς τη Θεοτόκο, που αποτελούν ποιητικό εμπλουτισμό του χαιρετισμού του Γαβριήλ («Χαῖρε Κεχαριτωμένη»), που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. α΄ 28).

Στα μοναστήρια, αλλά και στη σημερινή ενορία και παλαιότερα κατά τα διάφορα Τυπικά, υπάρχουν και άλλα λειτουργικά πλαίσια για την ψαλμωδία του ύμνου. Η ακολουθία του όρθρου, του εσπερινού, της παννυχίδος ή μιας ιδιόρρυθμης Θεομητορικής Κωνσταντινουπολιτικής ακολουθίας, την πρεσβεία. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, σε ένα ορισμένο σημείο της κοινής ακολουθίας γίνεται μια παρεμβολή. Ψάλλεται ο κανών της Θεοτόκου και ολόκληρο ή τμηματικά το κοντάκιο και οι οίκοι του Ακαθίστου.

Ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέθηκε με τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, προφανώς, εξ αιτίας ενός άλλου καθαρώς λειτουργικού λόγου. Μέσα στην περίοδο της Νηστείας εμπίπτει πάντοτε η μεγάλη γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Είναι η μόνη μεγάλη γιορτή, που λόγω του πένθιμου χαρακτήρα της Τεσσαρακοστής, στερείται προεορτίων και μεθεορτίων. Αυτήν ακριβώς την έλλειψη έρχεται να καλύψει η ψαλμωδία του Ακαθίστου, τμηματικά κατά τα απόδειπνα των Παρασκευών και ολόκληρος κατά το Σάββατο της Ε΄ εβδομάδας. Το βράδυ της Παρασκευής και το Σάββατο είναι μέρες που μαζί με την Κυριακή είναι οι μόνες μέρες των εβδομάδων των Νηστειών, κατά τις οποίες επιτρέπεται ο γιορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, και στις οποίες, μετατίθενται οι γιορτές της εβδομάδας. Σύμφωνα με ορισμένα Τυπικά, ο Ακάθιστος Ύμνος ψαλλόταν πέντε μέρες πριν τη γιορτή του Ευαγγελισμού και κατά άλλα τον όρθρο της μέρας της γιορτής.

γγελος πρωτοστάτης,
οὐρανόθεν ἐπέμφθη,
εἰπεῖν τῇ Θεοτόκω τὸ Χαῖρε·
καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ,
σωματούμενόν σε θεωρῶν, Κύριε,
ἐξίστατο καὶ ἵστατο,
κραυγάζων πρὸς Αὐτὴν τοιαῦτα·
Χαῖρε, δ' ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει,
χαῖρε, δι' ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις,
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀθρωπίνοις λογισμοῖς,
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον καὶ ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα,
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν ἥλιον,
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι' ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις,
χαῖρε, δι' ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Βλέπουσα ἡ Ἁγία,
ἑαυτήν ἐν ἁγνείᾳ,
φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως·
τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς,
δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται·
ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως,
τὴν κύησιν πὼς λέγεις κράζων·
Ἀλληλούια.

Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι,
ἡ Παρθένος ζητοῦσα,
ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα·
ἐκ λαγόνων ἁγνῶν,
υἷον πῶς ἔσται τεχθῆναι δυνατόν;
λέξον μοι.
Πρὸς ἥν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ,
πλὴν κραυγάζων οὕτω·
Χαῖρε, βουλῆς ἀπορρήτου μύστις,
χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.
Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον,
χαῖρε, τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον.
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι' ἧς κατέβη ὁ Θεός,
χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα ἀπὸ γῆς πρὸς οὐρανόν.
Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα,
χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.
Χαῖρε, τὸ φῶς ἀρρήτως γεννήσασα,
χαῖρε, τὸ πῶς μηδένα διδάξασα.
Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν,
Χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.
Χαῖρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Δύναμις τοῦ Ὑψίστου,
ἐπεσκίασε τότε,
πρὸς σύλληψιν τῇ Ἀπειρογάμω·
καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν,
ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι,
τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν,
ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως·
Ἀλληλούια.

χουσα θεοδόχον,
ἡ Παρθένος τὴν μήτραν,
ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ.
Τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθὺς ἐπιγνόν,
τὸν ταύτης ἀσπασμὸν ἔχαιρε,
καὶ ἅλμασιν ὡς ἄσμασιν,
ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμάραντου κλῆμα,
χαῖρε, καρποῦ ἀκήρατου κτῆμα.
Χαῖρε, γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον,
χαῖρε, φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἠμῶν φύουσα,
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν,
χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.
Χαῖρε, ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις,
χαῖρε, ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις.
Χαῖρε, δεκτὸν πρεσβείας θυμίαμα,
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία,
χαῖρε, θνητῶν πρὸς Θεὸν παρρησία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων,
λογισμῶν ἀμφιβόλων,
ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη·
πρὸς τὴν ἄγαμόν σὲ θεωρῶν,
καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε·
μαθὼν δέ σου τὴν σύλληψιν,
ἐκ Πνεύματος Ἁγίου,
ἔφη·
Ἀλληλούια.

κουσαν oἱ ποιμένες,
τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων,
τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν·
καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα,
θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον,
ἐν γαστρὶ τῆς Μαρίας βοσκηθέντα,
ἥν ὑμνοῦντες εἶπον·
Χαῖρε, Ἀμνοῦ καὶ Ποιμένος Μῆτερ,
χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων.
Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον,
χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.
Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ,
χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα,
χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.
Χαῖρε, στερρὸν τῆς πίστεως ἔρεισμα,
χαῖρε, λαμπρὸν τῆς Χάριτος γνώρισμα.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐγυμνώθη ὁ Ἅδης,
χαῖρε, δι' ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Θεοδρόμον ἀστέρα,
θεωρήσαντες Μάγοι,
τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ·
καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν,
δι' αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν Ἄνακτα,
καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον,
ἐχάρησαν αὐτῷ βοῶντες·
Ἀλληλούια.

δον παῖδες Χαλδαίων,
ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου,
τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους·
καὶ Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν,
εἰ καὶ δούλου μορφὴν ἔλαβεν,
ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι,
καὶ βοῆσαι τῇ Εὐλογημένῃ·
Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ,
χαῖρε, αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας.
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα,
χαῖρε, τῆς Τριάδος τοὺς μύστας φωτίζουσα.
Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς,
χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν.
Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας,
χαῖρε, ἢ τοῦ βορβόρου ρυομένη τῶν ἔργων.
Χαῖρε πυρὸς προσκύνησιν παύσασα,
χαῖρε, φλογὸς παθῶν ἀπαλλάττουσα.
Χαῖρε, πιστῶν ὁδηγὲ σωφροσύνης,
χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Κήρυκες θεοφόροι,
γεγονότες οἱ Μάγοι,
ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Βαβυλῶνα,
ἐκτελέσαντές σου τὸν χρησμόν,
καὶ κηρύξαντές σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν,
ἀφέντες τὸν Ἡρώδην ὡς ληρώδη,
μὴ εἰδότα ψάλλειν·
Ἀλληλούια.

Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ,
φωτισμὸν ἀληθείας ἐδίωξας,
τοῦ ψεύδους τὸ σκότος·
τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης Σωτήρ,
μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰσχὺν πέπτωκεν,
οἱ τούτων δὲ ρυσθέντες,
ἐβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων,
χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων.
Χαῖρε, τὴν ἀπάτης τὴν πλάνην πατήσασα,
χαῖρε, τῶν εἰδώλων τὴν δόξαν ἐλεγξασα.
Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν,
χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωὴν.
Χαῖρε, πύρινε στῦλε ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει,
χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου πλατυτέρα νεφέλης.
Χαῖρε, τροφὴ τοῦ μάνα διάδοχε,
χαῖρε, τρυφῆς ἁγίας διάκονε.
Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας,
χαῖρε, ἐξ ἧς ρέει μέλι καὶ γάλα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Μέλλοντος Συμεῶνος,
τοῦ παρόντος αἰῶνος,
μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος,
ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ,
ἀλλ' ἐγνώσθης τούτω καὶ Θεὸς τέλειος·
διόπερ ἐξεπλάγη σου τὴν ἄρρητον σοφίαν,
κράζων·
Ἀλληλούια.

Νέαν ἔδειξε κτίσιν,
ἐμφανίσας ὁ Κτίστης,
ἡμῖν τοῖς ὑπ' αὐτοῦ γενομένοις·
ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός,
καὶ φυλάξας ταύτην,
ὥσπερ ἦν ἄφθορον,
ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες,
ὑμνήσωμεν αὐτὴν βοῶντες·
Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας,
χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας.
Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα,
χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα.
Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί,
χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ' οὗ σκέπονται πολλοί.
Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις,
χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις,
χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.
Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παρρησίας,
χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ξένον τόκον ἰδόντες,
ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες·
διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός,
ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος·
βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος,
τοὺς αὐτῷ βοώντας·
Ἀλληλούια.

λως ἦν ἐν τοῖς κάτω,
καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν,
ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος·
συγκατάβασις γὰρ θεϊκή,
οὐ μετάβασις τοπικὴ γέγονε,
καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου,
ἀκουούσης ταῦτα·
Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα,
χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.
Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα,
χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.
Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβείμ,
χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφείμ.
Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα,
χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐλύθη παράβασις,
χαῖρε, δι' ἧς ἠνοίχθη παράδεισος.
Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ βασιλείας,
χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων,
κατεπλάγη τὸ μέγα,
τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον·
τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν,
ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον,
ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα,
ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούια.

Ρήτορας πολυφθόγγους,
ὡς ἰχθύας ἀφώνους,
ὁρῶμεν ἐπὶ σοὶ Θεοτόκε·
ἀποροῦσι γὰρ λέγειν,
τὸ πῶς καὶ Παρθένος μένεις,
καὶ τεκεῖν ἴσχυσας·
ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριο ν θαυμάζοντες,
πιστῶς βοῶμεν·
Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον,
χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον.
Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα,
χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.
Χαῖρε, ὅτὶ ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί,
χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα,
χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα,
χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι,
χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον,
ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ,
πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε·
καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός,
δι' ἡμᾶς ἐφάνη καθ' ἡμᾶς ἄνθρωπος·
ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας,
ὡς Θεὸς ἀκούει·
Ἀλληλούια.

Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων,
Θεοτόκε Παρθένε,
καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων.
Ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς,
κατεσκεύασέ σε ποιητής, Ἄχραντε,
οἰκήσας ἐν τῇ μήτρα σου,
καὶ πάντας σοι προσφωνεῖν διδάξας·
Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας,
χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτήριας.
Χαῖρε, ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως,
χαῖρε, χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος.
Χαῖρε, σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς,
χαῖρε, σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν.
Χαῖρε, ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα,
χαῖρε, ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.
Χαῖρε, παστάς ἀσπόρου νυμφεύσεως,
χαῖρε, πιστοὺς Κυρίῳ ἁρμόζουσα.
Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων,
χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε ἁγίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

μνος ἅπας ἡττᾶται,
συνεκτείνεσθαι σπεύδων,
τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου·
ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ὠδάς,
ἂν προσφέρωμέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε,
οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον,
ὧν δέδωκας ἡμῖν τοῖς σοὶ βοῶσιν·
Ἀλληλούια.

Φωτοδόχον λαμπάδα,
τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν,
ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον·
τὸ γὰρ ἄυλον ἅπτουσα φῶς,
ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας,
αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα,
κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·
Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ ἡλίου,
χαῖρε, βολὶς τοῦ ἀδύτου φέγγους.
Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα,
χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν,
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύρρυτον ἀναβλύζεις ποταμόν.
Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον,
χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ρύπον.
Χαῖρε, λουτὴρ ἔκπλυνων συνείδησιν,
χαῖρε, κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.
Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας,
χαῖρε, ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χάριν δοῦναι θελήσας,
ὀφλημάτων ἀρχαίων,
ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων,
ἐπεδήμησε δι’ἑαυτοῦ,
πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ Χάριτος·
καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον,
ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούια.

Ψάλλοντές σου τὸν τόκον,
ἀνυμνοῦμέν σε πάντες,
ὡς ἔμψυχον ναόν, Θεοτόκε.
Ἐν τῇ σῇ γὰρ οὶκήσας γαστρί,
ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος,
ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοὶ πάντας·
Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου,
χαῖρε, Ἁγία ἁγίων μείζων.
Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι,
χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε.
Χαῖρε, τίμιον διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν,
χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος,
χαῖρε, τῆς Βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐγείρονται τρόπαια,
χαῖρε, δι' ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.
Χαῖρε, χρωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία,
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

 πανύμνητε Μῆτερ,
ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων,
ἁγιώτατον Λόγον·
δεξαμένη γὰρ τὴν νῦν προσφοράν,
ἀπὸ πάσης ρῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας,
καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως,
τοὺς σοὶ βοῶντας·
Ἀλληλούια.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ'.
Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσὴφ σπουδῇ ἐπέστη, ὁ ἀσώματος λέγων τῇ Ἀπειρογάμω· ὁ κλίνας ἐν καταβάσει τοὺς οὐρανούς, χωρεῑται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοι· Ὃν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ σου, λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζων σοι· Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ'.
Τῇ ὑπερμάχῷ στρατηγῷ τὰ νικητήρια, ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια, ἀναγράφω σοι ἡ πόλις σου, Θεοτόκε· ἀλλ' ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον, ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον, ἵνα κράζω σοί· Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

Μεγαλυνάριον
Ὕμνοις ἐν αΰπνοις οἱ εὐσεβεῖς, ἀκαθίστῳ στάσει, ἀνυμνοῦμεν πανευλαβῶς, τὴν πρὸς τὸν λαόν σου, θερμήν σου προστασίαν, Παρθένε Θεοτόκε, ἡμῶν βοήθεια.


Διάφορα Αρχεία
Παναγία των Χαιρετισμών ή του Ακαθίστου



Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
Ακάθιστος Ύμνος
Ακάθιστος Ύμνος
Ακάθιστος Ύμνος - Η εικόνα βρίσκεται στην Ι.Μ. Διονυσίου Αγίου Όρους
Ακάθιστος Ύμνος - Η εικόνα βρίσκεται στην Ι.Μ. Διονυσίου Αγίου Όρους
Ακάθιστος Ύμνος
Ακάθιστος Ύμνος
Ἄγγελος πρωτοστάτης, οὐρανόθεν ἐπέμφθη....
Ἄγγελος πρωτοστάτης, οὐρανόθεν ἐπέμφθη....
Βλέπουσα ἡ Ἁγία, ἑαυτήν ἐν ἁγνείᾳ....
Βλέπουσα ἡ Ἁγία, ἑαυτήν ἐν ἁγνείᾳ....
Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι, ἡ Παρθένος ζητοῦσα....
Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι, ἡ Παρθένος ζητοῦσα....
Δύναμις τοῦ Ὑψίστου, ἐπεσκίασε τότε.... / Ἔχουσα θεοδόχον, ἡ Παρθένος τὴν μήτραν....
Δύναμις τοῦ Ὑψίστου, ἐπεσκίασε τότε.... / Ἔχουσα θεοδόχον, ἡ Παρθένος τὴν μήτραν....
Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων....
Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων....
Ἤκουσαν oἱ ποιμένες, τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων....
Ἤκουσαν oἱ ποιμένες, τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων....
Θεοδρόμον ἀστέρα, θεωρήσαντες Μάγοι....
Θεοδρόμον ἀστέρα, θεωρήσαντες Μάγοι....
Ἴδον παῖδες Χαλδαίων....
Ἴδον παῖδες Χαλδαίων....
Κήρυκες θεοφόροι....
Κήρυκες θεοφόροι....
Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ, φωτισμὸν ἀληθείας ἐδίωξας....
Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ, φωτισμὸν ἀληθείας ἐδίωξας....
Μέλλοντος Συμεῶνος, τοῦ παρόντος αἰῶνος....
Μέλλοντος Συμεῶνος, τοῦ παρόντος αἰῶνος....
Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης....
Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης....
Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου....
Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου....
Ὅλως ἦν ἐν τοῖς κάτω.... / Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων, κατεπλάγη τὸ μέγα....
Ὅλως ἦν ἐν τοῖς κάτω.... / Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων, κατεπλάγη τὸ μέγα....
Ρήτορας πολυφθόγγους, ὡς ἰχθύας ἀφώνους....
Ρήτορας πολυφθόγγους, ὡς ἰχθύας ἀφώνους....
Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ.... / Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε....
Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ.... / Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε....
Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται.... / Φωτοδόχον λαμπάδα τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν....
Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται.... / Φωτοδόχον λαμπάδα τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν....
Χάριν δοῦναι θελήσας, ὀφλημάτων ἀρχαίων....
Χάριν δοῦναι θελήσας, ὀφλημάτων ἀρχαίων....
Ψάλλοντές σου τὸν τόκον, ἀνυμνοῦμέν σε πάντες....
Ψάλλοντές σου τὸν τόκον, ἀνυμνοῦμέν σε πάντες....
Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον....
Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον....
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι' ἧς κατέβη ὁ Θεός....
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι' ἧς κατέβη ὁ Θεός....
Χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα ἀπὸ γῆς πρὸς οὐρανόν....
Χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα ἀπὸ γῆς πρὸς οὐρανόν....
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν....
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν....
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα....
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα....
Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν....
Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν....
Χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωὴν....
Χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωὴν....
Χαῖρε, πύρινε στῦλε ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει....
Χαῖρε, πύρινε στῦλε ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει....
Χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.... / Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι....
Χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.... / Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι....
Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου....
Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου....
Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι....
Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι....




Σχετικές συνδέσεις





Παραπομπές